θάψος

From LSJ
Revision as of 21:44, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (2b)

ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θάψος Medium diacritics: θάψος Low diacritics: θάψος Capitals: ΘΑΨΟΣ
Transliteration A: thápsos Transliteration B: thapsos Transliteration C: thapsos Beta Code: qa/yos

English (LSJ)

ἡ,

   A fustic, Rhus Cotinus, used for dyeing yellow, brought from the island of Thapsos, Theoc.2.88, Nic.Al.570: θαψία ῥίζα Thphr. Fr.170.

German (Pape)

[Seite 1189] ἡ, Kraut zum Gelbfärben der Wolle und Haare, von der Insel Thapsus benannt, Phot.; Schol. Theocr. 2, 88; Nic. Al. 570.

Greek (Liddell-Scott)

θάψος: ἡ, καὶ θαψία (Διοσκ. 4. 158), φυτόν τι ἢ ξύλον χρήσιμον πρὸς παρασκευὴν κιτρίνης βαφῆς, ἐξαγόμενον ἐκ τῆς νήσου Θάψου, Θεόκρ. 2. 28, Νικ. Ἀλ. 583˙ - θαψία ῥίζα Θεόφρ. Ἀποσπ. 170.

French (Bailly abrégé)

ου (ἡ) :
plante qui sert à teindre en jaune et qu’on tirait de l’île de Thapsos.
Étymologie: Θάψος.

Greek Monolingual

η (Α θάψος)
νεοελλ.
το φυτό «ρους ο κότινος»
αρχ.
φυτό της χερσονήσου Θάψος, χρήσιμο για την παρασκευή κίτρινης βαφής.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το φυτό πήρε την ονομασία του από τη χερσόνησο Θάψο, στην ανατολική παραλία της Σικελίας, από την οποία προερχόταν].

Greek Monotonic

θάψος: ἡ, φυτό ή ξύλο που χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή κίτρινης βαφής, και το οποίο εξαγόταν από τη Θάψο, σε Θεόκρ.

Russian (Dvoretsky)

θάψος: ἡ тапс (растение, дававшее желтую краску для окрашивания тканей) Theocr.