κεράμιος: Difference between revisions

From LSJ

κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)

Source
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=keramios
|Transliteration C=keramios
|Beta Code=kera/mios
|Beta Code=kera/mios
|Definition=ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> = [[κεραμεύς]], <span class="title">CIG</span>5021, 5028 (Nubia). </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> v. [[κεραμεοῦς]].</span>
|Definition=ὁ,<br><span class="bld">A</span> = [[κεραμεύς]], ''CIG''5021, 5028 (Nubia).<br><span class="bld">II</span> v. [[κεραμεοῦς]].
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=κεράμιος -α -ον zie κεραμεοῦς.
|elnltext=κεράμιος -α -ον zie κεραμεοῦς.
}}
}}

Latest revision as of 11:16, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κερᾰμιος Medium diacritics: κεράμιος Low diacritics: κεράμιος Capitals: ΚΕΡΑΜΙΟΣ
Transliteration A: kerámios Transliteration B: keramios Transliteration C: keramios Beta Code: kera/mios

English (LSJ)

ὁ,
A = κεραμεύς, CIG5021, 5028 (Nubia).
II v. κεραμεοῦς.

German (Pape)

[Seite 1420] = κεράμειος, irden, thönern; πλίνθοι κεράμιαι Xen. An. 3, 4, 7; Folgde; oft v.l. für κεράμεος u. κεραμεοῦς.

Russian (Dvoretsky)

κεράμιος: Xen. v.l. = κεράμινος.

Greek (Liddell-Scott)

κεράμιος: ία, ον, = κεράμεος, Στράβ. 17. 2, 3, σ. 402, 21, Διοσκ. 5. 10.

Greek Monolingual

-α, -ο(ν) (Α κεράμιος, -ία, -ον) κέραμος
1. κεράμειος.
2. το ουδ. ως ουσ. το κεράμιο(ν)
αγγείο από πηλό, πήλινο αγγείο, υδρία («οἴνου δὲ κεράμια χίλια», Ξεν.)
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το κεράμιο γένος ροδοφυκών της οικογένειας ceramiaceae
αρχ.
1. το αρσ. ως ουσ.κεράμιος
ο κεραμέας
2. το ουδ. ως ουσ. το κεράμιον
νεκρικὴ λάρνακα, σαρκοφάγος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κεράμιος -α -ον zie κεραμεοῦς.