κακοφραδία

From LSJ
Revision as of 15:45, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰκοφρᾰδία Medium diacritics: κακοφραδία Low diacritics: κακοφραδία Capitals: ΚΑΚΟΦΡΑΔΙΑ
Transliteration A: kakophradía Transliteration B: kakophradia Transliteration C: kakofradia Beta Code: kakofradi/a

English (LSJ)

Ion. -ιη, ἡ,

   A folly, κακοφραδίῃσι τιθήνης h.Cer.227: sg., Nic.Th.348, Q.S.12.554.

German (Pape)

[Seite 1305] ἡ, schlechte Denkart, Thorheit, Unverstand, H. h. Cer. 227 u. sp. D., wie Nic. Th. 348 Qu. Sm. 12, 554.

Greek (Liddell-Scott)

κακοφρᾰδία: Ἰων. -ίη, ἡ, κακὴ σκέψις, ἀνοησία, ἄνοια, μωρία, κακοφραδίῃσι τιθήνης Ὁμ. Ὕμν. εἰς Δήμ. 227, πρβλ. Νικ. Θηρ. 348, Κόϊντ. Σμ. 12. 554.

Greek Monolingual

κακοφραδία, ιων. τ. κακοφραδίη, ἡ (Α) κακοφραδής
(ποιητ. λ.) κακή σκέψη, ανοησία, μωρία, άνοια.

Greek Monotonic

κᾰκοφρᾰδία: Ιων. -ίη, ἡ, κακή σκέψη, ανοησία, σε Ομηρ. Ύμν.

Russian (Dvoretsky)

κᾰκοφρᾰδία: ион. κᾰκοφρᾰδίη ἡ безрассудство: κακοφραδίῃσί τινος HH по чьему-л. недомыслию.

Middle Liddell

κᾰκοφρᾰδία, ἡ,
badness of counsel, folly, Hhymn.