χαιρηδών
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
όνος, ἡ,
A delectation, Com. word in Ar.Ach.4, formed after ἀλγηδών.
German (Pape)
[Seite 1325] όνος, ἡ, Freude, komisch nach ἀλγηδών gebildet, Ar. Ach. 4, wo der Schol. über den Accent spricht.
Greek (Liddell-Scott)
χαιρηδών: -όνος, ἡ, χαρμοσύνη, χαρά, κωμ. λέξις ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 4, σχηματισθεῖσα κατὰ τὸ ἀλγηδών. ΙΙ Χαιρήμων, ὁ, ὡς κύρ. ὄνομα, Ἔφιππος ἐν «Ἐφήβοις» 2.
French (Bailly abrégé)
όνος (ἡ) :
joie.
Étymologie: χαίρω.
Greek Monolingual
-όνος, ἡ, Α
χαρά, ευχαρίστηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. Κωμική λ. σχηματισμένη από το θ. του χαίρω, κατά το ἀλγ-ηδών «λύπη» (< ἀλγῶ)].
Greek Monotonic
χαιρηδών: -όνος, ἡ, χαρμοσύνη, χαρά, κωμ. λέξη σε Αριστοφ., σχηματισμένη κατά το ἀλγηδών.
Russian (Dvoretsky)
χαιρηδών: όνος ἡ шутл. (по созвучию с ἀλγηδών) радость Arph.
Middle Liddell
χαιρηδών, όνος, ἡ,
delectation, Com. word in Ar., formed after ἀλγηδών.