κυμινοδόκον: Difference between revisions

From LSJ

ξεῖν’, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι. → Go tell the Spartans, stranger passing by, that here, obedient to their laws, we lie.

Simonides of Kea
(22)
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kyminodokon
|Transliteration C=kyminodokon
|Beta Code=kuminodo/kon
|Beta Code=kuminodo/kon
|Definition=τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">box for cummin, spice-box</b>, placed on the table like a salt-cellar, <span class="bibl">Nicoch.2</span>:—also κῠμῑνο-δόκη, ἡ, <span class="bibl">Apollod.Gel.2</span>; κῠμῑνο-δόχη, ἡ, <span class="bibl">Poll.10.93</span>; κῠμῑνο-θήκη, ἡ, Demioprat.ibid.</span>
|Definition=τό, [[box for cummin]], [[spice-box]], placed on the table like a salt-cellar, Nicoch.2:—also [[κυμινοδόκη]], ἡ, Apollod.Gel.2; κῠμῑνο-δόχη, ἡ, Poll.10.93; κυμινοθήκη, ἡ, Demioprat.ibid.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κῠμῑνοδόκον''': τό, [[δοχεῖον]] κυμίνου τιθέμενον ἐπὶ τῆς τραπέζης ὡς [[σήμερον]] τὸ ἁλατοδοχεῖον, Νικοχάρης ἐν «Γαλατείᾳ» 1· [[ὡσαύτως]] κυμινοδόκη, ἡ, Ἀπολλόδ. ἐν «Γραμματειδιοποιῷ» 1· ― [[θήκη]], ἡ, [[Πολυδ]]. Ι΄, 93.
|lstext='''κῠμῑνοδόκον''': τό, [[δοχεῖον]] κυμίνου τιθέμενον ἐπὶ τῆς τραπέζης ὡς [[σήμερον]] τὸ ἁλατοδοχεῖον, Νικοχάρης ἐν «Γαλατείᾳ» 1· [[ὡσαύτως]] κυμινοδόκη, ἡ, Ἀπολλόδ. ἐν «Γραμματειδιοποιῷ» 1· ― [[θήκη]], ἡ, Πολυδ. Ι΄, 93.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κυμινοδόκον]], τὸ (Α)<br />[[δοχείο]] που περιείχε [[κύμινο]] και τοποθετούνταν στο [[τραπέζι]] όπως η [[αλατιέρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κύμινον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δόκον</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δέχομαι]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>μελανο</i>-<i>δόκον</i>].
|mltxt=[[κυμινοδόκον]], τὸ (Α)<br />[[δοχείο]] που περιείχε [[κύμινο]] και τοποθετούνταν στο [[τραπέζι]] όπως η [[αλατιέρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κύμινον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δόκον</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δέχομαι]]), [[πρβλ]]. [[μελανοδόκον]]].
}}
{{pape
|ptext=[ῑ], τό, = [[κυμινοδόχη]], Nicochar. bei Poll. 10.93.
}}
}}

Latest revision as of 10:57, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῠμῑνοδόκον Medium diacritics: κυμινοδόκον Low diacritics: κυμινοδόκον Capitals: ΚΥΜΙΝΟΔΟΚΟΝ
Transliteration A: kyminodókon Transliteration B: kyminodokon Transliteration C: kyminodokon Beta Code: kuminodo/kon

English (LSJ)

τό, box for cummin, spice-box, placed on the table like a salt-cellar, Nicoch.2:—also κυμινοδόκη, ἡ, Apollod.Gel.2; κῠμῑνο-δόχη, ἡ, Poll.10.93; κυμινοθήκη, ἡ, Demioprat.ibid.

Greek (Liddell-Scott)

κῠμῑνοδόκον: τό, δοχεῖον κυμίνου τιθέμενον ἐπὶ τῆς τραπέζης ὡς σήμερον τὸ ἁλατοδοχεῖον, Νικοχάρης ἐν «Γαλατείᾳ» 1· ὡσαύτως κυμινοδόκη, ἡ, Ἀπολλόδ. ἐν «Γραμματειδιοποιῷ» 1· ― θήκη, ἡ, Πολυδ. Ι΄, 93.

Greek Monolingual

κυμινοδόκον, τὸ (Α)
δοχείο που περιείχε κύμινο και τοποθετούνταν στο τραπέζι όπως η αλατιέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύμινον + -δόκον (< δέχομαι), πρβλ. μελανοδόκον].

German (Pape)

[ῑ], τό, = κυμινοδόχη, Nicochar. bei Poll. 10.93.