Πολιάς

From LSJ

Κενῆς δὲ δόξης οὐδὲν ἀθλιώτερον → Nihil est inani gloria infelicius → Als leerer Ruhm jedoch ist nichts unseliger

Menander, Monostichoi, 289
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Πολιάς Medium diacritics: Πολιάς Low diacritics: Πολιάς Capitals: ΠΟΛΙΑΣ
Transliteration A: Poliás Transliteration B: Polias Transliteration C: Polias Beta Code: *polia/s

English (LSJ)

Πολιάδος, ἡ, (πόλις) guardian of the city, epithet of Athena, especially in her oldest temple on the Acropolis of Athens, Hdt.5.82, S.Ph. 134, Ar.Av.828, IG12.304.6, etc. (Πολιτίδα is f.l. for Πολιάδα in Din. 1.64); simply ἡ Πολιάς, Luc.Pisc.21, etc.; in other Greek cities, Mnemos.57.208 (Argos, vi B.C., dat. πολιιάδι), IG12(7).386.43 (Amorgos), 12(8).640.37 (Peparethus), etc.; at Troezen, Paus.2.30.6; at Erythrae, Id.7.5.9:—so Πολιᾶτις, ιδος, at Tegea, Id.8.47.5.

French (Bailly abrégé)

άδος
adj. f.
Poliade, càd protectrice de la ville (Athéna).
Étymologie: πόλις.

Greek (Liddell-Scott)

Πολιάς: -άδος, ἡ, (πόλις) ἡ τῆς πόλεως προστάτις, ἐπίθ. τῆς Ἀθηνᾶς τῆς ἐν τῷ ἀρχαιοτάτῳ αὐτῆς ναῷ ἐν τῇ Ἀκροπόλει, κατὰ διαστολὴν ἀπὸ τῆς Ἀθ. Παρθένου καὶ Ἀθ. Προμάχου, Ἡρόδ. 5. 82, Σοφ. Φίλ. 134, Ἀριστοφ. Ὄρν. 828, κτλ.· ἁπλῶςΠολιάς, Λουκ. Ἁλιεὺς 21, κτλ.· πρβλ. Müller εἰς Αἰσχύλ. Εὐμεν. § 30, 67, n. 6, Wordsw. Athens κεφ. 17. Εἶχε τὸ αὐτὸ ὄνομα ἐν πολλαῖς Ἑλληνικαῖς πόλεσιν, ἐν Τροιζῆνι, Παυσ. 2. 30, 6· ἐν Ἐρυθραῖς ὁ αὐτ. 7. 5, 9· οὕτω Πολιᾶτις, ιδος, ἐν Τεγέᾳ, ὁ αὐτ. 8. 47, 5· εὑρίσκομεν δὲ καὶ ἡ Ἀθηνᾶπολῖτις παρὰ τῷ Δεινάρχῳ 98. 19. ― Ἴδε Η. G. Lolling ἐν Ἀθηνᾶς τ. Β΄, σ. 661 ἐν σημ. 4.

English (Slater)

Πολῐᾰς epithet of Athene,
1 guardian of cities ὅσσα τ' ἔριξε λευκωλένῳ ἄκναμπτον Ἥρᾳ μένος ἀντερείδων, ὅσα τε Πολιάδι (sc. Ἀπόλλων) (Pae. 6.89)

Greek Monolingual

-άδος, ἡ, Α
(προσωνυμία της Αθηνάς) η προστάτιδα της πόλης.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < πόλις + επίθημα -άς, -άδος (πρβλ. Παλλάς)].

Greek Monotonic

Πολιάς: -άδος, ἡ (πόλις), πολιούχος, προστάτης πόλης, επίθ. που χρησιμ. για την Αθηνά στον αρχαιότατο ναό της που βρισκόταν στην Ακρόπολη των Αθηνών· διακρίνεται από το Ἀθηνὰ Παρθένος, σε Ηρόδ., Σοφ.

Middle Liddell

Πολιάς, άδος, πόλις
guardian of the city, epithet of Athena in her oldest temple on the Acropolis of Athens, as distinguished from Ἀθ. Παρθένος, Hdt., Soph.

German (Pape)

άδος, ἡ, die Städtische, Stadtbeschützerin; bes. Beiname der Athene in Athen, Soph. Phil. 134, Ar. Av. 828, Her. 5.82 und sonst. S. πολιεύς.