κατανάθεμα

From LSJ

ἐν πιθήκοις ὄντα δεῖ εἶναι πίθηκον → in Rome we do as the Romans do | when in Rome, do as the Romans do | when in Rome, do as the Romans | when in Rome, do like the Romans do | when in Rome | being among monkeys one has to be a monkey

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατανάθεμα Medium diacritics: κατανάθεμα Low diacritics: κατανάθεμα Capitals: ΚΑΤΑΝΑΘΕΜΑ
Transliteration A: katanáthema Transliteration B: katanathema Transliteration C: katanathema Beta Code: katana/qema

English (LSJ)

-ατος, τό, curse, Apoc.22.3; and κατανα-θεμᾰτίζω, curse, Ev.Matt.26.74, both vv.ll. for καταθ-.

German (Pape)

[Seite 1365] τό, Verwünschung gegen Einen, N.T.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
anathème.
Étymologie: κατά, ἀνατίθημι.

Greek (Liddell-Scott)

κατανάθεμα: κατάρα, καταναθεμᾰτίζω, καταρῶμαι, συναπτ. μετὰ τοῦ ὀμνύω, Καιν. Διαθ.· ἀλλ’ ἴδε κατάθεμα.

English (Strong)

from κατά (intensive) and ἀνάθεμα; an imprecation: curse.

English (Thayer)

καταναθεματος, τό, once in see ἀνάθεμα and κατάθεμα. Not found in secular authors.

Greek Monolingual

κατανάθεμα, τὸ (Α)
κατάρα εναντίον κάποιου.

Greek Monotonic

κατανάθεμα: κατάρα, σε Καινή Διαθήκη

Middle Liddell

a curse, NTest.

Chinese

原文音譯:katan£qema 卡特-安那-帖馬
詞類次數:名詞(1)
原文字根:向下-向上-安置(果效) 相當於: (חָרַם‎) (חֵרֶם‎)
字義溯源:咒詛;由(κατά / καθεῖς / καθημέραν / κατακύπτω)*=下,按照)與(ἀνάθεμα)=被革除,受咒詛)組成;其中 (ἀνάθεμα)出自 (ἀνατίθημι)=宣布,而 (ἀνατίθημι)又由(ἀνά)*=上)與(τίθημι)*=設立,安放)組成。參讀 (ἀνάθεμα)同義字
出現次數:總共(1);啓(1)
譯字彙編
1) 咒詛(1) 啓22:3