ἀπαντικρύ
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
English (LSJ)
Adv. (in Att. Inscr.
A ἀπαντροκύ IG2.834bi25, cf. 2(5) p.204), strengthened for ἀντικρύ, right opposite, τῆς Ἀττικῆς D.8.36, cf. Hp.Cord.2, Thphr. Char.21.7, Luc.Am.5; ὁ ἀ. λόφος X.HG6.4.4.
2 in the first instance, opp. ἀνὰ χρόνον, Hp.Art.41.
Spanish (DGE)
• Grafía: graf. ἀπαντροκύ IG 22.1672.25 (IV a.C.)
adv.
1 enfrente c. gen. ἀ. τῆς Ἀττικῆς ἐπιτειχίζειν D.8.36, ἀπαντροκὺ τοῦ δολιχοῦ ... οἴκου IG l.c., ἀ. τῆς εἰσόδου προσπατταλεῦσαι Thphr.Char.21.7, ἀ. καθεδοῦμαί σου Luc.Am.5.
2 en sentido contrario c. gen. ἀ. τῆς ἀναπνοῆς φέρεσθαι Hp.Cord.2
•abs. ὁ ἀ. λόφος X.HG 6.4.4, cf. Hp.Art.41.
German (Pape)
[Seite 278] gerade gegenüber, ὁ ἀπ. λόφος Xen. Hell. 6, 4, 4; καθιστάναι τινὰ ἀπ. τινός Dem. 50, 47; Sp., wie Luc. Amor. 5.
French (Bailly abrégé)
adv.
en face.
Étymologie: ἀπό, ἀντικρύ.
Russian (Dvoretsky)
ἀπαντικρύ:
I adv. как раз напротив: ὁ ἀ. Xen. противолежащий.
II в знач. praep. cum gen. (на)против, лицом к лицу Dem., Luc.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπαντῐκρύ: ἐπίρρ. ἐπιτεταμ. ἀντὶ ἀντικρύ, ἀκριβῶς ἀπέναντι, τινὸς Δημ. 99. 1, Λουκ. Ἔρωτ. 5· ὁ ἀπ. λόφος Ξεν. Ἑλλ. 6. 4, 4. 2) σαφῶς, φανερῶς, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 807.
Greek Monolingual
(Α ἀπαντικρύ κ. ἀπάντικρυς) επίρρ.
ακριβώς απέναντι
αρχ.
κατά πρώτον, αρχικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αττικός τ. επιτατικός του αντικρύ
απαντά στις επιγραφές και με τη φωνολογική παραλλαγή απαντρυκύ (πρβλ. καταντικρύ -καταντρυκύ)].
Greek Monotonic
ἀπαντῑκρύ: επίρρ., επιτετ. αντί ἀντικρύ, ακριβώς απέναντι, σε Ξεν.· με γεν., σε Δημ.