ἄντιτος
τὸ πεπρωμένον φυγεῖν ἀδύνατον → you can't escape your destiny | there is no escaping from destiny | it's impossible to escape from what is destined | it is impossible to escape from what is destined | what is fated is impossible to escape | if you're born to be hanged, then you'll never be drowned | he that is born to be hanged shall never be drowned | if you are born to be hanged then you'll never be drowned | if you're born to be hanged then you'll never be drowned| you can't outrun your fate | you cannot outrun your fate | you can't stop fate | that's the way the cookie crumbles
English (LSJ)
(by haplology for ἀντίτιτος, which occurs in Hsch.), ον, = παλίντιτος, requited, revenged, ἄ. ἔργα the work of revenge, Od.17.51,60; ἄ. ἔργα παιδός revenge for her son, Il.24.213, cf. Call.Iamb. 1.160.
Spanish (DGE)
-ον
• Alolema(s): ἀντίτιτος Sch.Il.24.213
1 de hechos ἄντιτα ἔργα venganza, represalia por αἴ κέ ποθι Ζεὺς ἄντιτα ἔργα τελέσσῃ Od.17.51, 60, ἄ. ἔργα παιδὸς ἐμοῦ Il.24.213 (var.), cf. Sch.Il.l.c.
2 de pers. castigado ἄντιτον ἔτι σε χρὴ ... τύμμα τύμματι τεῖσαι A.A.1429.
German (Pape)
[Seite 262] poet. für ἀνάτιτος, nach Herodian. Scholl. Iliad. 24, 213 (vgl. Scholl. Od. 17, 51) für ἀντίτιτος, gerächt; vgl. ἄτιτος u. παλίντιτος; Od. 17, 51. 60 αἴ κέ ποθι Ζεὺς ἄντιτα ἔργα τελέσσῃ, Werke der Rache, Vergeltung; Iliad. 24, 213 τότ' ἄντιτα ἔργα γένοιτο παιδὸς ἐμοῦ, v.l. ἂν τιτά, s. Scholl.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
payé en échange : ἄντιτα ἔργα IL, OD représailles, vengeance.
Étymologie: p. *ἀνάτιτος, de ἀνά et τίω.
Greek (Liddell-Scott)
ἄντῐτος: -ον, (ποιητ. ἀντὶ τοῦ ἀνάτιτος, ὅπερ εὕρηται μόνον παρ’ Ἡσυχ.), ὡς τὸ παλίντιτος, μόνον ἐν τῇ φράσει ἄντιτα ἔργα, ἔργα ἐκδικητικά, «ἀντιτιμώρητα», (Σχόλ.) Ὀδ. Ρ. 51, 60· ἄντιτα ἔργα... παιδός, «ἀντιτιμώρητα, ἐν μέρει τινὶ τιμωρίαν λαμβάνοντα» (Σχόλ.), Ἰλ. Ω. 213· πρβλ. Σόλωνα 12, 31.
English (Autenrieth)
(ἀνά, τίω): in requital, ἔργα, works ‘of retribution,’ ‘vengeance,’ Od. 17.51.
Greek Monotonic
ἄντῐτος: -ον, ποιητ. αντί ἀντίτιτος, αμειβόμενος, αποπληρωμένος, τιμωρημένος· ἄντιτα ἔργα, το έργο της εκδίκησης ή της τιμωρίας, σε Ομήρ. Οδ.· παιδός, για το γιο της, σε Ομήρ. Ιλ.
Russian (Dvoretsky)
ἄντῐτος: возмещенный: ἄντιτα ἔργα Hom. воздаяние, отплата, месть.
Middle Liddell
paid back, requited, avenged: ἄντιτα ἔργα the work of revenge or retribution, Od.; παιδός for her son, Il.