πρόοδος: Difference between revisions

m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (LSJ1 replacement)
 
(14 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=proodos
|Transliteration C=proodos
|Beta Code=pro/odos
|Beta Code=pro/odos
|Definition=ον, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[going before]]: οἱ π. <b class="b2">advance-party of soldiers</b>, <span class="bibl">X.<span class="title">Eq.Mag.</span> 4.5</span>. Adv. <b class="b3">-ωτέρως</b> [[progressively]], Zos.Alch.<span class="bibl">p.158B.</span></span><br /><span class="bld">πρόοδος</span>, ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[going on]], [[advance]], <span class="bibl">Emp.84.1</span>, <span class="bibl">X.<span class="title">HG</span>3.4.15</span>: metaph., [[progress]], <span class="bibl">Plot.5.2.1</span>; ἐκ δυνάμεως εἰς ἐνέργειαν <span class="bibl">Id.6.3.22</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[coming out]] of a house, <span class="bibl">Luc.<span class="title">Nec.</span>12</span>; [[appearance in public]], <span class="bibl">Id.<span class="title">Somn.</span> 9</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> [[procession]], <span class="bibl">J.<span class="title">AJ</span>18.4.6</span>, lamb.post Polem.<span class="bibl">p.49</span> Hinck, <span class="bibl">Hdn.2.4.1</span>, <span class="bibl">Plot.5.5.3</span> (pl.), <span class="title">SIG</span>900.13 (Panamara, iv A.D.). </span><span class="sense"><span class="bld">3</span> [[proceeding forth]], [[emanation]], <span class="bibl">Plot.8.5.6</span>, etc.; ἡ ἀφ' ἑνὸς πάντων π. <span class="bibl">Procl. <span class="title">in Cra.</span>p.2</span> P.; opp. <b class="b3">μονή, ἐπιστροφή</b>, <span class="bibl">Dam.<span class="title">Pr.</span>72</span>, al.: pl., <span class="bibl">Porph.<span class="title">Sent.</span>24</span>; <b class="b3">π. κρύφιοι</b>, opp. [[ἐγκόσμιοι]], <span class="bibl">Procl. <span class="title">in Cra.</span>p.107</span> P. </span><span class="sense"><span class="bld">4</span> musical [[progression]], lamb.<span class="title">VP</span>26.120 (pl.). </span><span class="sense"><span class="bld">5</span> mathematical [[progression]], <span class="bibl">Plot.6.3.12</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">6</span> = [[interrogatio]], Gloss.</span>
|Definition=πρόοδον, [[going before]]: οἱ πρόοδοι [[advance-party of soldiers]], X.''Eq.Mag.'' 4.5. Adv. [[προοδωτέρως]] = [[progressively]], Zos.Alch.p.158B.ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[going on]], [[advance]], Emp.84.1, X.''HG''3.4.15: metaph., [[progress]], Plot.5.2.1; ἐκ δυνάμεως εἰς ἐνέργειαν Id.6.3.22.<br><span class="bld">II</span> [[coming out]] of a [[house]], Luc.''Nec.''12; [[appearance in public]], Id.''Somn.'' 9.<br><span class="bld">2</span> [[procession]], J.''AJ''18.4.6, lamb.post Polem.p.49 Hinck, Hdn.2.4.1, Plot.5.5.3 (pl.), ''SIG''900.13 (Panamara, iv A.D.).<br><span class="bld">3</span> [[proceeding forth]], [[emanation]], Plot.8.5.6, etc.; ἡ ἀφ' ἑνὸς πάντων πρόοδος Procl. ''in Cra.''p.2 P.; opp. [[μονή]], [[ἐπιστροφή]], Dam.''Pr.''72, al.: pl., Porph.''Sent.''24; <b class="b3">πρόοδοι κρύφιοι</b>, opp. [[ἐγκόσμιος|ἐγκόσμιοι]], Procl. ''in Cra.''p.107 P.<br><span class="bld">4</span> musical [[progression]], lamb.''VP''26.120 (pl.).<br><span class="bld">5</span> [[mathematical]] [[progression]], Plot.6.3.12.<br><span class="bld">6</span> = [[interrogatio]], ''Glossaria''.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0737.png Seite 737]] ἡ, Fortgang, das Vorrücken, Xen. Hell. 3, 4, 15; der Auszug aus dem Lager, der [[εἴσοδος]] entgeggstzt, Pol. 14, 1, 3. vorausgehend, vorherwandernd, Vorläufer, bes. auf dem Marsche dem Heere vorangehend, Xen. mag. equ. 4, 5.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0737.png Seite 737]] ἡ, [[Fortgang]], das [[Vorrücken]], Xen. Hell. 3, 4, 15; der Auszug aus dem Lager, der [[εἴσοδος]] entgeggstzt, Pol. 14, 1, 3. [[vorausgehend]], [[vorherwandernd]], [[Vorläufer]], bes. auf dem Marsche dem Heere vorangehend, Xen. mag. equ. 4, 5.
}}
}}
{{ls
{{bailly
|lstext='''πρόοδος''': -ον, ὁ προπορευόμενος· οἱ πρόοδοι, [[σῶμα]] στρατιωτῶν προπορευόμενον, [[προφυλακή]], Ξεν. Ἱππαρχ. 4, 5.
|btext=ου (ἡ) :<br /><b>1</b> [[marche en avant]], [[progrès]];<br /><b>2</b> [[action de sortir]], [[de se produire en public]].<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[ὁδός]].
}}
{{elnl
|elnltext=πρό-οδος -ου, ἡ het verder gaan, voortgang:. πρόοδον νοέων van plan op pad te gaan Emp. B 84.1; ἐπὶ προόδῳ voor de verdere tocht Xen. Hell. 3.4.15. openbare verschijning, opkomst:. τὴν πρόοδον αὐτοῦ περιμένοντες wachtend totdat hij tevoorschijn kwam Luc. 38.12; εὐτελὴς τὴν πρόοδον onopvallend qua verschijning Luc. 32.9.
}}
}}
{{bailly
{{elru
|btext=ου () :<br /><b>1</b> marche en avant, progrès;<br /><b>2</b> action de sortir, de se produire en public.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[ὁδός]].
|elrutext='''πρόοδος:'''<br /><b class="num">I</b> ἡ<br /><b class="num">1</b> [[движение вперед]], [[продвижение]] Xen.: ἐν τῇ προόδῳ τοῦ ἔτους Arst. по мере истечения года;<br /><b class="num">2</b> [[жизненный путь]]: εὐτελὴς τὴν πρόοδον Luc. обездоленный;<br /><b class="num">3</b> [[выход]] (τὴν πρόοδόν τινος περιμένειν Luc.);<br /><b class="num">4</b> [[место выхода]] (αἱ πρόοδοι καὶ αἱ εἴσοδοι Polyb.).<br /><b class="num">II</b> ὁ [[передовой разведчик]], [[дозорный]] Xen.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />η, ΝΜΑ 1. [[πορεία]] [[προς]] τα [[εμπρός]]<br /><b>2.</b> [[προαγωγή]], [[ευδοκίμηση]], [[εξέλιξη]] [[προς]] το καλύτερο, [[προκοπή]], [[βελτίωση]] (α. «η [[πρόοδος]] της επιστήμης, και της τεχνολογίας» β. «ταῑς ἐκ δόξης εἰς δόξαν προόδοις», <b>Γρηγ. Ναζ.</b><br />γ. «[[πρόοδος]] ἐκ δυνάμεως εἰς ἐνέργειαν», Πλωτίν.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(φιλοσ.)</b> [[κατεύθυνση]] του ιστορικού [[γίγνεσθαι]] που δηλώνει την ανοδική [[πορεία]] τών πραγμάτων, αντικειμένων και συστημάτων και τη μετάβασή τους σε [[σημεία]], καταστάσεις και επίπεδα ποιοτικώς ανώτερα<br /><b>2.</b> <b>μαθημ.</b> <b>φρ.</b> α) «αριθμητική [[πρόοδος]]» — [[σειρά]] αριθμών, από τους οποίους ο [[καθένας]] προκύπτει από τον προηγούμενό του με [[πρόσθεση]] του ίδιου [[πάντοτε]] αριθμού, που ονομάζεται [[λόγος]], όπως π.χ. 2, 4, 6, 8, 10...<br />β) «[[γεωμετρική]] [[πρόοδος]]» — [[σειρά]] αριθμών από τους οποίους ο [[καθένας]] προκύπτει από τον προηγούμενο με πολλαπλασιασμό επί τον ίδιο [[πάντοτε]] αριθμό, τον λόγο, όπως λ.χ. 2, 4, 8, 16...<br />γ) «αύξουσα αριθμητική [[πρόοδος]]» — αριθμητική [[πρόοδος]] της οποίας οι όροι αυξάνουν, [[γιατί]] ο [[λόγος]] [[είναι]] [[θετικός]] [[αριθμός]]<br />δ) «φθίνουσα αριθμητική [[πρόοδος]]» — αριθμητική [[πρόοδος]] της οποίας οι όροι μικραίνουν, [[γιατί]] ο [[λόγος]] [[είναι]] [[αρνητικός]] [[αριθμός]]<br />ε) «αύξουσα [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]]» — [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]] της οποίας ο [[λόγος]] [[είναι]] [[αριθμός]] μεγαλύτερος της μονάδας<br />στ) «φθίνουσα [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]]» — [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]] της οποίας ο [[λόγος]] [[είναι]] [[θετικός]] [[αριθμός]], [[μικρότερος]] της μονάδας<br /><b>4.</b> (με αρνητ. σημ.) [[εξέλιξη]] [[προς]] το χειρότερο, [[επιδείνωση]] (α. «η [[πρόοδος]] της νόσου συνεχίζεται»)<br /><b>5.</b> <b>στρ.</b> η [[προφυλακή]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[έξοδος]] από τον τάφο, [[ανάσταση]]<br /><b>2.</b> [[έξοδος]] από τη ζωή, [[θάνατος]]<br /><b>3.</b> [[εμφάνιση]] στη ζωή, [[παρουσία]]<br /><b>4.</b> νομική [[διαδικασία]]<br /><b>5.</b> [[βλαστός]], [[κλάδος]]<br /><b>6.</b> [[είσοδος]] κτηρίου<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> το να βγαίνει [[κανείς]] έξω, [[κυρίως]] από το [[σπίτι]] του, στον δρόμο (α. «πολλοὶ μὲν ἐπὶ τῶν πυλώνων παρειστήκεσαν τὴν πρόοδον αὐτοῦ περιμένοντες», Λουκ.<br />β. «τὰς [[προόδους]] αὐτοῦ καὶ τὰς εἰσόδους καὶ τὸν χαρακτῆρα τοῦ βίου», Ειρην.)<br /><b>2.</b> [[δημόσια]] [[εμφάνιση]], [[εμφάνιση]] στο κοινό (α. «τὴν πρόοδον τῶν ἀποστόλων», Ευσ.<br />β. «ταπεινὸς τὴν γνώμην, εὐτελὴς δὲ τὴν πρόοδον», Λουκ.)<br /><b>3.</b> [[πομπή]] («ἔν τε ταῑς προόδοις... πρᾱον καὶ ἥμερον [[ἦθος]] ἐπεδείκνυτο», <b>Ηρωδιαν.</b>)<br /><b>4.</b> η [[εκπόρευση]], η [[προέλευση]], η [[πηγή]] από την οποία προέρχεται [[κανείς]] ή [[κάτι]] («μίαν φύσιν θεότητος ἀνάρχῳ καὶ γεννήσει καὶ προόδῳ γνωριζομένην», <b>Γρηγ. Ναζ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[ερώτηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὁδός]] (<b>πρβλ.</b> <i>μέθ</i>-<i>οδος</i>, [[περί]]-<i>οδος</i>)].<br /> <b>(II)</b><br />-ον, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[πρόοδος]]<br />ο [[πρόδρομος]]<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το αρσ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>οἱ πρόοδοι</i><br />οι στρατιώτες που αποτελούσαν την [[εμπροσθοφυλακή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὁδός]]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />η, ΝΜΑ 1. [[πορεία]] [[προς]] τα [[εμπρός]]<br /><b>2.</b> [[προαγωγή]], [[ευδοκίμηση]], [[εξέλιξη]] [[προς]] το καλύτερο, [[προκοπή]], [[βελτίωση]] (α. «η [[πρόοδος]] της επιστήμης, και της τεχνολογίας» β. «ταῖς ἐκ δόξης εἰς δόξαν προόδοις», <b>Γρηγ. Ναζ.</b><br />γ. «[[πρόοδος]] ἐκ δυνάμεως εἰς ἐνέργειαν», Πλωτίν.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(φιλοσ.)</b> [[κατεύθυνση]] του ιστορικού [[γίγνεσθαι]] που δηλώνει την ανοδική [[πορεία]] τών πραγμάτων, αντικειμένων και συστημάτων και τη μετάβασή τους σε [[σημεία]], καταστάσεις και επίπεδα ποιοτικώς ανώτερα<br /><b>2.</b> <b>μαθημ.</b> <b>φρ.</b> α) «αριθμητική [[πρόοδος]]» — [[σειρά]] αριθμών, από τους οποίους ο [[καθένας]] προκύπτει από τον προηγούμενό του με [[πρόσθεση]] του ίδιου [[πάντοτε]] αριθμού, που ονομάζεται [[λόγος]], όπως π.χ. 2, 4, 6, 8, 10...<br />β) «[[γεωμετρική]] [[πρόοδος]]» — [[σειρά]] αριθμών από τους οποίους ο [[καθένας]] προκύπτει από τον προηγούμενο με πολλαπλασιασμό επί τον ίδιο [[πάντοτε]] αριθμό, τον λόγο, όπως λ.χ. 2, 4, 8, 16...<br />γ) «αύξουσα αριθμητική [[πρόοδος]]» — αριθμητική [[πρόοδος]] της οποίας οι όροι αυξάνουν, [[γιατί]] ο [[λόγος]] [[είναι]] [[θετικός]] [[αριθμός]]<br />δ) «φθίνουσα αριθμητική [[πρόοδος]]» — αριθμητική [[πρόοδος]] της οποίας οι όροι μικραίνουν, [[γιατί]] ο [[λόγος]] [[είναι]] [[αρνητικός]] [[αριθμός]]<br />ε) «αύξουσα [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]]» — [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]] της οποίας ο [[λόγος]] [[είναι]] [[αριθμός]] μεγαλύτερος της μονάδας<br />στ) «φθίνουσα [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]]» — [[γεωμετρική]] [[πρόοδος]] της οποίας ο [[λόγος]] [[είναι]] [[θετικός]] [[αριθμός]], [[μικρότερος]] της μονάδας<br /><b>4.</b> (με αρνητ. σημ.) [[εξέλιξη]] [[προς]] το χειρότερο, [[επιδείνωση]] (α. «η [[πρόοδος]] της νόσου συνεχίζεται»)<br /><b>5.</b> <b>στρ.</b> η [[προφυλακή]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[έξοδος]] από τον τάφο, [[ανάσταση]]<br /><b>2.</b> [[έξοδος]] από τη ζωή, [[θάνατος]]<br /><b>3.</b> [[εμφάνιση]] στη ζωή, [[παρουσία]]<br /><b>4.</b> νομική [[διαδικασία]]<br /><b>5.</b> [[βλαστός]], [[κλάδος]]<br /><b>6.</b> [[είσοδος]] κτηρίου<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> το να βγαίνει [[κανείς]] έξω, [[κυρίως]] από το [[σπίτι]] του, στον δρόμο (α. «πολλοὶ μὲν ἐπὶ τῶν πυλώνων παρειστήκεσαν τὴν πρόοδον αὐτοῦ περιμένοντες», Λουκ.<br />β. «τὰς [[προόδους]] αὐτοῦ καὶ τὰς εἰσόδους καὶ τὸν χαρακτῆρα τοῦ βίου», Ειρην.)<br /><b>2.</b> [[δημόσια]] [[εμφάνιση]], [[εμφάνιση]] στο κοινό (α. «τὴν πρόοδον τῶν ἀποστόλων», Ευσ.<br />β. «ταπεινὸς τὴν γνώμην, εὐτελὴς δὲ τὴν πρόοδον», Λουκ.)<br /><b>3.</b> [[πομπή]] («ἔν τε ταῖς προόδοις... πρᾱον καὶ ἥμερον [[ἦθος]] ἐπεδείκνυτο», <b>Ηρωδιαν.</b>)<br /><b>4.</b> η [[εκπόρευση]], η [[προέλευση]], η [[πηγή]] από την οποία προέρχεται [[κανείς]] ή [[κάτι]] («μίαν φύσιν θεότητος ἀνάρχῳ καὶ γεννήσει καὶ προόδῳ γνωριζομένην», <b>Γρηγ. Ναζ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[ερώτηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὁδός]] (<b>πρβλ.</b> <i>μέθ</i>-<i>οδος</i>, [[περί]]-<i>οδος</i>)].<br /> <b>(II)</b><br />-ον, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[πρόοδος]]<br />ο [[πρόδρομος]]<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το αρσ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>οἱ πρόοδοι</i><br />οι στρατιώτες που αποτελούσαν την [[εμπροσθοφυλακή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὁδός]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πρόοδος:''' ἡ, [[πρόοδος]], [[προώθηση]], [[εξέλιξη]], σε Ξεν.<br /><b class="num">• [[πρόοδος]]:</b> -ον, προπορευόμενος· <i>οἱ πρόοδοι</i> είναι προπορευόμενο [[τμήμα]] στρατού, σε Ξεν.
|lsmtext='''πρόοδος:''' ἡ, [[πρόοδος]], [[προώθηση]], [[εξέλιξη]], σε Ξεν.<br /><b class="num">• [[πρόοδος]]:</b> -ον, προπορευόμενος· <i>οἱ πρόοδοι</i> είναι προπορευόμενο [[τμήμα]] στρατού, σε Ξεν.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''πρόοδος:'''<br /><b class="num">I</b> ἡ<br /><b class="num">1)</b> движение вперед, продвижение Xen.: ἐν τῇ προόδῳ τοῦ ἔτους Arst. по мере истечения года;<br /><b class="num">2)</b> жизненный путь: εὐτελὴς τὴν πρόοδον Luc. обездоленный;<br /><b class="num">3)</b> выход (τὴν πρόοδόν τινος περιμένειν Luc.);<br /><b class="num">4)</b> место выхода (αἱ πρόοδοι καὶ αἱ εἴσοδοι Polyb.).<br /><b class="num">II</b> ὁ передовой разведчик, дозорный Xen.
|lstext='''πρόοδος''': -ον, ὁ προπορευόμενος· οἱ πρόοδοι, [[σῶμα]] στρατιωτῶν προπορευόμενον, [[προφυλακή]], Ξεν. Ἱππαρχ. 4, 5.
}}
{{elnl
|elnltext=πρό-οδος -ου, ἡ het verder gaan, voortgang:. πρόοδον νοέων van plan op pad te gaan Emp. B 84.1; ἐπὶ προόδῳ voor de verdere tocht Xen. Hell. 3.4.15. openbare verschijning, opkomst:. τὴν πρόοδον αὐτοῦ περιμένοντες wachtend totdat hij tevoorschijn kwam Luc. 38.12; εὐτελὴς τὴν πρόοδον onopvallend qua verschijning Luc. 32.9.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=πρό-οδος, ἡ,<br />a [[going]] on, [[advance]], [[progress]], Xen. <br />πρό-οδος, ον,<br />[[going]] [[before]]: οἱ πρ. a [[party]] of soldiers in [[advance]], Xen.
|mdlsjtxt=πρό-οδος, ἡ,<br />a [[going]] on, [[advance]], [[progress]], Xen. <br />πρό-οδος, ον,<br />[[going]] [[before]]: οἱ πρ. a [[party]] of soldiers in [[advance]], Xen.
}}
{{trml
|trtx====[[progress]]===
Albanian: progres; Arabic: تَقَدُّم‎; Egyptian Arabic: تقدم‎; Armenian: առաջընթաց; Azerbaijani: tərəqqi, proqress, irəliləmə, irəliləyiş; Belarusian: прагрэс; Bengali: প্রগতি, উন্নতি, তরক্কী; Bulgarian: прогрес, напредък; Burmese: တိုးတက်ခြင်း; Catalan: avenç, progrés; Chinese Cantonese: 進步/进步; Dungan: җинбу; Mandarin: 進步/进步; Min Nan: 進步/进步; Czech: pokrok; Danish: fremskridt; Dutch: [[vooruitgang]]; Estonian: areng, progress; Finnish: edistys; French: [[progrès]]; Georgian: წინსვლა, პროგრესი; German: [[Fortschritt]]; Greek: [[πρόοδος]]; Ancient Greek: [[ἄμβασις]], [[ἀνάβασις]], [[ἀναβασμός]], [[ἐπίδοσις]], [[προαγωγή]], [[πρόκομμα]], [[προκοπή]], [[πρόοδος]], [[προχώρησις]]; Haitian Creole: pwogrè; Hebrew: הִתקַדְמוּת‎; Hindi: प्रगति, उन्नति, तरक़्क़ी; Hungarian: haladás, fejlődés; Icelandic: framför, framsókn; Italian: [[progresso]]; Japanese: 進歩; Kazakh: прогресс, жақсарыс, озықтық, оңалыс, ілгерілік; Khmer: វឌ្ឍន; Korean: 진보(進步); Kurdish Northern Kurdish: pêşketin, pêşveçûn; Kyrgyz: прогресс; Lao: ຄວາມກ້າວໜ້າ; Latin: [[progressus]]; Latvian: progress; Lithuanian: progresas; Luxembourgish: Progrès, Fortschrëtt; Macedonian: напредок, прогрес; Malay: kemajuan; Malayalam: പുരോഗതി, പുരോഗമനം; Mongolian Cyrillic: дэвшил; Mongolian: ᠳᠡᠪᠰᠢᠯ; Norwegian Bokmål: framgang; Old English: forþgang; Pali: vaḍḍhana; Pashto: پرمختګ‎, ترقي‎; Persian: پیشرفت‎, پروگرس‎, ترقی‎; Polish: postęp; Portuguese: [[progresso]]; Romanian: progres; Russian: [[прогресс]]; Serbo-Croatian Cyrillic: на̀предак, про̀грес; Roman: nàpredak, prògres; Slovak: pokrok; Slovene: napredek; Spanish: [[progreso]]; Swedish: framsteg, framgång; Tagalog: pagsulong, sasulong; Tajik: пешрафт, прогресс, тараққӣ, тараққиёт; Thai: การพัฒนา; Turkish: ilerleme, terakkî etme, terakki, terakkiyat; Turkmen: progres, ýetişik; Ukrainian: прогрес; Urdu: تَرَقّی‎; Uyghur: تەرەققىيات‎; Uzbek: progress, taraqqiyot; Vietnamese: tiến bộ, sự tiến bộ; Walloon: progrès
}}
}}

Latest revision as of 09:02, 25 August 2023

English (LSJ)

πρόοδον, going before: οἱ πρόοδοι advance-party of soldiers, X.Eq.Mag. 4.5. Adv. προοδωτέρως = progressively, Zos.Alch.p.158B.ἡ,
A going on, advance, Emp.84.1, X.HG3.4.15: metaph., progress, Plot.5.2.1; ἐκ δυνάμεως εἰς ἐνέργειαν Id.6.3.22.
II coming out of a house, Luc.Nec.12; appearance in public, Id.Somn. 9.
2 procession, J.AJ18.4.6, lamb.post Polem.p.49 Hinck, Hdn.2.4.1, Plot.5.5.3 (pl.), SIG900.13 (Panamara, iv A.D.).
3 proceeding forth, emanation, Plot.8.5.6, etc.; ἡ ἀφ' ἑνὸς πάντων πρόοδος Procl. in Cra.p.2 P.; opp. μονή, ἐπιστροφή, Dam.Pr.72, al.: pl., Porph.Sent.24; πρόοδοι κρύφιοι, opp. ἐγκόσμιοι, Procl. in Cra.p.107 P.
4 musical progression, lamb.VP26.120 (pl.).
5 mathematical progression, Plot.6.3.12.
6 = interrogatio, Glossaria.

German (Pape)

[Seite 737] ἡ, Fortgang, das Vorrücken, Xen. Hell. 3, 4, 15; der Auszug aus dem Lager, der εἴσοδος entgeggstzt, Pol. 14, 1, 3. vorausgehend, vorherwandernd, Vorläufer, bes. auf dem Marsche dem Heere vorangehend, Xen. mag. equ. 4, 5.

French (Bailly abrégé)

ου (ἡ) :
1 marche en avant, progrès;
2 action de sortir, de se produire en public.
Étymologie: πρό, ὁδός.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πρό-οδος -ου, ἡ het verder gaan, voortgang:. πρόοδον νοέων van plan op pad te gaan Emp. B 84.1; ἐπὶ προόδῳ voor de verdere tocht Xen. Hell. 3.4.15. openbare verschijning, opkomst:. τὴν πρόοδον αὐτοῦ περιμένοντες wachtend totdat hij tevoorschijn kwam Luc. 38.12; εὐτελὴς τὴν πρόοδον onopvallend qua verschijning Luc. 32.9.

Russian (Dvoretsky)

πρόοδος:
I
1 движение вперед, продвижение Xen.: ἐν τῇ προόδῳ τοῦ ἔτους Arst. по мере истечения года;
2 жизненный путь: εὐτελὴς τὴν πρόοδον Luc. обездоленный;
3 выход (τὴν πρόοδόν τινος περιμένειν Luc.);
4 место выхода (αἱ πρόοδοι καὶ αἱ εἴσοδοι Polyb.).
IIпередовой разведчик, дозорный Xen.

Greek Monolingual

(I)
η, ΝΜΑ 1. πορεία προς τα εμπρός
2. προαγωγή, ευδοκίμηση, εξέλιξη προς το καλύτερο, προκοπή, βελτίωση (α. «η πρόοδος της επιστήμης, και της τεχνολογίας» β. «ταῖς ἐκ δόξης εἰς δόξαν προόδοις», Γρηγ. Ναζ.
γ. «πρόοδος ἐκ δυνάμεως εἰς ἐνέργειαν», Πλωτίν.)
νεοελλ.
1. (φιλοσ.) κατεύθυνση του ιστορικού γίγνεσθαι που δηλώνει την ανοδική πορεία τών πραγμάτων, αντικειμένων και συστημάτων και τη μετάβασή τους σε σημεία, καταστάσεις και επίπεδα ποιοτικώς ανώτερα
2. μαθημ. φρ. α) «αριθμητική πρόοδος» — σειρά αριθμών, από τους οποίους ο καθένας προκύπτει από τον προηγούμενό του με πρόσθεση του ίδιου πάντοτε αριθμού, που ονομάζεται λόγος, όπως π.χ. 2, 4, 6, 8, 10...
β) «γεωμετρική πρόοδος» — σειρά αριθμών από τους οποίους ο καθένας προκύπτει από τον προηγούμενο με πολλαπλασιασμό επί τον ίδιο πάντοτε αριθμό, τον λόγο, όπως λ.χ. 2, 4, 8, 16...
γ) «αύξουσα αριθμητική πρόοδος» — αριθμητική πρόοδος της οποίας οι όροι αυξάνουν, γιατί ο λόγος είναι θετικός αριθμός
δ) «φθίνουσα αριθμητική πρόοδος» — αριθμητική πρόοδος της οποίας οι όροι μικραίνουν, γιατί ο λόγος είναι αρνητικός αριθμός
ε) «αύξουσα γεωμετρική πρόοδος» — γεωμετρική πρόοδος της οποίας ο λόγος είναι αριθμός μεγαλύτερος της μονάδας
στ) «φθίνουσα γεωμετρική πρόοδος» — γεωμετρική πρόοδος της οποίας ο λόγος είναι θετικός αριθμός, μικρότερος της μονάδας
4. (με αρνητ. σημ.) εξέλιξη προς το χειρότερο, επιδείνωση (α. «η πρόοδος της νόσου συνεχίζεται»)
5. στρ. η προφυλακή
μσν.
1. έξοδος από τον τάφο, ανάσταση
2. έξοδος από τη ζωή, θάνατος
3. εμφάνιση στη ζωή, παρουσία
4. νομική διαδικασία
5. βλαστός, κλάδος
6. είσοδος κτηρίου
μσν.-αρχ.
1. το να βγαίνει κανείς έξω, κυρίως από το σπίτι του, στον δρόμο (α. «πολλοὶ μὲν ἐπὶ τῶν πυλώνων παρειστήκεσαν τὴν πρόοδον αὐτοῦ περιμένοντες», Λουκ.
β. «τὰς προόδους αὐτοῦ καὶ τὰς εἰσόδους καὶ τὸν χαρακτῆρα τοῦ βίου», Ειρην.)
2. δημόσια εμφάνιση, εμφάνιση στο κοινό (α. «τὴν πρόοδον τῶν ἀποστόλων», Ευσ.
β. «ταπεινὸς τὴν γνώμην, εὐτελὴς δὲ τὴν πρόοδον», Λουκ.)
3. πομπή («ἔν τε ταῖς προόδοις... πρᾱον καὶ ἥμερον ἦθος ἐπεδείκνυτο», Ηρωδιαν.)
4. η εκπόρευση, η προέλευση, η πηγή από την οποία προέρχεται κανείς ή κάτι («μίαν φύσιν θεότητος ἀνάρχῳ καὶ γεννήσει καὶ προόδῳ γνωριζομένην», Γρηγ. Ναζ.)
αρχ.
ερώτηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + ὁδός (πρβλ. μέθ-οδος, περί-οδος)].
(II)
-ον, ΜΑ
μσν.
το αρσ. ως ουσ.πρόοδος
ο πρόδρομος
αρχ.
(το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ πρόοδοι
οι στρατιώτες που αποτελούσαν την εμπροσθοφυλακή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + ὁδός].

Greek Monotonic

πρόοδος: ἡ, πρόοδος, προώθηση, εξέλιξη, σε Ξεν.
πρόοδος: -ον, προπορευόμενος· οἱ πρόοδοι είναι προπορευόμενο τμήμα στρατού, σε Ξεν.

Greek (Liddell-Scott)

πρόοδος: -ον, ὁ προπορευόμενος· οἱ πρόοδοι, σῶμα στρατιωτῶν προπορευόμενον, προφυλακή, Ξεν. Ἱππαρχ. 4, 5.

Middle Liddell

πρό-οδος, ἡ,
a going on, advance, progress, Xen.
πρό-οδος, ον,
going before: οἱ πρ. a party of soldiers in advance, Xen.

Translations

progress

Albanian: progres; Arabic: تَقَدُّم‎; Egyptian Arabic: تقدم‎; Armenian: առաջընթաց; Azerbaijani: tərəqqi, proqress, irəliləmə, irəliləyiş; Belarusian: прагрэс; Bengali: প্রগতি, উন্নতি, তরক্কী; Bulgarian: прогрес, напредък; Burmese: တိုးတက်ခြင်း; Catalan: avenç, progrés; Chinese Cantonese: 進步/进步; Dungan: җинбу; Mandarin: 進步/进步; Min Nan: 進步/进步; Czech: pokrok; Danish: fremskridt; Dutch: vooruitgang; Estonian: areng, progress; Finnish: edistys; French: progrès; Georgian: წინსვლა, პროგრესი; German: Fortschritt; Greek: πρόοδος; Ancient Greek: ἄμβασις, ἀνάβασις, ἀναβασμός, ἐπίδοσις, προαγωγή, πρόκομμα, προκοπή, πρόοδος, προχώρησις; Haitian Creole: pwogrè; Hebrew: הִתקַדְמוּת‎; Hindi: प्रगति, उन्नति, तरक़्क़ी; Hungarian: haladás, fejlődés; Icelandic: framför, framsókn; Italian: progresso; Japanese: 進歩; Kazakh: прогресс, жақсарыс, озықтық, оңалыс, ілгерілік; Khmer: វឌ្ឍន; Korean: 진보(進步); Kurdish Northern Kurdish: pêşketin, pêşveçûn; Kyrgyz: прогресс; Lao: ຄວາມກ້າວໜ້າ; Latin: progressus; Latvian: progress; Lithuanian: progresas; Luxembourgish: Progrès, Fortschrëtt; Macedonian: напредок, прогрес; Malay: kemajuan; Malayalam: പുരോഗതി, പുരോഗമനം; Mongolian Cyrillic: дэвшил; Mongolian: ᠳᠡᠪᠰᠢᠯ; Norwegian Bokmål: framgang; Old English: forþgang; Pali: vaḍḍhana; Pashto: پرمختګ‎, ترقي‎; Persian: پیشرفت‎, پروگرس‎, ترقی‎; Polish: postęp; Portuguese: progresso; Romanian: progres; Russian: прогресс; Serbo-Croatian Cyrillic: на̀предак, про̀грес; Roman: nàpredak, prògres; Slovak: pokrok; Slovene: napredek; Spanish: progreso; Swedish: framsteg, framgång; Tagalog: pagsulong, sasulong; Tajik: пешрафт, прогресс, тараққӣ, тараққиёт; Thai: การพัฒนา; Turkish: ilerleme, terakkî etme, terakki, terakkiyat; Turkmen: progres, ýetişik; Ukrainian: прогрес; Urdu: تَرَقّی‎; Uyghur: تەرەققىيات‎; Uzbek: progress, taraqqiyot; Vietnamese: tiến bộ, sự tiến bộ; Walloon: progrès