успокаивать: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου → but by the sublimity of thy divine commandments

Source
(7)
 
(DvTab)
 
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[κατασβέννυμι]], [[κατασβεννύω]], [[ἁπαλύνω]], [[ἐξακέομαι]], [[ἐξαπατάω]], [[κατασθηνέω]], [[παραψύχω]], [[ποιμαίνω]], [[καταστέλλω]], [[συγκατακοσμέω]], [[τιθασεύω]], [[καθεψέω]], [[ἐκλεαίνω]], [[διαχέω]], [[εὐνάω]], [[εὐνάζω]], [[ἀποπαύω]], [[ἐξιάομαι]], [[παραθάλπω]], [[πεπαίνω]], [[στορέννυμι]], [[στόρνυμι]], [[στρώννυμι]], [[στρωννύω]], [[ἰσχναίνω]], [[σβέννυμι]], [[σβεννύω]], [[παραμυθέομαι]], [[παραυδάω]], [[παρηγορέω]], [[παρακατέχω]], [[κοιμάω]], [[κοιμέω]], [[κατευνάζω]], [[ἐξιλάσκομαι]], [[καταπραΰνω]], [[ἀφιλάσκομαι]], [[πραΰνω]], [[πρηΰνω]], [[κατηρεμίζω]], [[κατηρεμέω]], [[παρευκηλέω]], [[ἐπιθέλγω]], [[λωφάω]], [[καταστορέννυμι]], [[καταστόρνυμι]]
|rueltext=[[καταπαύω]], [[παύω]], [[ἡσυχάζω]], [[ἱλάσκομαι]], [[ἀμβλύνω]], [[κατασβέννυμι]], [[κατασβεννύω]], [[ἁπαλύνω]], [[ἐξακέομαι]], [[ἐξαπατάω]], [[κατασθηνέω]], [[παραψύχω]], [[ποιμαίνω]], [[καταστέλλω]], [[συγκατακοσμέω]], [[τιθασεύω]], [[καθεψέω]], [[ἐκλεαίνω]], [[διαχέω]], [[εὐνάω]], [[εὐνάζω]], [[ἀποπαύω]], [[ἐξιάομαι]], [[παραθάλπω]], [[πεπαίνω]], [[στορέννυμι]], [[στόρνυμι]], [[στρώννυμι]], [[στρωννύω]], [[ἰσχναίνω]], [[σβέννυμι]], [[σβεννύω]], [[παραμυθέομαι]], [[παραυδάω]], [[παρηγορέω]], [[παρακατέχω]], [[κοιμάω]], [[κοιμέω]], [[κατευνάζω]], [[ἐξιλάσκομαι]], [[καταπραΰνω]], [[ἀφιλάσκομαι]], [[πραΰνω]], [[πρηΰνω]], [[κατηρεμίζω]], [[κατηρεμέω]], [[παρευκηλέω]], [[ἐπιθέλγω]], [[λωφάω]], [[καταστορέννυμι]], [[καταστόρνυμι]], [[ἰαίνω]], [[νουθετέω]]
}}
}}

Latest revision as of 08:00, 15 October 2019