γαλακτοκόμος

From LSJ

ἐν μὲν γὰρ εἰρήνῃ καὶ ἀγαθοῖς πράγμασιν αἵ τε πόλεις καὶ οἱ ἰδιῶται ἀμείνους τὰς γνώμας ἔχουσι διὰ τὸ μὴ ἐς ἀκουσίους ἀνάγκας πίπτειν → in peace and prosperity states and individuals have better sentiments, because they do not find themselves suddenly confronted with imperious necessities

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γᾰλακτοκόμος Medium diacritics: γαλακτοκόμος Low diacritics: γαλακτοκόμος Capitals: ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΟΣ
Transliteration A: galaktokómos Transliteration B: galaktokomos Transliteration C: galaktokomos Beta Code: galaktoko/mos

English (LSJ)

ποιμήν, Hsch.

Spanish (DGE)

ποιμήν Hsch.

German (Pape)

[Seite 471] ὁ, Milchwärter, Hirt, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

γαλακτοκόμος: ὁ ποιμήν, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ο
ειδικός τεχνίτης ή επιστήμονας που ασχολείται με τη γαλακτοκομία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γάλα (-κτος) + -κομος < αρχ. κομώ «φροντίζω»].