μήνυτρον: Difference between revisions

From LSJ

Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut

Menander, Monostichoi, 234
(8)
 
m (Text replacement - "attic" to "Attic")
 
(23 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=μήνυτρον
|Full diacritics=μήνῡτρον
|Medium diacritics=μήνυτρον
|Medium diacritics=μήνυτρον
|Low diacritics=μήνυτρον
|Low diacritics=μήνυτρον
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=minytron
|Transliteration C=minytron
|Beta Code=mh/nutron
|Beta Code=mh/nutron
|Definition=τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">reward for information</b>, h.Merc.264, 364, <span class="bibl"><span class="title">PCair.Zen.</span>489.9</span> (iii B. C.): in Att. only pl. <b class="b3">μήνυτρα</b>, <span class="bibl">Th.6.27</span>, <span class="bibl">Phryn.Com.58</span>, prob. in S.<span class="title">Ichn.</span>81, etc.; <b class="b3">μήνυτρα κεκηρυγμένα</b> <b class="b2">reward</b> offered, <span class="bibl">And.1.40</span>.</span>
|Definition=τό, [[reward for information]], h.Merc.264, 364, ''PCair.Zen.''489.9 (iii B. C.): in Att. only pl. [[μήνυτρα]], Th.6.27, Phryn.Com.58, prob. in S.''Ichn.''81, etc.; <b class="b3">μήνυτρα κεκηρυγμένα</b> [[reward]] [[offer]]ed, And.1.40.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0175.png Seite 175]] τό, Lohn für die Anzeige, H. h. Mer, . 264. 364; der auf die Entdeckung eines Verbrechens gesetzte Preis, μεγάλοις μηνύτροις [[δημοσίᾳ]] ἐζητοῦντο οἱ δράσαντες, Thuc. 6, 27; Andoc. 1, 27; Lys. 6, 43 u. Sp., wie Luc. Fugit. 29.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />[[récompense à un dénonciateur]].<br />'''Étymologie:''' [[μηνύω]].
}}
{{elru
|elrutext='''μήνῡτρον:''' τό тж. pl. награда за сообщение, плата за донос HH, Thuc. etc.
}}
{{ls
|lstext='''μήνῡτρον''': τό, ([[μηνύω]]) ἀμοιβὴ ἐπὶ μηνύσει, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 264, 364· ― παρ’ Ἀττ. μόνον πληθ. μήνυτρα, Θουκ. 6. 27, Φρύνιχ. Κωμ. ἐν Ἀδήλ. 2, κτλ.· μήνυτρα κηρύσσειν Ἀνδοκ. 6. 23· πρβλ. Böckh P. Ε. 1. 332.
}}
{{grml
|mltxt=[[μήνυτρον]], τὸ (Α)<br /><b>συν. στον πληθ.</b> <i>τὰ μήνυτρα</i><br />α) χρηματικές αμοιβές για [[μήνυση]], [[δηλαδή]] για [[πληροφορία]] που δόθηκε<br />β) τα χρήματα που προσφέρονταν για τη [[σύλληψη]] επικηρυγμένου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μηνύω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τρον</i> ([[πρβλ]]. [[κάλυπτρον]], [[μέτρον]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μήνῡτρον:''' τό, [[τίμημα]] που καταβάλλεται για μια [[πληροφορία]], [[αμοιβή]], σε Ομηρ. Ύμν.· στην Αττ. μόνο πληθ.· <i>μήνυτρα</i>, σε Θουκ. κ.λπ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=μήνῡτρον, ου, τό,<br />the [[price]] of [[information]], [[reward]], Hhymn.:—in Attic only pl. μήνυτρα, Thuc., etc.
}}
{{mantoulidis
|mantxt=τό (=[[ἀμοιβή]] γιά μήνυση), ἀπό τό [[μηνύω]], ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.
}}
}}

Latest revision as of 13:03, 21 September 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μήνῡτρον Medium diacritics: μήνυτρον Low diacritics: μήνυτρον Capitals: ΜΗΝΥΤΡΟΝ
Transliteration A: mḗnytron Transliteration B: mēnytron Transliteration C: minytron Beta Code: mh/nutron

English (LSJ)

τό, reward for information, h.Merc.264, 364, PCair.Zen.489.9 (iii B. C.): in Att. only pl. μήνυτρα, Th.6.27, Phryn.Com.58, prob. in S.Ichn.81, etc.; μήνυτρα κεκηρυγμένα reward offered, And.1.40.

German (Pape)

[Seite 175] τό, Lohn für die Anzeige, H. h. Mer, . 264. 364; der auf die Entdeckung eines Verbrechens gesetzte Preis, μεγάλοις μηνύτροις δημοσίᾳ ἐζητοῦντο οἱ δράσαντες, Thuc. 6, 27; Andoc. 1, 27; Lys. 6, 43 u. Sp., wie Luc. Fugit. 29.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
récompense à un dénonciateur.
Étymologie: μηνύω.

Russian (Dvoretsky)

μήνῡτρον: τό тж. pl. награда за сообщение, плата за донос HH, Thuc. etc.

Greek (Liddell-Scott)

μήνῡτρον: τό, (μηνύω) ἀμοιβὴ ἐπὶ μηνύσει, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 264, 364· ― παρ’ Ἀττ. μόνον πληθ. μήνυτρα, Θουκ. 6. 27, Φρύνιχ. Κωμ. ἐν Ἀδήλ. 2, κτλ.· μήνυτρα κηρύσσειν Ἀνδοκ. 6. 23· πρβλ. Böckh P. Ε. 1. 332.

Greek Monolingual

μήνυτρον, τὸ (Α)
συν. στον πληθ. τὰ μήνυτρα
α) χρηματικές αμοιβές για μήνυση, δηλαδή για πληροφορία που δόθηκε
β) τα χρήματα που προσφέρονταν για τη σύλληψη επικηρυγμένου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μηνύω + επίθημα -τρον (πρβλ. κάλυπτρον, μέτρον].

Greek Monotonic

μήνῡτρον: τό, τίμημα που καταβάλλεται για μια πληροφορία, αμοιβή, σε Ομηρ. Ύμν.· στην Αττ. μόνο πληθ.· μήνυτρα, σε Θουκ. κ.λπ.

Middle Liddell

μήνῡτρον, ου, τό,
the price of information, reward, Hhymn.:—in Attic only pl. μήνυτρα, Thuc., etc.

Mantoulidis Etymological

τό (=ἀμοιβή γιά μήνυση), ἀπό τό μηνύω, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.