Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἔναντα

From LSJ

θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.

Epicurus, Letter to Menoeceus
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔναντα Medium diacritics: ἔναντα Low diacritics: έναντα Capitals: ΕΝΑΝΤΑ
Transliteration A: énanta Transliteration B: enanta Transliteration C: enanta Beta Code: e)/nanta

English (LSJ)

(ἐνάντᾳ Tim.Pers.11), Adv. opposite, over against, c.gen., ἔ. Ποσειδάωνος ἄνακτος ἵστατ' Ἀπόλλων Il.20.67; τοὶ δ' ἔ. στάθεν Pi. N.10.66; τὸν δ' ἔ. προσβλέπειν νεκρόν S.Ant.1299 (lyr.); ἔ. ἐλθεῖν E. Or.1478 (lyr.).

Spanish (DGE)

adv.
1 enfrente, delante τοὶ δ' ἔ. στάθεν ellos le hicieron frente Pi.N.10.67, τὸν δ' ἔ. προσβλέπω νεκρόν y contemplo enfrente otro cadáver habla Creonte, S.Ant.1299, ἔ. δ' ἦλθε Πυλάδας E.Or.1479, cf. AP 14.72, Q.S.8.141, ἔναντα· φανερῶς Hsch.
2 en uso prep., c. gen. delante de, en presencia de ἔ. Ποσειδάωνος ἄνακτος ἵστατ' Ἀπόλλων Il.20.67, οὐ βασιλῆος ἔ. μῦθον ἔφαν Q.S.2.178
frente a, en contra de ἀξιοῖς ἐμοῦ λέγειν ἔ.; Ar.Eq.342.

German (Pape)

[Seite 826] entgegen, gegenüber; τινὸς ἵστασθαι Il. 20, 67; ἔναντα στάθεν Pind. N. 10, 66; τὸν δ' ἔν. προσβλέπω, vor Augen sehen, Soph. Ant. 1284; ἐλθεῖν Eur. Gr. 1478; sp. D.

French (Bailly abrégé)

adv. et prép.
en face ; ἔναντά τινος en face de qqn.
Étymologie: ἐν, ἀντί.

Russian (Dvoretsky)

ἔναντα:
I adv. (на)против (στάθεν Pind.; ἐλθεῖν Eur.): ἐ. προσβλέπειν τινά Soph. видеть кого-л. перед собой.
II praep. cum gen. (на)против, лицом к лицу (ἔ. τινος ἵστασθαι Hom.).

Greek (Liddell-Scott)

ἔναντα: ἐπίρρ., ἀπέναντι, κατέναντι, μετὰ γεν., ἔναντα Ποσειδάωνος ἄνακτος ἵστατ᾿ Ἀπόλλων Ἰλ. Υ. 67· τοὶ δ᾿ ἔναντα στάθεν Πινδ. Ν. 10. 123· τὸν δ᾿ ἔναντα προσβλέπω νεκρὸν Σοφ. Ἀντ. 1299· ἔναντα ἐλθεῖν Εὐρ. Ὀρ. 1478.

English (Autenrieth)

over against; τινός, Il. 20.67†.

English (Slater)

ἔναντα against, in opposition τοὶ δ' ἔναντα στάθεν (N. 10.66)

Greek Monolingual

ἔναντα (Α)
επίρρ. με γεν. ή δοτ. 1. απέναντι, αντίκρυ, κατά πρόσωποἔναντα Ποσειδάωνος ἄνακτος ἵστατ' Ἀπόλλων», Ομ. Ιλ.)
2. κατά τον Ησύχ. «φανερῶς».

Greek Monotonic

ἔναντα: επίρρ., απέναντι, ακριβώς απέναντι, πρόσωπο με πρόσωπο, αντίκρυ, με γεν., σε Ομήρ. Ιλ.· ἔν. προσβλέπειν νεκρόν, σε Σοφ.· ἔν. ἐλθεῖν, σε Ευρ.

Frisk Etymological English

ἔναντι, ἐναντίος See also: s. ἄντα and ἀντί.

Middle Liddell

adverb
opposite, over against, face to face, c. gen., Il.; ἔν. προσβλέπειν νεκρόν Soph.; ἔν. ἐλθεῖν Eur.

Frisk Etymology German

ἔναντα: ἔναντι, ἐναντίος
{énanta}
See also: s. ἄντα und ἀντί.
Page 1,509