усиливать
From LSJ
Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
Russian > Greek
τείνω, προάγω, προσλαμβάνω, προσεπιτείνω, ἐποικοδομέω, προσκαταπυκνόω, προσεπισχυρίζω, ὀφέλλω, ἐπιτείνω, συντείνω, συνεπιτείνω, προσαυξάνω, ἐκκινέω, τονόω, προσσυμβάλλομαι, προσξυμβάλλομαι, ἐναυξάνω, μεγαλύνω, αὐξάνω, ἀέξω, κρατύνω, καρτύνω, ἰσχυροποιέω, βεβαιόω, συνεπαγωνίζομαι, δυναμόω, ἐπισφοδρύνω, στερροποιέομαι, ἐξακριβόω