περιαλουργός

From LSJ
Revision as of 14:35, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1ba)

Δύο γὰρ, ἐπιστήμη τε καὶ δόξα, ὧν τὸ μὲν ἐπίστασθαι ποιέει, τὸ δὲ ἀγνοεῖν → Two different things are science and belief: the one brings knowledge, the other ignorance (Hippocrates)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιᾰλουργός Medium diacritics: περιαλουργός Low diacritics: περιαλουργός Capitals: ΠΕΡΙΑΛΟΥΡΓΟΣ
Transliteration A: perialourgós Transliteration B: perialourgos Transliteration C: perialourgos Beta Code: perialourgo/s

English (LSJ)

όν,

   A with purple all round, π. τοῖς κακοῖς double-dyed in villainy, Ar.Ach.856.

German (Pape)

[Seite 568] rings mit Purpur gefärbt, Ar. Ach. 821, ὁ περιαλουργὸς τοῖς κακοῖς, komisch.

French (Bailly abrégé)

ός, όν :
1 teint de pourpre tout autour;
2 p. ext. imprégné de ; fig. κακοῖς imbu de méchanceté.
Étymologie: περί, ἁλουργός.

Greek Monolingual

-όν, Α
αυτός που έχει πορφυρό χρώμα σε όλη την επιφάνεια του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + ἁλουργός «πορφυρός»].

Greek Monotonic

περιᾰλουργός: -όν, αυτός που έχει βυσσινί χρώμα, κακοῖς περιαλουργός, διπλοβαμμένος, βαμμένος άσχημα, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

περιᾰλουργός: досл. окрашенный пурпуром, перен. пропитанный, преисполненный (κακοῖς Arph.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περιαλουργός -ον [περί, ἁλουργός] met overal purper; overdr.. ὁ περιαλουργὸς τοῖς κακοῖς doordrenkt van kwaad Aristoph. Ach. 856.

Middle Liddell

περι-ᾰλουργός, όν
with purple all round, κακοῖς π. double-dyed in villany, Ar.