ἔμπροσθεν: Difference between revisions
ὃς ἂν βούληται τῆν γῆν κινῆσαι κινησάτω τὸ πρῶτον ἑαυτόν → let him that would move the world first move himself
(6_23) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἔμπροσθεν''': καὶ πρὸ συμφώνων [[ἐνίοτε]] ἔμπροσθε, Ἡρόδ. 7. 144, Ἰσοκρ. 415C, Συλλ. Ἐπιγρ. 2353 κ. ἀλλ.· ἴδε Λεξικ. Πλατ. τοῦ Ast.· καὶ παρὰ ποιηταῖς [[χάριν]] τοῦ μέτρου, ἐπὶ τῶν ἔμπροσθε Σειρηνῶν Ἡγήσιππος ἐν «Ἀδελφοῖς» 1. 20· ἀλλ’ ἔμπροσθε δεῖ Νικόμαχ. ἐν «Εἰλειθυίᾳ» 1. 14, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 590. Ι. Ἐπίρρ.: 1) τόπου, [[ἔμπροσθεν]], ἐμπρός, Ἡρόδ. 7. 126, Ξεν. Κύρ. 4. 2, 23· τὸ καὶ τὰ [[ἔμπροσθεν]], ὡς καὶ νῦν, Ἡρόδ. 5. 62, κτλ.· εἰς τὸ ἔμπ., πρὸς τὰ ἐμπρός, ὁ αὐτ. 4. 61., 8. 89· ἐκ τοῦ ἔμπρ. στῆναι, [[ἔμπροσθεν]], [[ἀπέναντι]], Ξεν. Κύρ. 2. 2, 6. 2) ἐπὶ χρόνου πρότερον, προτήτερα, πρό, Πλάτ. Φαῖδρ. 277D, κτλ.· οὕτω, τὰ ἔμπρ. ὁ αὐτ. Γοργ. 448Ε· ὁ, ἡ, τὸ ἔμπ., ὁ [[πρότερος]], ὁ προτήτερος, ὁ ἀρχαιότερος, ὁ αὐτ. Νόμ. 773Ε, κτλ. ΙΙ. ὡς [[πρόθεσις]] [[μετὰ]] γεν., ἐνώπιόν τινος, Λατ. ante: 1) ἐπὶ τόπου, ἐμπρ. αὐτῆς (ἐνν. τῆς νηὸς) Ἡρόδ. 8. 87, πρβλ. 2. 110, κτλ. 2) ἐπὶ χρόνου, ἐμπρ. ταύτης (ἐνν. τῆς γνώμης) ὁ αὐτ. 7. 144· ἔμπρ. [[εἶναι]] τῶν πραγμάτων, προηγεῖσθαι τῶν πραγμάτων, Δημ. 51. 15. 3) ἐπὶ βαθμοῦ, ἔμπ. τοῦ δικαίου, προτιμώμενος τοῦ δικαίου, ὁ αὐτ. 1297. 26. | |lstext='''ἔμπροσθεν''': καὶ πρὸ συμφώνων [[ἐνίοτε]] ἔμπροσθε, Ἡρόδ. 7. 144, Ἰσοκρ. 415C, Συλλ. Ἐπιγρ. 2353 κ. ἀλλ.· ἴδε Λεξικ. Πλατ. τοῦ Ast.· καὶ παρὰ ποιηταῖς [[χάριν]] τοῦ μέτρου, ἐπὶ τῶν ἔμπροσθε Σειρηνῶν Ἡγήσιππος ἐν «Ἀδελφοῖς» 1. 20· ἀλλ’ ἔμπροσθε δεῖ Νικόμαχ. ἐν «Εἰλειθυίᾳ» 1. 14, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 590. Ι. Ἐπίρρ.: 1) τόπου, [[ἔμπροσθεν]], ἐμπρός, Ἡρόδ. 7. 126, Ξεν. Κύρ. 4. 2, 23· τὸ καὶ τὰ [[ἔμπροσθεν]], ὡς καὶ νῦν, Ἡρόδ. 5. 62, κτλ.· εἰς τὸ ἔμπ., πρὸς τὰ ἐμπρός, ὁ αὐτ. 4. 61., 8. 89· ἐκ τοῦ ἔμπρ. στῆναι, [[ἔμπροσθεν]], [[ἀπέναντι]], Ξεν. Κύρ. 2. 2, 6. 2) ἐπὶ χρόνου πρότερον, προτήτερα, πρό, Πλάτ. Φαῖδρ. 277D, κτλ.· οὕτω, τὰ ἔμπρ. ὁ αὐτ. Γοργ. 448Ε· ὁ, ἡ, τὸ ἔμπ., ὁ [[πρότερος]], ὁ προτήτερος, ὁ ἀρχαιότερος, ὁ αὐτ. Νόμ. 773Ε, κτλ. ΙΙ. ὡς [[πρόθεσις]] [[μετὰ]] γεν., ἐνώπιόν τινος, Λατ. ante: 1) ἐπὶ τόπου, ἐμπρ. αὐτῆς (ἐνν. τῆς νηὸς) Ἡρόδ. 8. 87, πρβλ. 2. 110, κτλ. 2) ἐπὶ χρόνου, ἐμπρ. ταύτης (ἐνν. τῆς γνώμης) ὁ αὐτ. 7. 144· ἔμπρ. [[εἶναι]] τῶν πραγμάτων, προηγεῖσθαι τῶν πραγμάτων, Δημ. 51. 15. 3) ἐπὶ βαθμοῦ, ἔμπ. τοῦ δικαίου, προτιμώμενος τοῦ δικαίου, ὁ αὐτ. 1297. 26. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv. et prép.</i><br />en avant, avant :<br /><b>1</b> <i>avec idée de lieu</i> devant, en avant ; τὸ <i>ou</i> τὰ [[ἔμπροσθεν]] HDT le devant, le front (d’une troupe, <i>etc.</i>) ; [[ἐκ]] [[τοῦ]] [[ἔμπροσθεν]] [[στῆναι]] XÉN se tenir en face ; [[εἰς]] τὸ [[ἔμπροσθεν]] HDT se diriger en avant ; ἔμπροσθέν τινος HDT en avant de qch;<br /><b>2</b> <i>avec idée de temps</i> auparavant : ὁ [[ἔμπροσθεν]] [[χρόνος]] XÉN le temps antérieur ; ἑτέρη [[γνώμη]] [[ἔμπροσθεν]] [[ταύτης]] HDT l’autre avis antérieur à celui-ci ; [[ἔμπροσθεν]] [[εἶναι]] [[τῶν]] πραγμάτων DÉM devancer les événements, les prévenir pour les diriger.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[πρόσθεν]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:54, 9 August 2017
English (LSJ)
sts. also ἔμπροσθε Hdt.5.62, 7.144, al., Isoc.Ep.4.10, in Poets metri gr., Hegesipp.Com.1.20, Nicom.Com. 1.14, A.R.4.590: neither form in Hom. or Trag., τοὔμπροσθεν dub. in E.Hipp.1228. I Adv., 1 of Place, before, in front, Hdt.7.126, X.Cyr.4.2.23; τὸ and τὰ ἔ. the front, the foreside, Id.HG2.3.55, Hdt.5.62, etc.; εἰς τὸ ἔ. forwards, Id.4.61; στὰς ἐκ τοῦ ἔ. in front, opposite, X.Cyr.2.2.6: metaph., εἰστοὔμπ. προελθεῖν Isoc.l.c. 2 of Time, before, of old, Pl.Phdr.277d, etc.; τὰ ἔ. Id.Grg.448e; τὰ ἔ. τούτων ῥηθέντα Id.Lg.773e; οἱ ἔ. our ancestors, Id.Plt.296a, Hegesipp. l.c.; οἱ ἔ. Χρόνοι PPetr.2p.19 (iii B. C.), etc. II as Prep. c. gen., before, in front of, 1 of Place, ἐ. αὐτῆς (sc. τῆς νηός) Hdt.8.87, cf.2.110, etc. 2 of Time, ἔ. ταύτης (sc. τῆς γνώμης) Id.7.144; ἔ. εἶναι τῶν πραγμάτων to be beforehand with events, D.4.39. 3 of Degree, ἔ. τοῦ δικαίου preferred before justice, Id.56.50.
German (Pape)
[Seite 817] vor Consonanten auch ἔμπροσθε, – 1) vom Orte, vorn, voran, vor, Her. u. Folgde; προπορεύεσθαι ἔμπρ., vorwärts, Xen. Cyr. 4, 2, 23; c. gen., ἔμπρ. θυρῶν Ar. Vesp. 871; τινὸς τάττειν Plat. Legg. I, 631 d, Ggstz ὕστερον; ἡ ἔαπρ. Εὐρώπη, der vordere Theil von Europa, Her. 7, 126; öfter mit dem Artikel, ῥίπτει αὐτὰ ἐς τὰ ἔμπρ., vor sich hin, 4, 61, τὸ ἔμπρ. τοῦ βουλευτηρίου Xen. Hell. 2, 3, 23, ἐκ τοῦ ἔμπρ., gegenüber, Cyr. 2, 2, 6, ἐν τῷ ἔμπρ. εἶναι Πρωταγόρου Plat. Prot. 315 b, πρόϊθί γε ἔτι εἰς τοὔμπροσθεν, gehe noch weiter vor, Gorg. 497 a (wie ὕπαγ' εἰς τοὔμπροσθεν Eupol bei Ammon. v. ὑπάγειν), einen Vorzug bedeutet. σωφροσύνης ἔμπρ. ὑγίειαν ποιῶν τιμίαν Legg. V, 743. e; τὰς αἰτίας τὰς τῶν ἠδικηκότων ἔμπρ. εἶναι τοῦ δικαίου, überwiegen das Recht, Dem. 56, 50; aber ἔμπ. εἶναι τῶν πραγμάτων, im Ggstz von ἀκολουθεῖν αὐτοῖς, 4, 39, den Ereignissen zuvorkommen. – 2) von der Zeit, zuvor, vorher; ἔμπροσθε ταύτης τῆς γνώμης Her. 7, 144; τὰ λεχθέντα ὀλίγον ἔμπρ., das kurz zuvor Gesagte, Plat. Phaedr. 277 d; ὁ ἔμπρ. λόγος ibd.; τὰ ἔμπρ. τούτων ῥηθέντα Legg. VI, 773 e; ἐν τῷ ἔμπροσθεν, im Vorhergehenden, Plat. oft u. A.; οἱ ἔμπρ., die Vorfahren, Polit. 296 a; ὁ ἔμπρ. χρόνος Xen. Mem. 4, 8, 2; ὁ ἔμπρ., der ehemalige, Hegesipp. Ath. VII, 290 b. – 3) Bei Sp. ist ἔμπρ. = später, nachher im Buche, weiter unten; vgl. Lob. Phyrn. p. 11.
Greek (Liddell-Scott)
ἔμπροσθεν: καὶ πρὸ συμφώνων ἐνίοτε ἔμπροσθε, Ἡρόδ. 7. 144, Ἰσοκρ. 415C, Συλλ. Ἐπιγρ. 2353 κ. ἀλλ.· ἴδε Λεξικ. Πλατ. τοῦ Ast.· καὶ παρὰ ποιηταῖς χάριν τοῦ μέτρου, ἐπὶ τῶν ἔμπροσθε Σειρηνῶν Ἡγήσιππος ἐν «Ἀδελφοῖς» 1. 20· ἀλλ’ ἔμπροσθε δεῖ Νικόμαχ. ἐν «Εἰλειθυίᾳ» 1. 14, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 590. Ι. Ἐπίρρ.: 1) τόπου, ἔμπροσθεν, ἐμπρός, Ἡρόδ. 7. 126, Ξεν. Κύρ. 4. 2, 23· τὸ καὶ τὰ ἔμπροσθεν, ὡς καὶ νῦν, Ἡρόδ. 5. 62, κτλ.· εἰς τὸ ἔμπ., πρὸς τὰ ἐμπρός, ὁ αὐτ. 4. 61., 8. 89· ἐκ τοῦ ἔμπρ. στῆναι, ἔμπροσθεν, ἀπέναντι, Ξεν. Κύρ. 2. 2, 6. 2) ἐπὶ χρόνου πρότερον, προτήτερα, πρό, Πλάτ. Φαῖδρ. 277D, κτλ.· οὕτω, τὰ ἔμπρ. ὁ αὐτ. Γοργ. 448Ε· ὁ, ἡ, τὸ ἔμπ., ὁ πρότερος, ὁ προτήτερος, ὁ ἀρχαιότερος, ὁ αὐτ. Νόμ. 773Ε, κτλ. ΙΙ. ὡς πρόθεσις μετὰ γεν., ἐνώπιόν τινος, Λατ. ante: 1) ἐπὶ τόπου, ἐμπρ. αὐτῆς (ἐνν. τῆς νηὸς) Ἡρόδ. 8. 87, πρβλ. 2. 110, κτλ. 2) ἐπὶ χρόνου, ἐμπρ. ταύτης (ἐνν. τῆς γνώμης) ὁ αὐτ. 7. 144· ἔμπρ. εἶναι τῶν πραγμάτων, προηγεῖσθαι τῶν πραγμάτων, Δημ. 51. 15. 3) ἐπὶ βαθμοῦ, ἔμπ. τοῦ δικαίου, προτιμώμενος τοῦ δικαίου, ὁ αὐτ. 1297. 26.
French (Bailly abrégé)
adv. et prép.
en avant, avant :
1 avec idée de lieu devant, en avant ; τὸ ou τὰ ἔμπροσθεν HDT le devant, le front (d’une troupe, etc.) ; ἐκ τοῦ ἔμπροσθεν στῆναι XÉN se tenir en face ; εἰς τὸ ἔμπροσθεν HDT se diriger en avant ; ἔμπροσθέν τινος HDT en avant de qch;
2 avec idée de temps auparavant : ὁ ἔμπροσθεν χρόνος XÉN le temps antérieur ; ἑτέρη γνώμη ἔμπροσθεν ταύτης HDT l’autre avis antérieur à celui-ci ; ἔμπροσθεν εἶναι τῶν πραγμάτων DÉM devancer les événements, les prévenir pour les diriger.
Étymologie: ἐν, πρόσθεν.