σοφόνους
From LSJ
ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κἀρεθίζῃ → may no one squeeze me and tease me like a wasp | may no one smoke me and tease me like a wasp | but if anyone annoys me and rifles my nest, they'll find a wasp inside | still if you wake a wasps' nest then of wasps you must beware
English (LSJ)
-ουν, contr. for σοφόνοος.
French (Bailly abrégé)
v. σοφόνοος.
Greek Monolingual
-ουν, και ασυναίρ. τ. σοφόνοος, -οον, Α
νουνεχής, συνετός, μυαλωμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σοφός + -νους (< νοῦς), πρβλ. κρυφόνους].
Middle Liddell
σοφό-νους, ουν,
wise-minded, Luc.
German (Pape)
zusammengezogen aus σοφόνοος.