Μινύαι

From LSJ
Revision as of 19:20, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Μῐνύαι Medium diacritics: Μινύαι Low diacritics: Μινύαι Capitals: ΜΙΝΥΑΙ
Transliteration A: Minýai Transliteration B: Minyai Transliteration C: Minyai Beta Code: *minu/ai

English (LSJ)

[ῠ], οἱ, Minyans, a race of heroes in Orchomenos, Pi.O.14.4, Hdt.1.146; used of the Argonauts, Pi.P.4.69, A.R.1.229, Orph. A.375,al.: in sg. as a hero or god, Ἑρμῇ καὶ Μινύᾳ IG7.3218 (Orchom.): —Adj. Μινύειος [ῠ], α, ον, Minyan, Ὀρχομενὸς Μινύειος Il.2.511, Od.11.284; Ep. Μινυήϊος Il.11.722, Hes.Fr.144.4:—fem. Μινυηΐς, ΐδος, ἡ, A.R.1.233.

French (Bailly abrégé)

ῶν (οἱ) :
les Minyes, tribu éol. primit. en Thessalie, postér. près d'Orchomène en Béotie, descendants de Minyas.
Étymologie:.

Greek (Liddell-Scott)

Μῐνύαι: οἱ, γενεά τις εὐγενῶν ἐν Ὀρχομενῷ, Ἡρόδ. 1. 146, Πίνδ.· καθ’ ἑνικ., ὡς ἥρως τις ἢ θεός, Ἑρμῇ καὶ Μινύᾳ Ἐπιγραφ. Ὀρχομ. παρὰ Keil σ. 77· - ἐπίθ., Μινύειος, α, ον, ὁ εἰς τοὺς Μινύας ἀνήκων, Ὀρχομενὸς Μ. Ἰλ. Β. 511· Ἐπικ. ὡσαύτως Μινυήϊος Λ. 721, Ὀδ. Λ. 283, Ἡσ.· ἀνώμαλ. θηλ. Μινυηΐς, ίδος, ἡ, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 233· - ἴδε Μυλλέρου Orchomenos und die Minyer.

English (Slater)

Μῐνῡαι
a an ancient Boiotian folk, living around Orchomenos. Χάριτες Ἐρχομενοῦ, παλαιγόνων Μινυᾶν ἐπίσκοποι (O. 14.4)
b the Argonauts. μετὰ γὰρ κεῖνο (= τὸ πάγχρυσον νάκος) πλευσάντων Μινυᾶν (P. 4.69)

Greek Monolingual

Μινύαι, αἱ (Α)
1. γενεά ηρώων στον Ορχομενό
2. (στον εν.) ὁ Μινύας
ονομασία ήρωα ή θεού.

Greek Monotonic

Μῐνύαι: οἱ, Μινύες, φυλή ευγενών στον Ορχομενό, σε Ηρόδ. κ.λπ.· επίθ. Μινύειος, , -ον, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Μινύες, σε Ομήρ. Ιλ.· Επικ. επίσης Μινυήϊος, σε Όμηρ.

Russian (Dvoretsky)

Μῐνύαι: ῶν, ион. έων, дор. ᾶν οἱ минии (эолийское племя, жившее сначала в Фессалии, а затем в области Орхомена в Беотии Pind.) Her. etc.

Middle Liddell

Μῐνύαι, ῶν, αἱ,
the Minyans, a race of nobles in Orchomenos, Hdt., etc