μελεδωνός: Difference between revisions

From LSJ

τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ et ἡ)<br />qui prend soin de, gardien, gardienne.<br />'''Étymologie:''' [[μέλει]].
|btext=οῦ (ὁ et ἡ)<br />qui prend soin de, gardien, gardienne.<br />'''Étymologie:''' [[μέλει]].
}}
{{elru
|elrutext='''μελεδωνός:''' ὁ и ἡ хранитель(ница), попечитель(ница) (τῶν οἰκιῶν Her.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μελεδωνός:''' ὁ και ἡ ([[μελεδαίνω]]), αυτός που έχει την [[επιμέλεια]] των πάντων, [[διαχειριστής]], [[οικονόμος]], μελεδωνὸς [[τῶν]] οἰκιῶν, ο [[οικονόμος]] του σπιτιού, σε Ηρόδ.· ὁ μελεδωνὸς [[τῶν]] θηρίων, αυτός που φυλάει και φροντίζει τους κροκόδειλους, στον ίδ.· <i>μελεδωνὸς τῆς τροφῆς</i>, αυτός που παρέχει την [[τροφή]] τους, στον ίδ.
|lsmtext='''μελεδωνός:''' ὁ και ἡ ([[μελεδαίνω]]), αυτός που έχει την [[επιμέλεια]] των πάντων, [[διαχειριστής]], [[οικονόμος]], μελεδωνὸς [[τῶν]] οἰκιῶν, ο [[οικονόμος]] του σπιτιού, σε Ηρόδ.· ὁ μελεδωνὸς [[τῶν]] θηρίων, αυτός που φυλάει και φροντίζει τους κροκόδειλους, στον ίδ.· <i>μελεδωνὸς τῆς τροφῆς</i>, αυτός που παρέχει την [[τροφή]] τους, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''μελεδωνός:''' ὁ и ἡ хранитель(ница), попечитель(ница) (τῶν οἰκιῶν Her.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[μελεδωνός]], [[μελεδαίνω]]<br />one who takes [[care]] of [[anything]], a [[manager]], [[keeper]], μ. τῶν οἰκιῶν a [[house]]- [[steward]], Hdt.; ὁ μ. τῶν θηρίων the [[keeper]] of the crocodiles, Hdt.; μ. τῆς τροφῆς one who provides [[their]] [[food]], Hdt.
|mdlsjtxt=[[μελεδωνός]], [[μελεδαίνω]]<br />one who takes [[care]] of [[anything]], a [[manager]], [[keeper]], μ. τῶν οἰκιῶν a [[house]]- [[steward]], Hdt.; ὁ μ. τῶν θηρίων the [[keeper]] of the crocodiles, Hdt.; μ. τῆς τροφῆς one who provides [[their]] [[food]], Hdt.
}}
}}

Revision as of 14:25, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελεδωνός Medium diacritics: μελεδωνός Low diacritics: μελεδωνός Capitals: ΜΕΛΕΔΩΝΟΣ
Transliteration A: meledōnós Transliteration B: meledōnos Transliteration C: meledonos Beta Code: meledwno/s

English (LSJ)

ὁ and ἡ, attendant, guardian, τῶν οἰκίων μ. house-steward, Hdt.3.61; ὁ μ. τῶν θηρίων the keeper of the crocodiles, Id.2.65; μ. τῆς τροφῆς one who provides their food, ibid., cf. 7.31; μ. τῶν χρημάτων ib.38; μελεδωνοὶ τῶν ἱερῶν D.H.1.67; τοῦ τείχους Ael.NA 3.26; μ. λῃστῶν agents of pirates, Philostr.VA3.24; title of public officials in Samos, SIG976.63 (ii B.C.): metaph., of a learned man, πάσης πολύβυβλον ἀφ' ἱστορίης μ. Ath.Mitt.11.428 (Notium).

German (Pape)

[Seite 121] ὁ, u. ἡ, der Besorger, Wächter, Aufseher, τῶν οἰκίων, Her. 3, 61. 63, u. fem., 2, 65; Ael. V. H. 2, 14; μελεδωνοὶ τῶν ἱερῶν, D. Hal. 1, 67.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ et ἡ)
qui prend soin de, gardien, gardienne.
Étymologie: μέλει.

Russian (Dvoretsky)

μελεδωνός: ὁ и ἡ хранитель(ница), попечитель(ница) (τῶν οἰκιῶν Her.).

Greek (Liddell-Scott)

μελεδωνός: ὁ καὶ ἡ, ὁ φροντίζων περί τινος, ἐπιμελητής, φύλαξ, θεράπων, μ. τῶν οἰκιῶν, οἰκονόμος, Ἡρόδ. 3. 61· ὁ μ. τῶν θηρίων, ὁ φύλαξ τῶν κροκοδείλων, ὁ αὐτ. 2. 65· μ. τῆς τροφῆς, ὁ ἐπιμελητὴς τῆς τροφῆς αὐτῶν, αὐτόθι, πρβλ 7. 31, 38· μελεδωνοὶ τῶν ἱερῶν Διον. Ἁλ. 1. 67· οὐχὶ παρὰ τοῖς δοκίμοις τῶν Ἀττ.

Greek Monolingual

μελεδωνός, ὁ και ἡ (Α) μελεδών
1. αυτός που φροντίζει για κάτι ή αυτός που επιμελείται κάτι, φροντιστής, επιμελητής, επιστάτης («τῶν τὸν ἕτερον καταλελοίπεε τῶν οἰκίων μελεδωνὸν ὁ Καμβύσης», Ηρόδ.)
2. μτφ. πολύ μορφωμένος άνθρωπος
3. τίτλος δημόσιου αξιώματος στη Σάμο
4. φρ. α) «θηρίων μελεδωνοί» — τιμητικό κληρονομικό επάγγελμα το οποίο ασκούσαν στην Αίγυπτο άνδρες και γυναίκες, που είχαν ως καθήκον τη φύλαξη ή την επιμέλεια τών κροκοδείλων
β) «μελεδωνὸς τροφῆς» — αυτός που προμήθευε τροφή
γ) «μελεδωνοὶ ληστῶν» — πράκτορες ληστών, ληστοτρόφοι
δ) «μελεδωνοὶ τῶν χρημάτων
οι φύλακες ή οι διαχειριστές τών χρημάτων.

Greek Monotonic

μελεδωνός: ὁ και ἡ (μελεδαίνω), αυτός που έχει την επιμέλεια των πάντων, διαχειριστής, οικονόμος, μελεδωνὸς τῶν οἰκιῶν, ο οικονόμος του σπιτιού, σε Ηρόδ.· ὁ μελεδωνὸς τῶν θηρίων, αυτός που φυλάει και φροντίζει τους κροκόδειλους, στον ίδ.· μελεδωνὸς τῆς τροφῆς, αυτός που παρέχει την τροφή τους, στον ίδ.

Middle Liddell

μελεδωνός, μελεδαίνω
one who takes care of anything, a manager, keeper, μ. τῶν οἰκιῶν a house- steward, Hdt.; ὁ μ. τῶν θηρίων the keeper of the crocodiles, Hdt.; μ. τῆς τροφῆς one who provides their food, Hdt.