ἀμετάθετος: Difference between revisions
πεσούσης νυκτός, πάσα γυνὴ Λαΐς εστί → at nightfall, every woman is a Laïs | all cats are gray at night | all cats are gray by night | all cats are gray in the dark | all cats are grey at night | all cats are grey by night | all cats are grey in the dark | all women look the same with the lights off | when lights are out all women look the same
m (Text replacement - "'''Étymologie:''' ἀ," to "'''Étymologie:''' ἀ,") |
|||
Line 32: | Line 32: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἀμετάθετος:''' неизменный, непоколебимый ([[διάληψις]] Polyb.; [[εἱμαρμένη]] Plut.; [[πίστις]] Diod.). | |elrutext='''ἀμετάθετος:''' [[неизменный]], [[непоколебимый]] ([[διάληψις]] Polyb.; [[εἱμαρμένη]] Plut.; [[πίστις]] Diod.). | ||
}} | }} | ||
{{Chinese | {{Chinese | ||
|sngr='''原文音譯''':¢met£qetoj 阿-姆他-帖拖士<br />'''詞類次數''':形容詞(2)<br />'''原文字根''':不-同著-安置的<br />'''字義溯源''':不改變的,不更改的;由([[α]] / [[ἄλφα]])= ([[ἄνευ]])*=不)與([[μετατίθημι]])=遷移)組成;而 ([[μετατίθημι]])又由([[μετά]])*=同,在其中)與([[τίθημι]])*=設立,安放)組成。這字兩次使用都譯為:不更改的。神的旨意是不更改的,起誓也是不(能)更改的<br />'''出現次數''':總共(2);來(2)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 不更改的(2) 來6:17; 來6:18 | |sngr='''原文音譯''':¢met£qetoj 阿-姆他-帖拖士<br />'''詞類次數''':形容詞(2)<br />'''原文字根''':不-同著-安置的<br />'''字義溯源''':不改變的,不更改的;由([[α]] / [[ἄλφα]])= ([[ἄνευ]])*=不)與([[μετατίθημι]])=遷移)組成;而 ([[μετατίθημι]])又由([[μετά]])*=同,在其中)與([[τίθημι]])*=設立,安放)組成。這字兩次使用都譯為:不更改的。神的旨意是不更改的,起誓也是不(能)更改的<br />'''出現次數''':總共(2);來(2)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 不更改的(2) 來6:17; 來6:18 | ||
}} | }} |
Revision as of 12:00, 20 August 2022
English (LSJ)
ον, A unalterable, immutable, κατάληψις, of knowledge, Zeno Stoic.1.20; of fate, Chrysipp.ib.2.264, cf. Plb.30.17.2; ἀκίνητα καὶ ἀ. OGI331 (Pergam.), etc. Adv. -τως, διακεῖσθαι D.S.1.83, cf. Ascl.in Metaph. 22.6. 2 Gramm., not inflected, A.D.Synt.322.1.
German (Pape)
[Seite 122] (nicht umzusetzen), unveränderlich, fest, Polyb. διάληψις, Entscheidung, 30, 17, 2 u. öfter; πίστις D. Sic. 1, 23. – Adv. -τως, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμετάθετος: -ον, ὁ μὴ μετατιθέμενος, ἀμετάβλητος, ἀναλλοίωτος, σταθερός, Πολύβ. 2. 32, 5, κτλ. - Ἐπίρρ. -τως Ἐκκλ. Εὐμαθ.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
immuable.
Étymologie: ἀ, μετατίθημι.
Spanish (DGE)
-ον
I 1no cambiado, inmodificado de testamentos (διαθήκη) ἐφ' ᾗ ἀμεταθέτῳ ἀμφότεροι ἐτελεύτησαν POxy.75.15 (II a.C.), cf. 482.35 (II a.C.).
2 de cosas y abstr. inmutable, invariable, incambiable Ἄτροπον δὲ ὅτι ἀ. καὶ ἀμετάβλητός ἐστιν ὁ καθ' ἕκαστα διορισμὸς ἐξ ἀϊδίων χρόνων a Atropo (la llaman asi) porque es invariable e inmodificable en cualquiera de sus detalles la distribución (de los dones del destino) desde la eternidad Chrysipp.Stoic.2.264, ἐπιβολή Plb.2.32.5, διαλήψεις Plb.30.19.2, ἀκίνητα καὶ ἀ. ... τὰ ... πρὸς τὸν θεὸν τίμια IP 248.58 (II a.C.), τὸν νοῦν τῶν ποητῶν Phld.Po.C 9.23, λογισμός LXX 3Ma.5.12, εἱμαρμένην ἀμετάστατον καὶ ἀ. Plu.2.675b, τὰ ... συντεθέντα τῶν μερῶν τοῦ λόγου, καθ' ὃ μέρος ἥνωται, ἀμετάθετά ἐστιν las palabras, compuestas en la parte en que se unen, son invariables (e.d., no cambian), A.D.Synt.322.1, νενομοθέτηκε γὰρ ἡ εἱμαρμένη ἑκάστῳ ἀμετάθετον ἀποτελεσμάτων ἐνέργειαν Vett.Val.219.26, δόγμα θεοῦ PMag.4.529
•subst. τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς la inmutabilidad del consejo (de Dios) Ep.Hebr.6.17
•irrefutable, incontrovertible ἐπιστήμην εἶναι τὴν ἀσφαλῆ καὶ βεβαίαν καὶ ἀ. ὑπὸ λόγου κατάληψιν Zeno Stoic.1.20
•no apaciguable, no dominable ἡ τοῦ πλὴθους ὁρμή Plb.15.32.7, ἡ πρὸς αὑτοὺς ὀργή Plb.23.15.3
•constante ἡ μονάς Dioph.6.6, 8.13
•imposible ἡ ἀπὸ τῶν κρειττόνων ἐπὶ τὰ χείρω μετάνοια Mart.Pol.11.1
•duradero ἐνέργεια PMasp.151.127 (VI a.C.)
•de pers. que no cambia Ἄτροπος Xenocrates 5
•recalcitrante, empecinado LXX 3Ma.5.1, Iust.Phil.Dial.120.5.
3 ἀ. σκηνή una tienda que no cambia de lugar Sm., Thd.Is.33.20.
II adv. -ως inalterable, inmutablemente διάκειται D.S.1.83, ἔχειν Ascl.in Metaph.22.6, Chrys.M.60.584.
English (Strong)
from Α (as a negative particle) and a derivative of μετατίθημι; unchangeable, or (neuter as abstract) unchangeability: immutable(-ility).
English (Thayer)
(μετατίθημι), not transposed, not to be transferred; fixed, unalterable: τό ἀμετάθετον as a substantive, immutability, Polybius, Diodorus, Plutarch.)
Greek Monolingual
-η, -ο (AM ἀμετάθετος, -ον) μετατίθημι
αυτός που δεν μεταβάλλει θέση, που δεν μετατοπίζεται, και αυτός που δεν είναι δυνατόν να μετατοπιστεί, αμετακίνητος, σταθερός
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το αμετάθετο.
Russian (Dvoretsky)
ἀμετάθετος: неизменный, непоколебимый (διάληψις Polyb.; εἱμαρμένη Plut.; πίστις Diod.).
Chinese
原文音譯:¢met£qetoj 阿-姆他-帖拖士
詞類次數:形容詞(2)
原文字根:不-同著-安置的
字義溯源:不改變的,不更改的;由(α / ἄλφα)= (ἄνευ)*=不)與(μετατίθημι)=遷移)組成;而 (μετατίθημι)又由(μετά)*=同,在其中)與(τίθημι)*=設立,安放)組成。這字兩次使用都譯為:不更改的。神的旨意是不更改的,起誓也是不(能)更改的
出現次數:總共(2);來(2)
譯字彙編:
1) 不更改的(2) 來6:17; 來6:18