ποτέρωθι: Difference between revisions
τί δ' ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ, ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι; → What if he should have a radish shoved up his ass because he trusted you and then have hot ashes rip off his hair? What argument will he be able to offer to prevent himself from having a gaping-anus | but suppose he trusts in your advice and gets a radish rammed right up his arse, and his pubic hairs are burned with red-hot cinders. Will he have some reasoned argument to demonstrate he's not a loose-arsed bugger
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=poterothi | |Transliteration C=poterothi | ||
|Beta Code=pote/rwqi | |Beta Code=pote/rwqi | ||
|Definition=Adv. on whether of the two sides? on which side (of two)? π. οὖν εὐαπατητότεροί ἐσμεν; Pl.''Phdr.''263b; <b class="b3">π. τὴν ἀπάτην ταύτην θήσομεν</b>; Answ. πρὸς τὴν δικαιοσύνην [[Xenophon|X.]]''[[Memorabilia|Mem.]]''4.2.17. | |Definition=Adv. on whether of the two sides? on which side (of two)? π. οὖν εὐαπατητότεροί ἐσμεν; [[Plato|Pl.]]''[[Phaedrus|Phdr.]]''263b; <b class="b3">π. τὴν ἀπάτην ταύτην θήσομεν</b>; Answ. πρὸς τὴν δικαιοσύνην [[Xenophon|X.]]''[[Memorabilia|Mem.]]''4.2.17. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 11:50, 18 September 2023
English (LSJ)
Adv. on whether of the two sides? on which side (of two)? π. οὖν εὐαπατητότεροί ἐσμεν; Pl.Phdr.263b; π. τὴν ἀπάτην ταύτην θήσομεν; Answ. πρὸς τὴν δικαιοσύνην X.Mem.4.2.17.
German (Pape)
[Seite 689] adv., auf welcher von beiden Seiten? Plat. Phaedr. 263 b Xen. Mem. 4, 2, 17 u. Sp.
French (Bailly abrégé)
adv.
duquel des deux côtés ?
Étymologie: πότερος, -θι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
ποτέρωθι [πότερος] adv., aan welk van beide kanten?
Russian (Dvoretsky)
ποτέρωθῐ: adv. по какой из (обеих) сторон, на какой стороне, с какой стороны Xen.: π. εὐαπατητότεροί ἐσμεν; Plat. в каком отношении мы легче всего поддаемся обману?
Greek Monolingual
Α
επίρρ. σε ποιο από τα δύο μέρη;
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποτέρως + επιρρμ. κατάλ. -θι (πρβλ. εκατέρωθι)].
Greek Monotonic
ποτέρωθι: (πότερος), επίρρ., προς ποιο από τα δύο μέρη; ή σε ποιο μέρος από τα δύο;, σε Ξεν. κ.λπ.
Greek (Liddell-Scott)
ποτέρωθι: Ἐπίρρ., (πότερος) πρὸς ποῖον ἢ κατὰ ποῖον ἐκ τῶν δύο μερῶν; π. οὖν εὐαπατητότεροί ἐσμεν; Πλάτ. Φαῖδρ. 263Β· π. τὴν ἀπάτην ταύτην θήσομεν; Ἀπόκρ., πρὸς τὴν δικαιοσύνην, Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 17· οὕτω, ποτέρωσε οὖν θῶμεν τοῦτο; Ἀπόκρ., πρὸς τὴν ἀδικίαν, αὐτόθι 14.
Middle Liddell
adv. πότερος
on whether of the two sides? on which side (of two)? Xen., etc.