Πύθων: Difference between revisions
ἀλλ' ἐπὶ καὶ θανάτῳ φάρμακον κάλλιστον ἑᾶς ἀρετᾶς ἅλιξιν εὑρέσθαι σὺν ἄλλοις → even at the price of death, the fairest way to win his own exploits together with his other companions | but even at the risk of death would find the finest elixir of excellence together with his other companions | but to find, together with other young men, the finest remedy — the remedy of one's own valor — even at the risk of death
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=Python | |Transliteration C=Python | ||
|Beta Code=*pu/qwn | |Beta Code=*pu/qwn | ||
|Definition=[<b class="b3">ῡ], ωνος, ὁ</b>, (cf. [[Πυθώ]]) the serpent | |Definition=[<b class="b3">ῡ], ωνος, ὁ</b>, (cf. [[Πυθώ]]) the serpent ''Python'', slain by Apollo, Ephor.31(b)J., Apollod.1.4.1, Plu.2.293c.<br><span class="bld">II</span> <b class="b3">παιδίσκη ἔχουσα πνεῦμα Πύθωνα</b> a spirit [[of divination]], Act.Ap.16.16.<br><span class="bld">2</span> pl. [[Πύθωνες]], [[ventriloquists]], Plu.2.414e, cf. [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]] | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ωνος (ὁ) :<br />Python, serpent tué par Apollon.<br />'''Étymologie:''' DELG [[Πυθώ]]. | |btext=ωνος (ὁ) :<br />[[Python]], [[serpent tué par Apollon]].<br />'''Étymologie:''' DELG [[Πυθώ]]. | ||
}} | }} | ||
{{StrongGR | {{StrongGR | ||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο, ΝΜΑ, και [[πύθωνας]] Ν<br />τερατόμορφο [[φίδι]] το οποίο εξολοθρεύθηκε από τον Απόλλωνα και το οποίο σχετίζεται άμεσα με την εγκαθίδρυσή του στους Δελφούς και την [[απαρχή]] της [[εκεί]] λατρείας του<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ζωολ.</b> (στον τ. <i>πύθων</i>) [[γένος]] νυκτόβιων φιδιών σφιγκτήρων της οικογένειας boidae, που απαντούν στις τροπικές και εύκρατες περιοχές της Αφρικής, της Ασίας και της Αυστραλίας<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[εγγαστρίμυθος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «πνεῦμα Πύθωνος» — μαντικό [[πνεύμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Παράλληλος τ. του [[Πυθώ]] με [[επίθημα]] -<i>ων</i>, -<i>ωνος</i> ( | |mltxt=ο, ΝΜΑ, και [[πύθωνας]] Ν<br />τερατόμορφο [[φίδι]] το οποίο εξολοθρεύθηκε από τον Απόλλωνα και το οποίο σχετίζεται άμεσα με την εγκαθίδρυσή του στους Δελφούς και την [[απαρχή]] της [[εκεί]] λατρείας του<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ζωολ.</b> (στον τ. <i>πύθων</i>) [[γένος]] νυκτόβιων φιδιών σφιγκτήρων της οικογένειας boidae, που απαντούν στις τροπικές και εύκρατες περιοχές της Αφρικής, της Ασίας και της Αυστραλίας<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[εγγαστρίμυθος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «πνεῦμα Πύθωνος» — μαντικό [[πνεύμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Παράλληλος τ. του [[Πυθώ]] με [[επίθημα]] -<i>ων</i>, -<i>ωνος</i> ([[πρβλ]]. [[Γνάθων]]). Ο τ. ως νεοελλ. [[επιστημονικός]] όρος [[είναι]] αντιδάνεια λ., <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>python</i>]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext= | |elnltext=Πύθων -ωνος, ὁ Python, slang die door Apollo gedood is; als adj.: ἔχειν πνεῦμα πύθωνα goddelijke inspiratie hebben NT Act. Ap. 16.16. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=Πύ¯θων, ωνος, ὁ, [cf. [[Πυθώ]]<br /><b class="num">I.</b> the [[serpent]] [[Python]], [[slain]] by [[Apollo]].<br /><b class="num">II.</b> [[πνεῦμα]] Πύθωνος a [[spirit]] of [[divination]], NTest.: ventriloquists (ἐγγαστρίμυθοἰ were called Πύθωνες, Plut. | |mdlsjtxt=Πύ¯θων, ωνος, ὁ, [cf. [[Πυθώ]]<br /><b class="num">I.</b> the [[serpent]] [[Python]], [[slain]] by [[Apollo]].<br /><b class="num">II.</b> [[πνεῦμα]] Πύθωνος a [[spirit]] of [[divination]], NTest.: ventriloquists (ἐγγαστρίμυθοἰ were called Πύθωνες, Plut. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 15:56, 24 August 2023
English (LSJ)
[ῡ], ωνος, ὁ, (cf. Πυθώ) the serpent Python, slain by Apollo, Ephor.31(b)J., Apollod.1.4.1, Plu.2.293c.
II παιδίσκη ἔχουσα πνεῦμα Πύθωνα a spirit of divination, Act.Ap.16.16.
2 pl. Πύθωνες, ventriloquists, Plu.2.414e, cf. Hsch.
French (Bailly abrégé)
ωνος (ὁ) :
Python, serpent tué par Apollon.
Étymologie: DELG Πυθώ.
English (Strong)
from Putho (the name of the region where Delphi, the seat of the famous oracle, was located); a Python, i.e. (by analogy, with the supposed diviner there) inspiration (soothsaying): divination.
Greek Monolingual
ο, ΝΜΑ, και πύθωνας Ν
τερατόμορφο φίδι το οποίο εξολοθρεύθηκε από τον Απόλλωνα και το οποίο σχετίζεται άμεσα με την εγκαθίδρυσή του στους Δελφούς και την απαρχή της εκεί λατρείας του
νεοελλ.
ζωολ. (στον τ. πύθων) γένος νυκτόβιων φιδιών σφιγκτήρων της οικογένειας boidae, που απαντούν στις τροπικές και εύκρατες περιοχές της Αφρικής, της Ασίας και της Αυστραλίας
μσν.-αρχ.
εγγαστρίμυθος
αρχ.
φρ. «πνεῦμα Πύθωνος» — μαντικό πνεύμα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Παράλληλος τ. του Πυθώ με επίθημα -ων, -ωνος (πρβλ. Γνάθων). Ο τ. ως νεοελλ. επιστημονικός όρος είναι αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. python].
Greek Monotonic
Πύθων: [ῡ], -ωνος, ὁ (πρβλ. Πυθώ),·
I. το φίδι Πύθωνας, το οποίο φονεύτηκε από τον Απόλλωνα.
II. πνεῦμα Πείθωνος, το πνεύμα της μαντείας, σε Καινή Διαθήκη· οι ἐγγαστρίμυθοι ονομάζονταν Πύθωνες, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
Πύθων: ωνος (ῡ) ὁ Пифон
1 баснословный змей, убитый Аполлоном там, где впоследствии был воздвигнут храм Аполлона Дельфийского Plut.;
2 чревовещатель Plut.;
3 полководец Александра Македонского Plut.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
Πύθων -ωνος, ὁ Python, slang die door Apollo gedood is; als adj.: ἔχειν πνεῦμα πύθωνα goddelijke inspiratie hebben NT Act. Ap. 16.16.
Middle Liddell
Πύ¯θων, ωνος, ὁ, [cf. Πυθώ
I. the serpent Python, slain by Apollo.
II. πνεῦμα Πύθωνος a spirit of divination, NTest.: ventriloquists (ἐγγαστρίμυθοἰ were called Πύθωνες, Plut.