ἐπίκυρτος: Difference between revisions

From LSJ

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=epikyrtos
|Transliteration C=epikyrtos
|Beta Code=e)pi/kurtos
|Beta Code=e)pi/kurtos
|Definition=ον, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[arched]], S.<span class="title">Ichn.</span>294; [[round-shouldered]], <b class="b3">Πλάτωνος τὸ</b> [[ἐ]]. Plu.2.53c.</span>
|Definition=ἐπίκυρτον, [[arched]], S.''Ichn.''294; [[round-shouldered]], <b class="b3">Πλάτωνος τὸ</b> [[ἐ]]. Plu.2.53c.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0955.png Seite 955]] etwas gekrümmt, buckelig, Sp., wie Plut. τοῦ Πλάτωνος τὸ ἐπίκυρτον, die gekrümmte Haltung des Plato, de adul. et am. discr. 12.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0955.png Seite 955]] etwas gekrümmt, buckelig, Sp., wie Plut. τοῦ Πλάτωνος τὸ ἐπίκυρτον, die gekrümmte Haltung des Plato, de adul. et am. discr. 12.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />[[légèrement courbé]], [[bossu]].<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[κυρτός]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπίκυρτος:''' [[согнутый]], [[сутулый]] (τὸ ἐπίκυρτόν τινος μιμεῖσθαι Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπίκυρτος''': -ον, κεκυρτωμένος πρὸς τὰ ἐμπρός, ὀλίγον τι [[κυφός]], Πλούτ. 2. 53C.
|lstext='''ἐπίκυρτος''': -ον, κεκυρτωμένος πρὸς τὰ ἐμπρός, ὀλίγον τι [[κυφός]], Πλούτ. 2. 53C.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />légèrement courbé, bossu.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[κυρτός]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐπίκυρτος]], -ον) [[κυρτός]]<br />[[κυρτός]] [[προς]] τα [[κάτω]] ή [[προς]] τα [[εμπρός]], [[σκυφτός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[επίκυρτος]]<br /><b>1.</b> φυσόστομος [[ιχθύς]] της οικογένειας τών σαλμωνιδών<br /><b>2.</b> κολεόπτερο [[έντομο]] της οικογένειας τών δασκυλλιδών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐπίκυρτον</i><br />η [[κυρτότητα]], η [[καμπούρα]].
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐπίκυρτος]], -ον) [[κυρτός]]<br />[[κυρτός]] [[προς]] τα [[κάτω]] ή [[προς]] τα [[εμπρός]], [[σκυφτός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[επίκυρτος]]<br /><b>1.</b> φυσόστομος [[ιχθύς]] της οικογένειας τών σαλμωνιδών<br /><b>2.</b> κολεόπτερο [[έντομο]] της οικογένειας τών δασκυλλιδών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐπίκυρτον</i><br />η [[κυρτότητα]], η [[καμπούρα]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπίκυρτος:''' [[согнутый]], [[сутулый]] (τὸ ἐπίκυρτόν τινος μιμεῖσθαι Plut.).
}}
}}

Latest revision as of 11:23, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπίκυρτος Medium diacritics: ἐπίκυρτος Low diacritics: επίκυρτος Capitals: ΕΠΙΚΥΡΤΟΣ
Transliteration A: epíkyrtos Transliteration B: epikyrtos Transliteration C: epikyrtos Beta Code: e)pi/kurtos

English (LSJ)

ἐπίκυρτον, arched, S.Ichn.294; round-shouldered, Πλάτωνος τὸ . Plu.2.53c.

German (Pape)

[Seite 955] etwas gekrümmt, buckelig, Sp., wie Plut. τοῦ Πλάτωνος τὸ ἐπίκυρτον, die gekrümmte Haltung des Plato, de adul. et am. discr. 12.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
légèrement courbé, bossu.
Étymologie: ἐπί, κυρτός.

Russian (Dvoretsky)

ἐπίκυρτος: согнутый, сутулый (τὸ ἐπίκυρτόν τινος μιμεῖσθαι Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐπίκυρτος: -ον, κεκυρτωμένος πρὸς τὰ ἐμπρός, ὀλίγον τι κυφός, Πλούτ. 2. 53C.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἐπίκυρτος, -ον) κυρτός
κυρτός προς τα κάτω ή προς τα εμπρός, σκυφτός
νεοελλ.
το αρσ. ως ουσ. ο επίκυρτος
1. φυσόστομος ιχθύς της οικογένειας τών σαλμωνιδών
2. κολεόπτερο έντομο της οικογένειας τών δασκυλλιδών
αρχ.
το ουδ. ως ουσ. τὸ ἐπίκυρτον
η κυρτότητα, η καμπούρα.