μεταπαιδεύω
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
A educate differently, LXX4 Ma.2.7 (Pass.), Luc.Anach.17:—Pass., of a substance, acquire a fresh tendency, Pall.in Hp.2.104 D.
German (Pape)
[Seite 151] umerziehen, anders erziehen und unterrichten als vorher, Luc. Gymn. 17 u. öfter.
Greek (Liddell-Scott)
μεταπαιδεύω: ἐκπαιδεύω διαφόρως, Λουκ. Ἀνάχ. 17, κτλ.
French (Bailly abrégé)
élever d’une autre manière.
Étymologie: μετά, παιδεύω.
Greek Monolingual
μεταπαιδεύω (ΑΜ)
1. εκπαιδεύω ή διδάσκω διαφορετικά ή με άλλο τρόπο
2. (το παθ.) μεταπαιδεύομαι
(για ουσία) αποκτώ νέα τάση.
Greek Monotonic
μεταπαιδεύω: μέλ. -σω, εκπαιδεύω με διαφορετικό τρόπο, σε Λουκ.