ὑπερμαχέω

From LSJ
Revision as of 08:30, 13 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

δυνατὰ δὲ οἱ προύχοντες πράσσουσι καὶ οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν → the strong do what they will; the weak do what they must | the strong do what they can and the weak suffer what they must | they that have odds of power exact as much as they can, and the weak yield to such conditions as they can get

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερμᾰχέω Medium diacritics: ὑπερμαχέω Low diacritics: υπερμαχέω Capitals: ΥΠΕΡΜΑΧΕΩ
Transliteration A: hypermachéō Transliteration B: hypermacheō Transliteration C: ypermacheo Beta Code: u(permaxe/w

English (LSJ)

   A fight for or on behalf of, πόλεως S.Ant.194, E.Ph. 1252, cf. J.AJ3.14.4; σὺ ταῦτα . . τοῦδ' ὑπερμαχεῖς ἐμοί; dost thou fight thus for him against me? S.Aj.1346 (in Luc.Pisc.23, τούτου is prob. to be restored): abs., Id.JTr.17.

German (Pape)

[Seite 1198] für Einen streiten, ihn vertheidigen, τινός, Soph. Ant. 194; σὺ ταῦτα τοῦδ' ὑπερμαχεῖς ἐμοί; gegen mich, Ai. 1325; Eur. Phoen. 1258; Sp., wie Plut. Sol. 30.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερμᾰχέω: (μάχη) μάχομαι ὑπέρ τινος, πόλεως ὑπερμαχῶν ὄλωλε τῆσδε Σοφ. Ἀντ. 194, Εὐρ. Φοίν. 1252· σὺ ταῦτα... τοῦδ’ ὑπερμαχεῖς ἐμοί; σὺ οὕτως... εἶσαι ὑπέρμαχος αὐτοῦ κατ’ ἐμοῦ; Σοφ. Αἴ. 1346· πρβλ. ὑπερμάχομαι· (ἐν Λουκ. Ἁλιεῖ 23, πιθαν. διορθωτέον τούτου ἀντὶ τοῦτο)· ἀπολ., ὁ αὐτ. ἐν Διῒ Τραγ. 17. - Ἴδε Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογικὰ τ. 1, σ. 192.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
combattre pour, prendre la défense de, gén..
Étymologie: ὑπέρ, μάχη.

Greek Monotonic

ὑπερμᾰχέω: μέλ. -ήσω, μάχομαι για ή υπέρ, για λογαριασμό κάποιου, τινός, σε Σοφ., Ευρ.· σὺ ταῦτα τοῦδ' ὑπερμαχεῖς ἐμοί; είσαι υπέρμαχος αυτού εναντίον μου;, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

ὑπερμᾰχέω: бороться в защиту (кого-л.) Eur., Luc., Plut.: ὑ. τινός τινι Soph. бороться за кого(что)-л. с кем-л., защищать кого-л. от кого-л.

Middle Liddell

fut. ήσω
to fight for or on behalf of, τινός Soph., Eur.; σὺ ταῦτα τοῦδ' ὑπερμαχεῖς ἐμοί; dost thou fight thus for him against me? Soph.