ἐπιρροίβδην
From LSJ
κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν → bend back along the second turn of the race, turning the bend and coming back for the second leg of the double run, run the homeward course, retrace one's steps
English (LSJ)
Adv. with noisy fury, E.HF860 (troch.).
French (Bailly abrégé)
adv.
de manière à engloutir dans un tourbillon.
Étymologie: ἐπιρροιβδέω.
German (Pape)
herantobend, Eur. Herc.Fur. 860.
Russian (Dvoretsky)
ἐπιρροίβδην: adv. бурно, стремительно, неудержимо (ὁμαρτεῖν τινα Eur.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιρροίβδην: Ἐπίρρ. ὡς τὸ ῥύδην, μετὰ ἠχηρᾶς καὶ μανιώδους ὁρμῆς, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 860.
Greek Monolingual
ἐπιρροίβδην (Α)
επίρρ. με ορμητική επίθεση και θόρυβο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. επιρροίβδην αντί επιρροιβδήδην (επί + ροιβδηδόν «θορυβωδώς»), με συλλαβική ανομοίωση].
Greek Monotonic
ἐπιρροίβδην: (ῥοῖβδος), επίρρ., με μανιώδη ορμή, σε Ευρ.