ὑποστέγω
From LSJ
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
cover up, X.Cyn.5.10; contain, hold, Placit.4.22.2.
French (Bailly abrégé)
cacher en dessous.
Étymologie: ὑπό, στέγω.
German (Pape)
darunter bedecken, verbergen, Xen. Cyn. 5.10.
Russian (Dvoretsky)
ὑποστέγω: прикрывать, закрывать (τι Xen.).
Greek (Liddell-Scott)
ὑποστέγω: κρύπτω, καλύπτω ὑποκάτω, Ξεν. Κυνηγ. 5. 10.
Greek Monolingual
Α
υποστεγάζω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + στέγω «στεγάζω»].
Greek Monotonic
ὑποστέγω: κρύβω, καλύπτω από κάτω, σε Ξεν.
Middle Liddell
to hide under, Xen.