ἐκφορτίζομαι

From LSJ

Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος → Concinnat luctus suspicacem et miseria → Leichtgläubig ist ein Mann im Unglück und im Leid

Menander, Monostichoi, 183
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκφορτίζομαι Medium diacritics: ἐκφορτίζομαι Low diacritics: εκφορτίζομαι Capitals: ΕΚΦΟΡΤΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: ekphortízomai Transliteration B: ekphortizomai Transliteration C: ekfortizomai Beta Code: e)kforti/zomai

English (LSJ)

Pass., to be sold for exportation: metaph., to be kidnapped, betrayed, v.l. for ἐμφορτίζομαι, S.Ant.1036.

Spanish (DGE)

1 descargar en v. pas. τὸ πλοῖον Wilcken Chr.273.2.7 (II/III d.C.), fig. πᾶν εἶδος ἀκαθαρσίας σαρκικῆς ... ἐκπεφορτισμένοι Cyr.Al.M.68.777B.
2 transportar, Gloss.2.22.

German (Pape)

[Seite 786] (ausgeführt), verkauft, verrathen werden, Soph. Ant. 1023.

French (Bailly abrégé)

pf. ἐκπεφόρτισμαι;
être rejeté comme un fardeau, être abandonné, trahi.
Étymologie: ἐκ, φόρτος.

Russian (Dvoretsky)

ἐκφορτίζομαι: досл. (о грузе) вывозиться, перен. быть предаваемым: ἐξημπόλημαι κἀκπεφόρτισμαι Soph. меня продали и предали.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκφορτίζομαι: παθ., πωλοῦμαι πρὸς ἐξαγωγήν, μεταφ., ἀπάγομαι, προδίδομαι, ἐξημπόλημαι κἀκπεφόρτισμαι πάλαι Σοφ. Ἀντ. 1036˙ ἀλλ’ ὁ Jebb προτιμᾷ τὴν γραφὴν κἀμπεφόρτισμαι, συμφώνως τῇ πρώτῃ γραφῇ τοῦ Λαυρ. Χειρογρ., ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ.

Greek Monolingual

ἐκφορτίζομαι)
απαλλάσσομαι από τη φόρτιση, από το φορτίο
αρχ.
1. πουλιέμαι για εξαγωγή
2. μτφ. προδίνομαι, απάγομαι
3. ενεργ. εκφορτίζω
ξεφορτώνω από το πλοίο.

Greek Monotonic

ἐκφορτίζομαι: Παθ., πουλιέμαι ως εξαγώγιμο προϊόν, απαγάγομαι, προδίδομαι, σε Σοφ.

Middle Liddell

Pass. to be sold for exportation, to be kidnapped, betrayed, Soph.