σιτομέτρης: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν πολλαχῶς λέγεται → the term being and the term one are used in many ways, one and being have various meanings, one and being have many senses

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
m (Text replacement - "Arist.''Pol.''" to "Arist.''Pol.''")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=sitometris
|Transliteration C=sitometris
|Beta Code=sitome/trhs
|Beta Code=sitome/trhs
|Definition=ου, ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[one who measures and deals out corn]] or [[provisions]], PTeb.701.296 (iii B.C.), <span class="bibl"><span class="title">Sammelb.</span>4623</span> (ii/i B.C.). </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> [[magistrate who inspected corn-measures]], <span class="bibl">Hyp.<span class="title">Fr.</span>271a</span>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">Pol.</span> 1299a23</span>.</span>
|Definition=σιτομέτρου, ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[one who measures and deals out corn]] or [[provisions]], PTeb.701.296 (iii B.C.), ''Sammelb.''4623 (ii/i B.C.).<br><span class="bld">2</span> [[magistrate who inspected corn-measures]], Hyp.''Fr.''271a, [[Aristotle|Arist.]]''[[Politica|Pol.]]'' 1299a23.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=σιτομέτρης -ου, ὁ &#91;[[σῖτος]], [[μέτρον]]] [[inspecteur van de graanrantsoenen]].
|elnltext=σιτομέτρης -ου, ὁ &#91;[[σῖτος]], [[μέτρον]]] [[inspecteur van de graanrantsoenen]].
}}
}}
{{elru
{{elru

Latest revision as of 17:30, 21 November 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῑτομέτρης Medium diacritics: σιτομέτρης Low diacritics: σιτομέτρης Capitals: ΣΙΤΟΜΕΤΡΗΣ
Transliteration A: sitométrēs Transliteration B: sitometrēs Transliteration C: sitometris Beta Code: sitome/trhs

English (LSJ)

σιτομέτρου, ὁ,
A one who measures and deals out corn or provisions, PTeb.701.296 (iii B.C.), Sammelb.4623 (ii/i B.C.).
2 magistrate who inspected corn-measures, Hyp.Fr.271a, Arist.Pol. 1299a23.

German (Pape)

[Seite 885] ὁ, 1) der Getreide, übh. Lebensmittel zumißt, austheilt, Proviantmeister? – 2) eine Obrigkeit, die auf Richtigkeit der Getreidemaaße zu sehen hat; Arist. pol. 4, 15; Hyperid. bei Poll. 7, 18.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
inspecteur des mesures pour le blé.
Étymologie: σῖτος, μέτρον.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σιτομέτρης -ου, ὁ [σῖτος, μέτρον] inspecteur van de graanrantsoenen.

Russian (Dvoretsky)

σῑτομέτρης: ου ὁ ситометр (должностное лицо по наблюдению за правильностью продовольственных мер и пайков) Arst.

Greek Monolingual

ὁ, Α
1. αυτός που μετρούσε και μοίραζε τις μερίδες ψωμιού και άλλων τροφίμων
2. ο αρμόδιος να ελέγχει την ακρίβεια τών μέτρων τών σιτηρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σῖτος + -μέτρης (< μέτρον)].

Greek Monotonic

σῑτομέτρης: -ου, ὁ (μετρέω), αυτός που ζυγίζει και μοιράζει σιτάρι ή δημητριακά· αξιωματούχος επιφορτισμένος με την επιθεώρηση των σταθμών (των μέτρων) των σιτηρών, σε Αριστ.

Greek (Liddell-Scott)

σῑτομέτρης: -ου, ὁ, ὁ μετρῶν καὶ παρέχων μερίδας σίτου ἢ τροφῶν, τροφοδότης, Βυζ. 2) ὑπάλληλος ἔχων ἔργον νὰ ἐπιθεωρῇ τὰ μέτρα τοῦ σίτου, Ὑπερείδ. παρὰ Πολυδ. Ζ΄, 18, Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 15, 3. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 292.

Middle Liddell

σῑτο-μέτρης, ου, ὁ, μετρέω
one who measures out corn: a magistrate who had to inspect the corn measures, Arist.