ἕτερος
English (LSJ)
α, ον, only Att.-Ion. with ἕ-, Dor. ἅτερος [ᾰ] IG4.914.9 (Epid.), etc. (and Att.in crasis, v.infr.), Aeol. ἄτερος Alc.41.5, etc.:— but ἅτερος [ᾱ], Att. crasis for ὁ ἅτερος, Com.Adesp.14.23 D., al., Ion. οὕτερος (fr. ὁ ἕτ-) Hdt.1.34, etc., Dor. ὥτερος Theoc.7.36; neut.
A θάτερον A.Ag.344, And.2.7, etc., Ion. τοὔτερον Hdt.1.32: pl. ἅτεροι, for οἱ ἅτεροι, Arist.Pol.1255a20; θάτερα S.El.345, Th.1.87, etc.; gen. θατέρου S.Ph.597, etc., Ion. τοὐτέρου Semon.7.113, Dor. θατέρω Ti.Locr.94a, θωτέρω Epich.71 (dub. l.); dat. θατέρῳ A.Pr.778; fem. nom. ἡτέρα IG22.1498.76, 1615.14,87 (iv B.C.), S.OC497, Ar.Lys.85, 90 codd., Paus.Gr.Fr.82; dat. θητέρᾳ S.OT782, Tr.272, E.Hipp. 894, Ar.Av.1365, etc., cf. Paus.Gr. l.c. (in Mss. sts. θατέρᾳ), Ion. τἠτέρῃ Phoen.5.2.—Later masc. and fem. θάτερος, θατέρα, even with the Art., Men.846, Chrysipp. ap. Paus.Gr.Fr.82, Lyc.590, Polem. Cyn.4, Luc.D Mort.26.1 (condemned in Pseudol.29), Gp.14.20.2, etc.; τῶν θατέρων Iamb. in Nic. p.83 P.; θάτερον acc. sg. masc., E. Ion [849]. I one or the other of two, usu. c. Art. exc. in Poets ; freq. of natural pairs, σκαιῇ (sc. χειρὶ) ἔγχος ἔχων, ἑτέρηφι δὲ λάζετο πέτρον Il.16.734; τῇ ἑτέρῃ μὲν . . τῇ δ' ἑτέρῃ . . 14.272, cf. X.Cyn.10.11; χειρὶ ἑτέρῃ with one hand, Il.12.452, Od.10.171 (but χεὶρ ἑτέρη commonly of the left hand, v. infr. IV.I); ἑτέροιο διὰ κροτάφοιο Il.4.502; χωλὸς δ' ἕτερον πόδα 2.217, cf. Ar.Ec.162, Din.1.82; ἀμφότεραι αἱ γνάθοι, ἢ ἡ ἑτέρα X.Eq.1.9; ἐκκοπεὶς τὸν ἕ. τῶν ὀφθαλμῶν D.H.5.23; εἰς γόνυ θάτερον Philostr.Im.2.20; of pairs in general, Il.5.258, etc.; τὴν ἑ. πύλην one of the two gates, Hdt.3.156; ὁ ἕ. τῶν στρατηγῶν Th.4.43; τὸ ἕ. τοῖν δυοῖν τειχοῖν Id.7.24: freq. of alternatives presented, τῶνδε τὰ ἕ. ποιέειν Hdt.4.126; ἑλοῦ γε θάτερ', ἢ . . ἢ . . S.El.345; τοῖνδ' ἑλοῦ δυοῖν πότμοιν τὸν ἕ. E.Ph.952 ; δυοῖν ἀγαθοῖν τοῦ ἑτέρου τεύξεσθαι Th.4.28; δυοῖν θάτερα, ἢ . . ἢ . . Pl. Tht.187c; ὅταν δυοῖν καλοῖν θάτερον κάλλιον ᾖ, ἢ τῷ ἑτέρῳ τούτοιν ἢ ἀμφοτέροις ὑπερβάλλον κάλλιόν ἐστιν Id.Grg.475a: in pl., one of two parties or sets, Od.11.258; τῶν ἕτεροί γε παῖδα κλαύσονται one set of parents, either mine or thine, Il.20.210; δώῃ δ' ἑτέροισί γε νίκην 7.292; ἑτέροισι δὲ κῦδος ἔδωκαν 13.303: freq. with neg., οὐδ' ἕτεροι 11.71. 2 in double clauses ἕτερος (in Prose always ὁ ἕτερος) is generally repeated; ἑ. μὲν δουρὶ... τῷ δ' ἑ. 21.164; τὸν ἕ., ἕ. δὲ . . Od. 5.266; ἕ. λευκόν, ἑτέρην δὲ μέλαιναν Il.3.103, etc.: but sts. omitted in one clause, [ἕτερος μὲν] κακῶν, ἕ. δὲ ἐάων 24.528, cf. 7.420, IG22.1388.46 (prob.), etc.; ἡ μὲν... ἡ δ' ἑτέρη Il.22.149, IG12.76.50; ἕ.... ὁ δὲ . . Od.8.374; answered by ἄλλος, ἕτερον μὲν κεύθῃ ἐνὶ φρεσίν, ἄλλο δὲ εἴπῃ Il.9.313, cf. Od.7.123; reversely ἄλλῳ ὀρχηστύν, ἑτέρῳ κίθαριν [ἔδωκε] Il.13.731, cf. Pl.R.439b, Tht.184e; τότε μὲν ἕτερα... τότε δὲ ἄλλα . . Pl.Alc.1.116e; ὁ ἕτερος... ὁ λοιπός . . X.An.4.1.23 ; ἕτερα... τὰ δὲ . . S.OC1454 (lyr.); later μίαν μὲν . . ἑτέραν δέ A.D. Synt.172.5; τὴν μίαν . . τὴν δ' ἑτέρην AP9.680. 3 repeated in the same clause, ἐξ ἑτέρων ἕτερ' ἐστίν one building follows on another, Od.17.266; <ἀ> δ' ἀτέρα τὰν ἀτέραν κύλιξ ὠθήτω let one cup push on the other, Alc.41.5; ἢ θάτερον δεῖ δυστυχεῖν ἢ θάτερον one party or the other, E.Ion [849]; ἕτεροι ἑτέρων ἠξίωσαν ἄρχειν Th.2.64; ἕτερος ἀφ' ἑτέρου θεραπείας ἀναπιμπλάμενοι ἔθνῃσκον ib.51; εἴ τίς τι ἕτερος ἑτέρου προφέρει Id.7.64; ξυμμειγνυμένων ἑτέρων ἑτέροις Ar.Av.701; συμφορὰ ἑτέρα ἑτέρους πιέζει one calamity oppresses one, another others, E.Alc. 893 (lyr.); ἑτέρᾳ δ' ἕτερος ἕτερον ὄλβῳ καὶ δυνάμει παρῆλθεν Id.Ba.905, cf.S.OC231 (anap.); ἄλλη δ' εἰς ἑτέρην ὀλυφύρετο A.R.1.250. 4 = δεύτερος, second, ἡ μὲν... ἡ δ' ἑτέρη... ἡ δὲ τρίτη . . Od.10.352 sq., cf. Il.16.179, al., X.Cyr.2.3.22; ἡ ἑ. πρότασις the minor premiss, Arist. EN1143b3: without Art., ἕ. τέρας Hdt.7.57; προσαγορεύεις αὐτὰ ἑτέρῳ ὀνόματι you call them further by a new name, Pl.Phlb.13a; cf. IV. 1b. b with Pronouns of quantity, ordinals, etc., τόσσοι δ' αὖθ' ἕτεροι ποταμοί as many more, Hes.Th.367; ἕτερον τοσοῦτον as much again, Hdt.2.149; ἑτέρου τοσούτου χρόνου for as long again, Isoc. 4.153; ἕ. τοιαῦτα other things of like kind, Hdt.1.120, 191; ἑτέρων τοιῶνδε (sc. ἀνθρώπων) ἄρχεις ib.207; τῷ αὐτῷ τρόπῳ . . τῷ ἑτέρῳ in the same way over again, Id.2.127; ἄλλα τε τοιαῦθ' ἕτερα μυρία Ar.Fr.333.4; χιλίας ἑτέρας [δραχμάς] D.58.6; δεύτερον, τρίτον ἕ. δικαστήριον, Id.23.71,74; ἕ. ἐγώ, of a friend, Pythag. ap. Iamb.in Nic. p.35 P.; ἕτεροι αὐτοί second selves, Arist.EN1161b28; εὕρηκε τὸν ἕ., τὸν σέ Men.474. II without Art., another, of many, with a sense of difference, Il.4.306, Od.7.123, Ar.Ach.422, Lys.66, etc.; ἕ.αὖ τις Id.Eq.949; ἕ. αὖ Id.Pax 295, etc.; ἕτερα ἄττα Pl.Tht.188b; repeated ἑτέραν χἀτέραν τρικυμίαν Men.536.8: with neg., οἷα οὐχ ἕτερα [ἐγένετο] such as none like them had happened, Th.1.23; ναυμαχία . . οἵα οὐχ ἑτέρα τῶν προτέρων Id.7.70; οὐδεμιᾶς ἥσσων μᾶλλον ἑτέρας ib. 29 (s.v.l.); οὐχ ἕτερον ἀλλά . . none other than, Plu.2.671b, cf. UPZ 71.9 (ii B.C.). b οἱ ἕ. the rest, Hdt.4.169. c ὁ ἑ. 'one's neighbour', ἀγαπᾶν τὸν ἕ. Ep.Rom.13.6, cf. Ep.Gal.6.4. III of another kind, different, ἕ. δέ με θυμὸς ἔρυκεν Od.9.302; τὸ μὲν ἕ., τὸ δὲ ἕ., i.e. they are different, Pl.Men.97d, cf. R.346a; ἕ. τε καὶ ἀνόμοιον Id.Smp. 186b; τὸ δὲ ταὐτὸν ἕ. ἀποφαίνειν καὶ τὸ θάτερον ταὐτόν Id.Sph.259d; ἕ. ἤδη ἦν καὶ οὐχ ὁ αὐτός D.34.12; ἑτέραν ἔδωκεν παντὶ τῷ κόσμῳ ὄψιν OGI458.7 (i B. C.); ἕ. εὐαγγέλιον Ep.Gal.1.6: coupled with ἄλλος, χἀτέρους ἄλλους πόνους and other different toils, E.Supp.573 (s.v.l.), cf. Or.345 (dub.l.); Ῥόδον καὶ ἄλλας ἑτέρας πόλεις D.15.27; ἕτερον τό τ' ἀλγεῖν καὶ θεωρεῖν ἐστ' ἴσως Philem.75.7; ἕτερα φρονῶν καὶ δημηγορῶν Din.1.17: c.gen., other than, different from, φίλους . . ἑτέρους τῶν νῦν ὄντων Th.1.28, cf. Pl.Prt.333a, D.10.44, etc.; ἕτερον, ἕτερα ἢ... E.Or.345, X.Cyr.1.6.2; παρὰ ταῦτα πάντα ἕτερόν τι Pl.Phd.74a ; ἕτερα πολιτείας εἴδη παρὰ μοναρχίαν Arist.Pol.1294a25, cf. 1286b21. 2 other than should be, euphem. for κακός, παθεῖν μὲν εὖ, παθεῖν δὲ θάτερα S.Ph.503; ἀγάθ' ἢ θάτερα, ἵνα μηδὲν εἴπω φλαῦρον D. 22.12: abs., δαίμων ἕ. Pi.P.3.34; λέκτρα, συμφοραί, E.Med.639 (lyr.), HF1238; ἐὰν τὰ ἕ. ψηφίσωνται οἱ δικασταί D.48.30; πλέον θάτερον ἐποίησαν did more harm (than good), Isoc.19.25, cf. Pl.Phd.114e, Euthd.280e, Aristid.2.117 J. IV Special Phrases: 1 elliptical, mostly in dat. fem., a τῇ ἑτέρᾳ (sc. χειρί), Ep. ἑτέρῃ or ἑτέρηφι, with one hand (v. sub init.); with the left hand, Od.3.441, Il.22.80, Theoc.24.45: hence prov., οὐ τῇ ἑτέρᾳ ληπτός not to be caught with one hand, Pl.Sph.226a; ἐκ δ' ἑτέρης A.R.1.1115, AP 9.650 (Leont.). b θατέρᾳ (sc. ἡμέρᾳ) on the morrow, S.OT782, E.Rh.449; τῆς ἑτέρας Pl.Cri.44a; but τῇ ἑτέρᾳ on the following (i.e. the third) day, X.Cyr.4.6.10. c (sc. ὁδῷ) in another or a different way, καὶ τῇδε φῦναι χἀτέρᾳ S.OC1444; another way, τρέπεσθαι Ar.Nu.812; ἑτέρᾳ πῃ Id.Eq.35; τότ' ἄλλοσ'... θατέρᾳ δὲ . . S.Tr. 272; θατέρᾳ... θατέρᾳ . . in one way... in the other... Henioch.5.16 ; ἑτέρηφι Hes.Op.216: acc. ἑτέραν ἐκτρέπεσθαι Luc.Tim.5. 2 adverb. with Preps.: a ἐπὶ θάτερα to the one or the other side, one or the other way, ἐπὶ μὲν θάτερα... ἐπὶ θ. δὲ . . Hp.Art.7; τότε μὲν ἐπὶ θάτερα, τότε δ' ἐπὶ θ. Pl.Sph.259c: also with another Prep., ἐς τὰ ἐπὶ θάτερα to or on the other side, Th.1.87; ἐκ τοῦ ἐπὶ θάτερα from the other side, Id.7.37; ἐκ μὲν τοῦ ἐπὶ θ., ἐκ δὲ τοῦ ἐπὶ θ. Pl.Prt.314e: c. gen., ἐς τὰ ἐπὶ θ. τοῦ ποταμοῦ Th.7.84; εἰς τἀπὶ θ. τῆς πόλεως X.HG6.2.7; τὸ ἐπὶ θάτερον τῆς ῥινός Hp.Art.35. b κατὰ θάτερα on the one or other side, κατὰ θ. ἀστός D.57.30; ψόφου κατὰ θ. προσπεσόντος Plu.Brut.51, etc.; but καθ' ἕτερα at other points, Th.7.42. V Adv. ἑτέρως in one or the other way, opp. ἀμφοτέρως, Pl.Tht.181e; ἑ. τε καὶ ἑ., = ἀμφοτέρως, Id.Phdr.235a; τοῦ σκέλους ἑ. ἔχειν, = ἑτεροσκελὴς εἶναι, Philostr.VA3.39. 2 differently, rarely in Poetry, οὐχ ἑ. τις ἐρεῖ Theoc.Ep.10.3; ἑ. ἔχειν to be different, Ar.Pl.371: freq. in Prose, ὡς ἑ. in the other way (cf. ὡς), ἢν ἡ ἑτέρη γνάθος ἐκστῇ ὡς ἑ. χρὴ τὴν ἐπίδεσιν ἄγειν Hp.Art.34, cf. Pl.Sph.266a, etc.; ἐάν τε καλῶς, ἐάν θ' ὡς ἑ. D.18.85, cf. 212: c. gen., differently from, ἑ. πως τῶν εἰωθότων Pl.Plt.295d; ἑ. ἤπερ . . Ael.NA12.28. 3 otherwise than should be, badly, wrongly, once in Hom., ἑ. ἐβόλοντο Od.1.234; εἰ καὶ ἑ. τοῦτο ἀπέβη SIG851.10 (Marc.Aur.); εἴ τι ἑ. φρονεῖτε Ep.Phil. 3.15.
German (Pape)
[Seite 1049] ἑτέρα, ἕτερον, 11 einer von zweien, einer von beiden, εἰ γοῦν ἕτερός γε φύγῃσιν, falls einer von beiden entfliehen sollte, Il. 5, 258; bes. von paarweis vorkommenden Dingen, ἑτέροιο διὰ κροτάφοιο, durch die eine Schläfe, 4, 502; χωλὸς δ' ἕτερον πόδα 2, 217; χειρὶ λαβὼν ἑτέρῃ 12, 452, auch ἑτέρῃ allein, 16, 734; in Prosa, τῇ ἑτέρᾳ, in der Regel die linke Hand im Ggstz gegen die rechte, die sich gewissermaßen von selbst versteht, vgl. Luc. Tor. 50; Plut. Artax. 1; Ael. V. H. 2, 17; aber Xen. Cyn. 10, 11 von der rechten; vgl. Il. 16, 734; τῇ ἑτέρᾳ λαβεῖν, mit der Linken erfassen, d. i. sprichwörtlich: mit leichter Mühe erlangen, Plat. Soph. 226 a; θάτερον κέρας, der linke Flügel, Plut. Alex. 16; wo der Zusammenhang die Zweizahl bestimmt, τῷ δ' ἕτερον μὲν ἔδωκε πατήρ, ἕτερον δ' ἀνένευσεν Il. 16, 250; ἕτεροί γε φίλον παῖδα κλαύσονται, meine Eltern oder deine, denn einer von uns beiden wird sicher fallen, Il. 20, 210; öfter ἑτέροισι νίκην, κῦδος ἔδωκαν, einer von den beiden kämpfenden Parteien; wo dem Frühern Etwas entgegengesetzt wird, ἕτερος δέ με θυμὸς ἔρυκεν Od. 9, 302; ἄτην ἑτέραν ἐπάγουσιν ἐπ' ἄτῃ Aesch. Ch. 390; ἀπάτα δ' ἀπάταις ἑτέραις ἑτέρα παραβαλλομένα Soph. O. C. 230; φόνον ἕτερον ἐπὶ φόνῳ βαλών Eur. Herc. Für. 1685; τίνα ἑτέραν μόλω πόλιν; in welche andere Stadt? El. 1194, wie τίνα οἶκον ἄλλον ἕτερον; Or. 346; εἶναι σοφώτερον ἕτερον ἑτέρου, Einer sei weiser als der Andere, denn bei comparat. ist bestimmt an zwei zu denken, Plat. Theaet. 171 d. Bestimmter bei zweien ist im Att. ὁ ἕτερος, der eine von beiden, τοῖνδ' wie δυοῖν καλοῖν θάτερον Plat. Gorg. 475 a; ὁ ἕτερος τῶν Περικλέους, der eine von den beiden Söhnen des Perikles, Prot. 315 a; im Ggstz des Andern bestimmt ausschließend, ἢ τῷ ἑτέρῳ τούτοιν ἢ ἀμφοτέροις, einen oder beiden, Gorg. 475 a; Theaet. 190 d; ὁ ἕτερος τῶν στρατηγῶν, der eine der beiden Feldherren, Thuc. 4, 43; über ὁ ἕτερος τῶν ὀφθαλμῶν oder τοῖν ὀφθαλμοῖν, wofür Phryn. ὁ ἕτερος ὀφθαλμός gesagt wissen will, vgl. Lob. Phryn. p. 474. – In Doppelsätzen ὁ ἕτερος – ὁ ἕτερος, der eine – der andere, Hom. u. Folgde; auch ὁ ἕτερος – ἕτερος, Od. 5, 265, ὁ μὲν – ὁ δ' ἕτερος, Il. 22, 150 u. in Prosa; ἕτερος – ἄλλος, Il. 9, 313; umgekehrt, 13, 731; ὁ ἕτερος – ὁ λοιπός, Xen. An. 4, 1, 23; auch fehlt im ersten Satze bisweilen ἕτερος, Il. 7, 420. 24, 528; Sp. auch εἷς μὲν – ἕτερος δέ. In Aufzählungen ist ἕτερος der andere, = δεύτερος, Il. 12, 93. 16, 179; Xen. Cyr. 2, 3, 22 u. bes. Sp.; dah. τῇ ἑτέρᾳ, am andern, am folgenden Tage, Xen. u. Folgde., – Οἱ ἕτεροι, die Anderen, die Gegenpartei, die Feinde, Thuc. 4, 48. 7, 34; Xen. Hell. 4, 2. 15 u. öfter; τὰ ἕτερα τῆς πόλεως, die andere Seite der Stadt, 1, 2, 7,; –.ὁ ἕτερος δαίμων ist der Unglück bringende, Pind. P. 3, 34; ähnl. vom unglücklichen Opfer, Aesch. Ag. 147; vgl. Soph. παθεῖν μὲν εὖ, παθεῖν δὲ θἄτερα Phil. 501, nach der Scheu der Griechen, das Unglückliche auszusprechen, wie auch Dem. sagt ὅσα πώποτε τῇ πόλει γέγονεν ἀγαθὰ ἢ θάτερα, 22, 12, u. ἐὰν δ' ἀποτύχῃ καὶ τὰ ἕτερα ψηφίσωνται οἱ δικασταί, d. i. etwas Ungünstiges, 48, 30. – Οὐδ' ἕτερος, μηδ' ἕτερος, stärker als οὐδέτερος, auch nicht der eine von beiden, Il. 11, 70; vgl. Thuc. 2, 72. 5, 48; Xen. An. 7, 4, 10. – Häufig findet es sich in einem Satze zwei od. mehrmal neben einander gestellt, συμφορὰ ἑτέρους ἑτέρα πιέζει Eur. Alc. 895; Or. 977; ἑτέρᾳ ἕτερος ἕτερον δυνάμει παρῆλθεν Bacch. 903; ὁ ἕτερος τὸν ἕτερον παίει Xen. An. 5, 9, 5; vgl. Ar. Av. 701; ἕτερος ἀφ' ἑτέρου ἔθνησκον Thuc. 7, 64; ἕτερα γὰρ ἑτέροις ἐστὶν ἡδέα Arist. Eth. 3, 1; – ἕτερος τοιοῦτος, ein anderer von eben der Art, ein eben solcher, Plat. Lach. 200 a u. öfter, um den Ggstz gegen das schon Genannte dieser Art hervorzuheben; ἄνθρωπος καὶ σὺ εἶς καὶ ἑτέρων τοιῶνδε ἄρχεις Her. 1, 207; 2, 150; auch ἑτέρους τοσούτους, eine eben so große Zahl, Aesch. 3, 98; vgl. Hes. Th. 367; Her. 2, 149 u. A.; ναυμαχία οἵα οὐχ ἑτέρα τῶν προτέρων, wie keine andere der früheren, Thuc. 7, 70; ξυμφορὰ οὐδεμιᾶς ἥσσων ἑτέρας 7, 29. Aehnl. auch γονεῖς μὲν τέκνα φιλοῦσιν ὡς ἑαυτούς, τὰ γὰρ ἐξ αὐτῶν οἷον ἕτεροι αὐτοὶ τῷ κεχωρίσθαι Arist. Eth. 8, 14, wie ihr anderes Selbst; wie Pythagoras den Freund erkl. als ein anderes Ich, ἕτερος ἐγώ, Iambl. – In Vrbdgn wie Thuc. 4, 67 Πλαταιῆς δὲ ψιλοὶ καὶ ἕτεροι περίπολοι kann es "außerdem" übersetzt werden, wie Xen. An. 1, 4, 2. Vgl. ἄλλος. – 21 wie schon bei den Aufzählungen mehrerer Dinge ἕτερος der zweite bedeutet, so wird damit auch Einer aus einer größern Menge herausgenommen u. einem Andern entgegengesetzt, so daß sogleich wieder eine Zweiheit eintritt, ταῦτ' οὖν καὶ ἕτερός τις ὑμῶν πέ es auch dem ἄλλος entspricht u. ohne den Zusatz τις unbestimmter wird; auffallend ist στοιχεῖον ἕτερον τῶν τεσσάρων Arist. mund. 2. Mit ἄλλος vbdn, πολλοὺς χἀτέρους ἄλλους πόνο υς Eur. Suppl. 573; Ῥόδον καὶ ἄλλας πόλεις ἑτέρας Dem. 15, 27. In οὐ τῆς ἐπιούσης ἡμέρας οἴομαι αὐτὸ ἥξειν, ἀλλὰ τῆς ἑτέρας Plat. Crit. 44 a ist es übermorgen (morgen u. übermorgen als die beiden in Frage kommenden Tage betrachtet). Anders Dem. 23, 74 τρίτον δ' ἕτερον δικαστήριον, was mehr zum folgenden Falle gehört. – 31 oft wird das Andere als ein Verschiedenes bes. hervorgehoben, wie es von selbst in ἕτερα μὲν λέγειν, ἕτερα δὲ φρονεῖν, z. B. Din. 1, 47, erscheint; ἕτερα φρονῶν καὶ δημηγορῶν 1, 17; ἕτερον μὲν κεύθει ἐνὶ φρεσίν, ἄλλο δὲ βάζει Il. 9, 313; Plat. Conv. 186 b ἕτερον καὶ ἀνόμοιον; ἕτερος ἤδη ἦν καὶ οὐχ ὁ αὐτός Dem. 34, 12; τὰ γὰρ ἕτερα τῷ εἴδει ὑφ' ἑτέρων οἰόμεθα τελειοῦσθαι, das der Art nach Verschiedene, Arist. Eth. 10, 4. So ἕτερα καινὰ δαιμόνια εἰσφέρειν Xen. Mem. 1, 1, 1. D aher ἕτερον ὄνομα, ῥῆμα, uneigentlicher Ausdruck, Heindf. Plat. Lys. 220 a. Gew. wird es dann mit dem gen. verbunden, ἕτερον εἶναι σωφροσύνης σοφία, die Weisheit sei etwas von der Besonnenheit Verschiedenes, Plat. Prot. 333 a, vgl. Gorg. 495 c; ἑτέραν τὴν κρύβδην ψῆφον τοῦ φανερῶς θορύβου Dem. 10, 44; vgl. Ath. XIII, 596 c; so erkl. auch Krüger Xen. An. 6, 2, 8 καὶ τούτων ἕτεροι, u. andere, von diesen verschiedene; auch παρὰ πάντα ταῦτα ἕτερόν τι, Plat. Phaed. 74 a; ἕτερον ἢ τὰ νῦν Soph. Tr. 835; dah. ἕτερον γίγνεσθαι, ein Anderer werden, seine Gesinnung ändern, Plut. ed. lib. 14. – Adv. ἑτέρως, auf die andere Weise, anders, wie das adj., Hom. u. Folgde; εἰ ἑτέρως πως ἔχει Plat. Legg. X, 897 b; Ggstz von ἀμφοτέρως, Theaet. 181 e; mit dem gen., anders als, ἑτέρως πως τῶν εἰωθότων γενόμενα, anders als gewöhnlich, Polit. 295 d. Auch im schlimmen Sinne, νῦν δ' ἑτέρως ἐβάλοντο θεοὶ κακὰ μητιόωντες Od. 1, 234; τῶν ὡς ἑτέρως συμβάντων Dem. 18, 212. – Auch ἑτέρᾳ, auf andere Weise, steht adverbial. – Mit dem Artikel verschmilzt es Att. im nom. in ἅτερος, im gen. u. den anderen cass. θατέρου u. s. w. Ion. οὕτερος, Her. 1, 34; τοὔτερον 1, 32; dor. ὥτερος, Theocr.; θατέρω Tim. Locr. 94 a, θωτέρω Epicharm. Ath. VII, 282 e.