σπανοσιτία

From LSJ

Ἔργων πονηρῶν χεῖρ' ἐλευθέραν ἔχε → Mali facinoris liberam serva manum → Von schlechten Taten halte deine Hände frei

Menander, Monostichoi, 148
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπᾰνοσῑτία Medium diacritics: σπανοσιτία Low diacritics: σπανοσιτία Capitals: ΣΠΑΝΟΣΙΤΙΑ
Transliteration A: spanositía Transliteration B: spanositia Transliteration C: spanositia Beta Code: spanositi/a

English (LSJ)

ἡ, lack of corn or lack of food, X.HG4.8.7, IG22.360.9, Arist.Mir.832a20, Ἀρχ. Ἐφ. 1912.61 (Gonni, iii/ii B.C.): also σπανισιτία, IG11(4).1049 (Delos, iii B.C.).

German (Pape)

[Seite 916] ἡ, Mangel an Getreide u. Fourage; Xen. Hell. 4, 8, 7; D. Sic. 1, 53.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
disette de vivres et de fourrages.
Étymologie: σπάνις, σῖτος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σπανοσιτία -ας, ἡ [σπάνιος, σῖτος] gebrek aan levensmiddelen.

Russian (Dvoretsky)

σπᾰνοσῑτία:недостаток в хлебе, нехватка продовольствия Xen., Arst., Diod.

Greek (Liddell-Scott)

σπᾰνοσῑτία: ἡ, ἔλλειψις σίτου ἢ τροφῆς, Ξεν. Ἑλλ. 4. 8. 7.

Greek Monolingual

και σπανισιτία, ἡ, Α
έλλειψη σιτηρών και, γενικά, τροφής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπάνιος + -σιτία (< σῖτος), πρβλ. ὀλιγοσιτία].

Greek Monotonic

σπᾰνοσῑτία: ἡ (σῖτος), έλλειψη σιτηρών ή τροφίμων, σιτοδεία, σε Ξεν.

Middle Liddell

σπᾰνο-σῑτία, ἡ, σῖτος
lack of corn or food, Xen.