ἁρματοτροχιά: Difference between revisions

From LSJ

κράτιστοι δ᾽ ἂν τὴν ψυχὴν δικαίως κριθεῖεν οἱ τά τε δεινὰ καὶ ἡδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καὶ διὰ ταῦτα μὴ ἀποτρεπόμενοι ἐκ τῶν κινδύνων → the bravest are surely those who have the clearest vision of what is before them, glory and danger alike, and yet notwithstanding, go out to meet it | and they are most rightly reputed valiant who, though they perfectly apprehend both what is dangerous and what is easy, are never the more thereby diverted from adventuring

Source
(c1)
m (LSJ1 replacement)
 
(14 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=armatotrochia
|Transliteration C=armatotrochia
|Beta Code=a(rmatotroxia/
|Beta Code=a(rmatotroxia/
|Definition=Ep. <b class="b3">-ιή, ἡ,</b> <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">wheel-track of a chariot</b>, <span class="bibl">Il.23.505</span>, <span class="bibl">Ph.1.312</span>, <span class="bibl">Luc.<span class="title">Dem.Enc.</span>23</span>, <span class="bibl">Ael. <span class="title">VH</span>2.27</span>, <span class="bibl">Q.S.4.516</span>.</span>
|Definition=Ep. <b class="b3">-ιή, ἡ,</b> [[wheel-track of a chariot]], Il.23.505, Ph.1.312, Luc.''Dem.Enc.''23, Ael. ''VH''2.27, Q.S.4.516.
}}
{{DGE
|dgtxt=(ἁρμᾰτοτροχιά) -ᾶς, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> ép. ἁρμᾰτροχιή <i>Il</i>.23.505; tb. [[ἁρματροχιά]] Ph.1.312, Q.S.4.516, Phot.α 2842<br />[[rodera]], [[releje]], [[surco de las ruedas del carro]] οὐδέ τι πολλὴ γίγνετ' ἐπισσώτρων ἁρματροχιὴ ... ἐν λεπτῇ κονίῃ <i>Il</i>.l.c., cf. Q.S.l.c., ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἁρματοτροχιᾶς ... μηδὲν παραβάντας Luc.<i>Dem.Enc</i>.23, cf. Ael.<i>VH</i> 2.27, τὰς ἁρματοτροχιάς ἀλεείνειν Luc.l.c., cf. Ph.l.c., Phot.l.c.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0355.png Seite 355]] ἡ, Wagengeleis, Ael. H. A. 2, 36; Luc. Dem. enc. 23.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0355.png Seite 355]] ἡ, Wagengeleis, Ael. H. A. 2, 36; Luc. Dem. enc. 23.
}}
{{bailly
|btext=ᾶς (ἡ) :<br />[[ornière]].<br />'''Étymologie:''' [[ἅρμα]], [[τροχός]].
}}
{{ls
|lstext='''ἁρματοτροχιά''': ἡ, ἡ γραμμὴ ἣν σχηματίζουσιν ἐπὶ τοῦ ἐδάφους οἱ τροχοὶ τοῦ ἅρματος, Λουκ. Δημοσθ. 23, Αἰλ. π. Ζ. 2. 37: - ὁ Ὅμ. μεταχειρίζεται τὸν ποιητ. τύπ. ἁρματροχιή, Ἰλ. Ψ. 505· πρβλ. Κ. Σμ. 4. 516.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἁρματοτροχιά]], η (Α)<br />η [[γραμμή]] που σχηματίζουν στο [[έδαφος]] οι τροχοί του άρματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άρμα]], -<i>τος</i> <span style="color: red;">+</span> [[τροχιά]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἁρματοτροχιά:''' ἡ ([[τροχός]]), ίχνη των τροχών ενός άρματος, σε Λουκ.· ο Όμηρ. χρησιμοποιεί τον ποιητ. τύπο [[ἁρματροχιή]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[τροχός]]<br />the [[wheel]]-[[track]] of a [[chariot]], Luc.:—Hom. uses poet. [[form]] [[ἁρματροχιή]], Il.
}}
}}

Latest revision as of 11:13, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁρμᾰτοτροχιά Medium diacritics: ἁρματοτροχιά Low diacritics: αρματοτροχιά Capitals: ΑΡΜΑΤΟΤΡΟΧΙΑ
Transliteration A: harmatotrochiá Transliteration B: harmatotrochia Transliteration C: armatotrochia Beta Code: a(rmatotroxia/

English (LSJ)

Ep. -ιή, ἡ, wheel-track of a chariot, Il.23.505, Ph.1.312, Luc.Dem.Enc.23, Ael. VH2.27, Q.S.4.516.

Spanish (DGE)

(ἁρμᾰτοτροχιά) -ᾶς, ἡ
• Alolema(s): ép. ἁρμᾰτροχιή Il.23.505; tb. ἁρματροχιά Ph.1.312, Q.S.4.516, Phot.α 2842
rodera, releje, surco de las ruedas del carro οὐδέ τι πολλὴ γίγνετ' ἐπισσώτρων ἁρματροχιὴ ... ἐν λεπτῇ κονίῃ Il.l.c., cf. Q.S.l.c., ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἁρματοτροχιᾶς ... μηδὲν παραβάντας Luc.Dem.Enc.23, cf. Ael.VH 2.27, τὰς ἁρματοτροχιάς ἀλεείνειν Luc.l.c., cf. Ph.l.c., Phot.l.c.

German (Pape)

[Seite 355] ἡ, Wagengeleis, Ael. H. A. 2, 36; Luc. Dem. enc. 23.

French (Bailly abrégé)

ᾶς (ἡ) :
ornière.
Étymologie: ἅρμα, τροχός.

Greek (Liddell-Scott)

ἁρματοτροχιά: ἡ, ἡ γραμμὴ ἣν σχηματίζουσιν ἐπὶ τοῦ ἐδάφους οἱ τροχοὶ τοῦ ἅρματος, Λουκ. Δημοσθ. 23, Αἰλ. π. Ζ. 2. 37: - ὁ Ὅμ. μεταχειρίζεται τὸν ποιητ. τύπ. ἁρματροχιή, Ἰλ. Ψ. 505· πρβλ. Κ. Σμ. 4. 516.

Greek Monolingual

ἁρματοτροχιά, η (Α)
η γραμμή που σχηματίζουν στο έδαφος οι τροχοί του άρματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άρμα, -τος + τροχιά.

Greek Monotonic

ἁρματοτροχιά: ἡ (τροχός), ίχνη των τροχών ενός άρματος, σε Λουκ.· ο Όμηρ. χρησιμοποιεί τον ποιητ. τύπο ἁρματροχιή, σε Ομήρ. Ιλ.

Middle Liddell

τροχός
the wheel-track of a chariot, Luc.:—Hom. uses poet. form ἁρματροχιή, Il.