Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

περίμεστος

From LSJ
Revision as of 02:08, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (3b)

Δῶς μοι πᾶ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινάσωGive me a place to stand on, and I will move the Earth.

Archimedes
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίμεστος Medium diacritics: περίμεστος Low diacritics: περίμεστος Capitals: ΠΕΡΙΜΕΣΤΟΣ
Transliteration A: perímestos Transliteration B: perimestos Transliteration C: perimestos Beta Code: peri/mestos

English (LSJ)

ον,

   A full all round, quite full of, τινος X.Smp.2.11, Plu. Caes.5.

German (Pape)

[Seite 583] rings um, sehr voll; Xen. Conv. 2, 11; τινός, Plut. Caes. 6.

Greek (Liddell-Scott)

περίμεστος: -ον, μεστὸς πανταχόθεν, κατάμεστος, ἐντελῶς πλήρης, τινὸς Ξεν. Συμπ. 2. 11.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
entièrement plein de, gén..
Étymologie: περί, μεστός.

Greek Monolingual

-ον, Α
γεμάτος από παντού, κατάμεστοςκύκλος περίμεστος ξιφῶν», Ξεν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + μεστός «πλήρης»].

Greek Monotonic

περίμεστος: -ον, γεμάτος από παντού, αρκετά γεμάτος, τινός, σε Ξεν.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περί-μεστος -ον helemaal vol.

Russian (Dvoretsky)

περίμεστος: кругом переполненный, заполненный: κύκλος π. ξυφῶν ὀρθῶν Xen. круг, сплошь усаженный торчащими вверх мечами; ἀνὴρ π. ἤθους Plut. человек высокой нравственности.