μελλονικιάω

From LSJ
Revision as of 12:17, 7 November 2024 by Spiros (talk | contribs)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὁ μὲν βίος βραχύς, ἡ δὲ τέχνη μακρή, ὁ δὲ καιρὸς ὀξύς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή → Life is short, art long, opportunity fleeting, experience misleading and judgment difficult

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελλονῑκιάω Medium diacritics: μελλονικιάω Low diacritics: μελλονικιάω Capitals: ΜΕΛΛΟΝΙΚΙΑΩ
Transliteration A: mellonikiáō Transliteration B: mellonikiaō Transliteration C: mellonikiao Beta Code: mellonikia/w

English (LSJ)

delay victory, with a play on the name of Νικίας, the Athenian Cunctator, Ar.Av.640.

German (Pape)

[Seite 125] komisches Wort, mit Anspielung auf den Feldherrn Nikias, der sich dem Feldzuge gegen Sicilien widersetzte, zaudern zu siegen, Ar. Av. 639.

French (Bailly abrégé)

μελλονικιῶ :
remettre pour vaincre (avec jeu de mot sur le nom du général Nicias, qui temporisait toujours).
Étymologie: μέλλω, νίκη-Νικίας.

Russian (Dvoretsky)

μελλονῑκιάω: Νικίας шутл. медлить с победой (как Никий): οὐχὶ νυστάζειν οὐδὲ μ. Arph. не дремать и не тянуть как Никий.

Greek Monolingual

μελλονικιῶ, μελλονικιάω (Α)
(κωμικό λογοπαίγνιο για τον Νικία) αναβάλλω ή προσπαθώ να αποφύγω τη νίκη ως επικεφαλής της εκστρατείας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + Νικίας].

Greek (Liddell-Scott)

μελλονῑκιάω: μέλλω νὰ νικήσω μετὰ λογοπαιγνίου ἐπὶ τοῦ ὀνόματος τοῦ Νικίου, «ὅτι βραδὺς ἦν περὶ τὰς ὀξόδους καὶ ὡς οἱ διαβάλλοντες, οὐχὶ προνοητικὸς ἦν, ἀλλὰ μελλητὴς» (Σχόλ.), Ἀριστοφ. Ὄρν. 639.

Greek Monotonic

μελλονῑκιάω: αναβάλλω την κατάκτηση, την νίκη· λογοπαίγνιο με το όνομα Νικίας, το όνομα του Αθηναίου στρατηγού, σε Αριστοφ.

Middle Liddell

μελλο-νῑκιάω,
to be going to conquer, with a play on the name of Νικίας, the Athenian Cunctator, Ar.