ἀριστίνδην: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
(3)
 
m (Text replacement - "Arist.''Pol.''" to "Arist.''Pol.''")
 
(19 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=aristindin
|Transliteration C=aristindin
|Beta Code=a)risti/ndhn
|Beta Code=a)risti/ndhn
|Definition=[ᾰ], Adv., (ἄριστος) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">according to birth</b> or <b class="b2">merit</b>, αἱρεῖσθαι <span class="title">IG</span>1.61, cf.9(1).333.12 (Locr.<b class="b3">-δαν</b>), Lexap.<span class="bibl">D.43.57</span>, Theopomp. Hist.217a; Ἀθηναίων πολλοὺς ἀπολέσαντες ἀ. καὶ τῶν συμμάχων <span class="bibl">And. 3.30</span>, cf. <span class="bibl">Isoc.4.146</span>, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Lg.</span>855c</span>; κατ' ἐκλογὴν . κεκριμένοι <span class="bibl">Plb.6.10.9</span>; opp. <b class="b3">πλουτίνδην</b>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">Pol.</span>1273a23</span>, cf. <span class="bibl"><span class="title">Ath.</span>3.1</span>, <span class="bibl">Plu.<span class="title">Lys.</span>13</span>.</span>
|Definition=[ᾰ], Adv., ([[ἄριστος]]) [[according to birth]] or [[merit]], αἱρεῖσθαι ''IG''1.61, cf.9(1).333.12 (Locr.-δαν), Lexap.D.43.57, Theopomp. Hist.217a; Ἀθηναίων πολλοὺς ἀπολέσαντες ἀ. καὶ τῶν συμμάχων And. 3.30, cf. Isoc.4.146, [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''855c; κατ' ἐκλογὴν ἀ. κεκριμένοι Plb.6.10.9; opp. [[πλουτίνδην]], [[Aristotle|Arist.]]''[[Politica|Pol.]]''1273a23, cf. ''Ath.''3.1, Plu.''Lys.''13.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Alolema(s):</b> dór. ἀριστίνδα <i>IG</i> 7.188.9 (Pagas III a.C.); ἀριστίνδαν <i>IG</i> 9<sup>2</sup>.(1).717.12 (Calion V a.C.)<br />adv. <br /><b class="num">1</b> [[en razón de su nobleza]] αἱρεῖσθαι ἀ. <i>IG</i> 1<sup>3</sup>.104.19 (V a.C.), 9<sup>2</sup>.(1).717.12, Ley en D.43.57, op. [[πλουτίνδην]] Arist.<i>Pol</i>.1273<sup>a</sup>23, <i>IG</i> 7.l.c., Plu.2.154c, <i>Lys</i>.13<br /><b class="num">•</b>op. [[κατὰ ψῆφον]] Philostr.<i>VA</i> 3.30, πολλοὺς ἀπολέσαντες ἀ. And.3.30.<br /><b class="num">2</b> [[en razón de su valia]] Isoc.4.146, Theopomp.Hist.224, Pl.<i>Lg</i>.855c, Plb.6.10.9.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0352.png Seite 352]] nach der Güte der Herkunft, nach dem Adel des Geschlechts, οὐκ [[ἀριστίνδην]] ἐπειλεγμένοι Isocr. 4, 146; πολλοὺς [[ἀριστίνδην]] ὀλέσαντες Andoc. 3, 30; Plut. Sol. 12; übh. τὸ τῶν ἀρχόντων ἀρ. ἀπομερισθὲν [[δικαστήριον]] Plat. Legg. IX, 855 c, wo die Besten ausgewählt sind; αἱρεῖσθαι Dem. 43, 57; Pol. 6, 10, 9; ἀπεδείκνυε τοὺς ἄρχοντας ἀρ. Plut. Lys. 13.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />par rang de noblesse <i>ou</i> de mérite.<br />'''Étymologie:''' [[ἄριστος]], -δην.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀριστίνδην:''' (ᾰ) adv. по (признаку) знатности или по достоинству (ἐπιλέγεσθαι Isocr.; ἀπομερίζεσθαι Plat.; αἱρεῖσθαι Arst., Dem., Polyb.; ἀποδεικνύναι τοὺς ἄρχοντας Plut.).
}}
{{ls
|lstext='''ἀριστίνδην''': ἐπίρρ. (ἄριστος) κατ’ ἀξίαν, κατ’ ἐκλογὴν τοῦ ἀρίστου, Ἀνδοκ. 27. 22, Ἰσοκρ. 71Β, Πλάτ. Νόμ. 855C· κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[πλουτίνδην]], Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 11, 3 καὶ 8· παραπλήσιον τῷ κατ’ ἀρετὴν [[αὐτόθι]] 9· ἤ κατ’ ἀξίαν 3. 5, 5· πρβλ. [[ἀριστοκρατία]].
}}
{{grml
|mltxt=(AM [[ἀριστίνδην]]) <b>επίρρ.</b><br />σύμφωνα με την [[αξία]] του αρίστου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> «[[αριστίνδην]] [[βουλευτής]], [[γερουσιαστής]]» — σύμφωνα με την [[αξία]], [[εκλογή]] από τους καλύτερους<br /><b>2.</b> <b>εκκλ.</b> [[συγκρότηση]] της Ιεράς Συνόδου από μητροπολίτες που προέρχονται από την ελεύθερη [[επιλογή]] του Οικουμενικού πατριάρχη ή της κρατικής εξουσίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άριστος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ίνδην</i> ([[παρέκταση]] επιρρηματικού σχηματισμού σε -<i>ιν</i> <span style="color: red;"><</span> ΙΕ. -<i>in</i> ή -<i>im</i>)<br />[[πρβλ]]. [[πλουτίνδην]].
}}
}}

Latest revision as of 17:34, 21 November 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀριστίνδην Medium diacritics: ἀριστίνδην Low diacritics: αριστίνδην Capitals: ΑΡΙΣΤΙΝΔΗΝ
Transliteration A: aristíndēn Transliteration B: aristindēn Transliteration C: aristindin Beta Code: a)risti/ndhn

English (LSJ)

[ᾰ], Adv., (ἄριστος) according to birth or merit, αἱρεῖσθαι IG1.61, cf.9(1).333.12 (Locr.-δαν), Lexap.D.43.57, Theopomp. Hist.217a; Ἀθηναίων πολλοὺς ἀπολέσαντες ἀ. καὶ τῶν συμμάχων And. 3.30, cf. Isoc.4.146, Pl.Lg.855c; κατ' ἐκλογὴν ἀ. κεκριμένοι Plb.6.10.9; opp. πλουτίνδην, Arist.Pol.1273a23, cf. Ath.3.1, Plu.Lys.13.

Spanish (DGE)

• Alolema(s): dór. ἀριστίνδα IG 7.188.9 (Pagas III a.C.); ἀριστίνδαν IG 92.(1).717.12 (Calion V a.C.)
adv.
1 en razón de su nobleza αἱρεῖσθαι ἀ. IG 13.104.19 (V a.C.), 92.(1).717.12, Ley en D.43.57, op. πλουτίνδην Arist.Pol.1273a23, IG 7.l.c., Plu.2.154c, Lys.13
op. κατὰ ψῆφον Philostr.VA 3.30, πολλοὺς ἀπολέσαντες ἀ. And.3.30.
2 en razón de su valia Isoc.4.146, Theopomp.Hist.224, Pl.Lg.855c, Plb.6.10.9.

German (Pape)

[Seite 352] nach der Güte der Herkunft, nach dem Adel des Geschlechts, οὐκ ἀριστίνδην ἐπειλεγμένοι Isocr. 4, 146; πολλοὺς ἀριστίνδην ὀλέσαντες Andoc. 3, 30; Plut. Sol. 12; übh. τὸ τῶν ἀρχόντων ἀρ. ἀπομερισθὲν δικαστήριον Plat. Legg. IX, 855 c, wo die Besten ausgewählt sind; αἱρεῖσθαι Dem. 43, 57; Pol. 6, 10, 9; ἀπεδείκνυε τοὺς ἄρχοντας ἀρ. Plut. Lys. 13.

French (Bailly abrégé)

adv.
par rang de noblesse ou de mérite.
Étymologie: ἄριστος, -δην.

Russian (Dvoretsky)

ἀριστίνδην: (ᾰ) adv. по (признаку) знатности или по достоинству (ἐπιλέγεσθαι Isocr.; ἀπομερίζεσθαι Plat.; αἱρεῖσθαι Arst., Dem., Polyb.; ἀποδεικνύναι τοὺς ἄρχοντας Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀριστίνδην: ἐπίρρ. (ἄριστος) κατ’ ἀξίαν, κατ’ ἐκλογὴν τοῦ ἀρίστου, Ἀνδοκ. 27. 22, Ἰσοκρ. 71Β, Πλάτ. Νόμ. 855C· κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ πλουτίνδην, Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 11, 3 καὶ 8· παραπλήσιον τῷ κατ’ ἀρετὴν αὐτόθι 9· ἤ κατ’ ἀξίαν 3. 5, 5· πρβλ. ἀριστοκρατία.

Greek Monolingual

(AM ἀριστίνδην) επίρρ.
σύμφωνα με την αξία του αρίστου
νεοελλ.
1. «αριστίνδην βουλευτής, γερουσιαστής» — σύμφωνα με την αξία, εκλογή από τους καλύτερους
2. εκκλ. συγκρότηση της Ιεράς Συνόδου από μητροπολίτες που προέρχονται από την ελεύθερη επιλογή του Οικουμενικού πατριάρχη ή της κρατικής εξουσίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άριστος + -ίνδην (παρέκταση επιρρηματικού σχηματισμού σε -ιν < ΙΕ. -in ή -im)
πρβλ. πλουτίνδην.