σπινθαρίς

From LSJ
Revision as of 08:58, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπινθᾰρίς Medium diacritics: σπινθαρίς Low diacritics: σπινθαρίς Capitals: ΣΠΙΝΘΑΡΙΣ
Transliteration A: spintharís Transliteration B: spintharis Transliteration C: spintharis Beta Code: spinqari/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ,= σπινθήρ, spark, h Ap.442; σπινθάρυξ, ῠγος, ἡ, A.R.4.1544.

German (Pape)

[Seite 921] ίδος, ἡ, = σπινθήρ, H. h. Apoll. 442.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
c. σπινθήρ.

Greek (Liddell-Scott)

σπινθαρίς: -ίδος, ἡ, = σπινθήρ, «σπίθα», Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀπόλλ. 522· σπινθάρυξ, -υγος, ἡ, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1544.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
1. άγνωστο είδος πουλιού που ονομάστηκε έτσι πιθανώς από τη λάμψη που εξέπεμπαν τα μάτια του
2. στον πληθ. αἱ σπινθαρίδες
σπινθήρες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. εκφραστικός τ. του σπινθήρ, με υγρό ένθημα -αρ- και επίθημα -ίς, -ίδoς (πρβλ. ἐσχαρίς). Για το όνομα του πουλιού πρβλ. λατ. spinturnix].

Greek Monotonic

σπινθᾰρίς: -ίδος, ἡ, = σπινθήρ, σπίθα, σπινθήρας, σε Ομηρ. Ύμν.

Russian (Dvoretsky)

σπινθᾰρίς: ίδος (ῐο) ἡ HH = σπινθήρ.

Middle Liddell

σπινθᾰρίς, ίδος, ἡ, = σπινθήρ
a spark, Hhymn.