περίπτυγμα

From LSJ
Revision as of 01:00, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

Πυλάδη, σε γὰρ δὴ πρῶτον ἀνθρώπων ἐγὼ πιστὸν νομίζω καὶ φίλον ξένον τ' ἐμοίPylades for indeed I consider you, foremost among men, loyal and kind and a host to me (Euripides' Electra 82-83)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίπτυγμα Medium diacritics: περίπτυγμα Low diacritics: περίπτυγμα Capitals: ΠΕΡΙΠΤΥΓΜΑ
Transliteration A: períptygma Transliteration B: periptygma Transliteration C: periptygma Beta Code: peri/ptugma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A anything folded round, covering, E.Ion 1391.

German (Pape)

[Seite 589] τό, das Herumgefaltete, die Decke, der Deckel, Eur. Ion 1391.

Greek (Liddell-Scott)

περίπτυγμα: τό, περικάλυμμα, Εὐρ. Ἴων. 1391.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
enveloppe.
Étymologie: περιπτύσσω.

Greek Monolingual

τὸ, Α περιπτύσσω
(ποιητ. τ.) περικάλυμμα, σκέπασμα.

Greek Monotonic

περίπτυγμα: -ατος, τό, οτιδήποτε διπλωμένο τριγύρω, περικάλυμμα, περιτύλιγμα, σε Ευρ.