Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εντελέχεια

From LSJ

Νέµουσι δ' οἴκους καὶ τὰ ναυστολούµενα ἔσω δόµων σῴζουσιν, οὐδ' ἐρηµίᾳ γυναικὸς οἶκος εὐπινὴς οὐδ' ὄλβιος → They manage households, and save what is brought by sea within the home, and no house deprived of a woman can be tidy and prosperous

Euripides, Melanippe Captiva, Fragment 6.11

Greek Monolingual

η (Α ἐντελέχεια)
Ι. (στην αριστοτελική φιλοσοφία)
1. η πράξη που έχει ολοκληρωθεί και η τελειότητα που απορρέει απ' αυτή την ολοκλήρωση
2. η μορφή (είδος) ή η αιτία, ο λόγος που προκαλεί τη μετάβαση από την «δυνάμει» κατάσταση στην «ενεργεία» κατάσταση
ΙΙ. (κατά τον Λάιμπνιτς) όλες οι απλές υποστάσεις ή δημιουργημένες μονάδες, γιατί έχουν μέσα τους μια ορισμένη τελειότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. εντελέχεια προέρχεται από τη φράση εντελές έχειν (πρβλ. νουνέχεια) και όχι από το επίθετο εντελεχής, γιατί τόσο το επίθετο όσο και το επίρρημα εντελεχώς είναι τύποι που δημιουργήθηκαν από σύγχυση της λ. εντελέχεια προς τον τ. ενδελέχεια, -χής, -χώς].