ἀποστατικός: Difference between revisions
νὺξ μὲν ἐμὸν κατέχει ζωῆς φάος ὑπνοδοτείρη → sleep-giving night hath quenched my light of life | sleep-giving night covers my light of life | night, the giver of sleep, holds the light of my life
(big3_6) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[rebelde]], [[subversivo]], [[sedicioso]] θράσος Plu.<i>Rom</i>.7, σάλος Plu.<i>Galb</i>.10<br /><b class="num">•</b>[[dispuesto a la rebelión]] ἐκφερόμενος ... ἀποστατικῷ τρόπῳ <i>PTor.Amenothes</i> 8.68 (II a.C.), [[διάνοια]] Gr.Nyss.<i>Virg</i>.321.24, del pueblo judío σῶμα Meth.M.18.377C, de los ángeles caídos δυνάμεις Gr.Naz.M.36.321A, cf. Iren.Lugd.<i>Haer</i>.1.15.6, Aug.<i>Ciu</i>.12.2<br /><b class="num">•</b>subst. [[apóstata]] Tert.<i>Adu.Marc</i>.4.5<br /><b class="num">•</b>neutr. compar. como adv. ἀποστατικώτερον φρονούντων <i>PLond</i>.354.6 (I a.C.).<br /><b class="num">2</b> ret. [[asindético]] τὰ ἀποστατικὰ σχήματα Aps.259, ὁ λόγος Eust.1389.28, subst. τὸ ἀποστατικόν Hermog.<i>Id</i>.1.10 (p.271).<br /><b class="num">3</b> medic. [[supurativo]] ἐπιπλάσματα Hp.<i>Art</i>.40<br /><b class="num">•</b>[[purulento]] φλεγμοναί Antyll. en Orib.6.1.6, cf. Pelagon.397, <i>Hippiatr.Paris</i>.689, de huesos ἀποστατικὰ γενέσθαι exfoliarse</i> Hp.<i>Fract</i>.25.<br /><b class="num">II</b> adv. <br /><b class="num">1</b> [[con disposición a la revuelta]], [[sediciosamente]] ἀ. ἔχειν Plu.<i>Pel</i>.15, <i>Luc</i>.32, πράττειν Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.124, ταῦτα διαπεπραγμένοι εἰσὶν ἀ. <i>BGU</i> 1253.7 (II a.C.).<br /><b class="num">2</b> ret. [[en uso asindético]] ἀ. ἤγουν ἀσυνδέτως ἐπηνέχθη Eust.635.58. | |dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[rebelde]], [[subversivo]], [[sedicioso]] θράσος Plu.<i>Rom</i>.7, σάλος Plu.<i>Galb</i>.10<br /><b class="num">•</b>[[dispuesto a la rebelión]] ἐκφερόμενος ... ἀποστατικῷ τρόπῳ <i>PTor.Amenothes</i> 8.68 (II a.C.), [[διάνοια]] Gr.Nyss.<i>Virg</i>.321.24, del pueblo judío σῶμα Meth.M.18.377C, de los ángeles caídos δυνάμεις Gr.Naz.M.36.321A, cf. Iren.Lugd.<i>Haer</i>.1.15.6, Aug.<i>Ciu</i>.12.2<br /><b class="num">•</b>subst. [[apóstata]] Tert.<i>Adu.Marc</i>.4.5<br /><b class="num">•</b>neutr. compar. como adv. ἀποστατικώτερον φρονούντων <i>PLond</i>.354.6 (I a.C.).<br /><b class="num">2</b> ret. [[asindético]] τὰ ἀποστατικὰ σχήματα Aps.259, ὁ λόγος Eust.1389.28, subst. τὸ ἀποστατικόν Hermog.<i>Id</i>.1.10 (p.271).<br /><b class="num">3</b> medic. [[supurativo]] ἐπιπλάσματα Hp.<i>Art</i>.40<br /><b class="num">•</b>[[purulento]] φλεγμοναί Antyll. en Orib.6.1.6, cf. Pelagon.397, <i>Hippiatr.Paris</i>.689, de huesos ἀποστατικὰ γενέσθαι exfoliarse</i> Hp.<i>Fract</i>.25.<br /><b class="num">II</b> adv. <br /><b class="num">1</b> [[con disposición a la revuelta]], [[sediciosamente]] ἀ. ἔχειν Plu.<i>Pel</i>.15, <i>Luc</i>.32, πράττειν Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.124, ταῦτα διαπεπραγμένοι εἰσὶν ἀ. <i>BGU</i> 1253.7 (II a.C.).<br /><b class="num">2</b> ret. [[en uso asindético]] ἀ. ἤγουν ἀσυνδέτως ἐπηνέχθη Eust.635.58. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό (ΑΜ [[ἀποστατικός]], -ή, -όν)<br /><b>1.</b> αυτός που ρέπει [[προς]] την [[αποστασία]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει [[τάση]] για σχηματισμό αποστήματος<br /><b>μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «[[ἀποστατικός]] [[λόγος]]» — [[ασύνδετος]] [[λόγος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «ἀποστατικῶς ἔχω» — έχω [[διάθεση]] ή [[είμαι]] [[έτοιμος]] για [[επανάσταση]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:25, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A of or for rebels, rebellious, θράσος Plu. Rom.7. Adv. -κῶς, ἔχειν to be ready for revolt, Id.Pel.15: Comp. -ώτερον, φρονούντων PLond.2.354.6(i B.C.); -κῶς πράττειν τοῦ λόγου Chrysipp. ap. Gal.5.406. II disposed to exfoliate, of bones, Hp. Fract.25, Antyll. ap. Orib.6.1.6. III Rhet., belonging to ἀπόστασις B.1.6; -κόν, τό, Hermog.Id.1.10; σχήματα ibid., Aps.p.259 H.; λόγος Eust.1389.28. Adv. -κῶς Id.635.58.
German (Pape)
[Seite 326] zum Abfallen geneigt, θράσος Plut. Rom. 7; ἀποστατικῶς ἔχειν Pelop. 15.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποστᾰτικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς ἀποστάτας, ἔχων τάσιν πρὸς ἀποστασίαν, θράσος Πλουτ. Ρωμ. 7· οἱ ἀποστατικοί, οἱ ἐπαναστάται, Συλλογ. Ἐπιγρ. 8709: - Ἐπίρρ., ἀποστατικῶς ἔχειν, ἔχειν διάθεσιν ἢ εἶναι ἕτοιμον πρὸς ἐπανάστασιν, Πλουτ. Πελοπ. 15. ΙΙ. ἔχων τάσιν πρὸς σχηματισμὸν ἀποστήματος, Ἱππ. π. Ἀγμ. 767. ΙΙΙ. ἐν τῇ γραμμ. = ἀσύνδετος, Εὐστ. 1389. 28: - Ἐπίρρ. -κῶς ὁ αὐτ. 635. 58.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
séditieux, rebelle.
Étymologie: ἀφίστημι.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
I 1rebelde, subversivo, sedicioso θράσος Plu.Rom.7, σάλος Plu.Galb.10
•dispuesto a la rebelión ἐκφερόμενος ... ἀποστατικῷ τρόπῳ PTor.Amenothes 8.68 (II a.C.), διάνοια Gr.Nyss.Virg.321.24, del pueblo judío σῶμα Meth.M.18.377C, de los ángeles caídos δυνάμεις Gr.Naz.M.36.321A, cf. Iren.Lugd.Haer.1.15.6, Aug.Ciu.12.2
•subst. apóstata Tert.Adu.Marc.4.5
•neutr. compar. como adv. ἀποστατικώτερον φρονούντων PLond.354.6 (I a.C.).
2 ret. asindético τὰ ἀποστατικὰ σχήματα Aps.259, ὁ λόγος Eust.1389.28, subst. τὸ ἀποστατικόν Hermog.Id.1.10 (p.271).
3 medic. supurativo ἐπιπλάσματα Hp.Art.40
•purulento φλεγμοναί Antyll. en Orib.6.1.6, cf. Pelagon.397, Hippiatr.Paris.689, de huesos ἀποστατικὰ γενέσθαι exfoliarse Hp.Fract.25.
II adv.
1 con disposición a la revuelta, sediciosamente ἀ. ἔχειν Plu.Pel.15, Luc.32, πράττειν Chrysipp.Stoic.3.124, ταῦτα διαπεπραγμένοι εἰσὶν ἀ. BGU 1253.7 (II a.C.).
2 ret. en uso asindético ἀ. ἤγουν ἀσυνδέτως ἐπηνέχθη Eust.635.58.
Greek Monolingual
-ή, -ό (ΑΜ ἀποστατικός, -ή, -όν)
1. αυτός που ρέπει προς την αποστασία
2. αυτός που έχει τάση για σχηματισμό αποστήματος
μσν.
φρ. «ἀποστατικός λόγος» — ασύνδετος λόγος
αρχ.
φρ. «ἀποστατικῶς ἔχω» — έχω διάθεση ή είμαι έτοιμος για επανάσταση.