ὑπερβιβάζω: Difference between revisions

From LSJ

Βουλῆς γὰρ ὀρθῆς οὐδὲν ἀσφαλέστερον → Nam tutior res nulla consilio bono → Denn nichts führt weniger irre als ein guter Rat

Menander, Monostichoi, 68
(13_3)
m (LSJ1 replacement)
 
(22 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ypervivazo
|Transliteration C=ypervivazo
|Beta Code=u(perbiba/zw
|Beta Code=u(perbiba/zw
|Definition=Causal of <b class="b3">ὑπερβαίνω</b>, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">carry over, transport</b>, <span class="bibl">Plb.8.36.9</span>, Luc.<span class="title">VH</span>2.42. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> in Music, <b class="b2">transpose higher</b>, opp. <b class="b3">ὑποβιβάζω</b>, Theo Sm.p.91 H. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b2">transpose</b> the letters of a word, Ps.-Plu.<span class="title">Vit.Hom.</span>9, <span class="bibl">A.D.<span class="title">Synt.</span>342.6</span> (Pass.); <b class="b2">transpose</b> words, Longin. 22.2, Anon.<span class="title">in Tht.</span>51.40; <b class="b3">ὁ Ἀλέξανδρος ὑπερβιβάζειν μᾶλλον ἀξιοῖ τὴν λέξιν</b> prefers to <b class="b2">explain</b> the phrase <b class="b2">as a hyperbaton</b>, <span class="bibl">Simp. <span class="title">in Cael.</span> 352.3</span>.</span>
|Definition=Causal of [[ὑπερβαίνω]],<br><span class="bld">A</span> [[carry over]], [[transport]], Plb.8.36.9, Luc.''VH''2.42.<br><span class="bld">2</span> in Music, [[transpose higher]], opp. [[ὑποβιβάζω]], Theo Sm.p.91 H.<br><span class="bld">II</span> [[transpose]] the letters of a word, Ps.-Plu.''Vit.Hom.''9, A.D.''Synt.''342.6 (Pass.); [[transpose]] words, Longin. 22.2, Anon.''in Tht.''51.40; <b class="b3">ὁ Ἀλέξανδρος ὑπερβιβάζειν μᾶλλον ἀξιοῖ τὴν λέξιν</b> prefers to [[explain]] the phrase [[as a hyperbaton]], Simp. ''in Cael.'' 352.3.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1192.png Seite 1192]] darüber gehen lassen, hinüberführen, -setzen, τὰς [[ναῦς]] ἐκ τοῦ λιμένος εἰς τὴν νότιον πλευράν, Pol. 8, 36, 9; Luc. V. H. 2, 42. – Bei den Gramm. = Buchstaben und Wörter versetzen.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1192.png Seite 1192]] darüber gehen lassen, hinüberführen, -setzen, τὰς [[ναῦς]] ἐκ τοῦ λιμένος εἰς τὴν νότιον πλευράν, Pol. 8, 36, 9; Luc. V. H. 2, 42. – Bei den Gramm. = Buchstaben und Wörter versetzen.
}}
{{bailly
|btext=faire passer par-dessus <i>ou</i> [[au delà]], [[transporter]].<br />'''Étymologie:''' [[ὑπέρ]], [[βιβάζω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπερβιβάζω:'''<br /><b class="num">1</b> [[перевозить]], [[переводить]] (τὰς [[ναῦς]] ἔκ τινος εἴς τι Polyb.): ὑπερβιβάσας ἑκατὸν ἄνδρας Plut. приказав сотне бойцов взойти (на крепостные стены);<br /><b class="num">2</b> грам. переставлять ударение или букву.
}}
{{ls
|lstext='''ὑπερβῐβάζω''': μεταβ. τοῦ [[ὑπερβαίνω]], [[βιβάζω]] [[ὑπεράνω]], [[μεταβιβάζω]] [[ὑπεράνω]], μετὰ διπλῆς αἰτ., ὑποβ. τὰς [[ναῦς]] ἐκ τοῦ λιμένος εἰς τὴν [[νότιον]] πλευρὰν Πολύβ. 8. 36, 9, Λουκ. περὶ Ἀληθ. Ἱστ. 2. 42. ΙΙ. μεταθέτω τὰ γράμματα ἢ τὸν τόνον λέξεώς τινος, Πλουτ. Βίος Ὁμ. 9, Ἀπολλ. περὶ Συντάξ. 66, κλπ. - Ἐπίρρ., ὑπερβιβαστικῶς, καθ’ ὑπερβίβασιν, διὰ μεταθέσεως, Εὐστ. 980. 44. - Ἴδε Κόντου Γλωσσικὰς Παρατηρήσεις ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Β΄, σ. 122.
}}
{{grml
|mltxt=ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br />(σχετικά με χρόνο) [[αφήνω]] να περάσει<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[διαβιβάζω]], [[περνώ]] [[κάτι]] [[πάνω]] από [[κάτι]] [[άλλο]] («ὑπερβιβάζειν τὰς ναῦς ἐκ τοῦ λιμένος εἰς τὴν [[νότιον]] πλευράν», <b>Λουκιαν.</b>)<br /><b>2.</b> [[μεταθέτω]] τα γράμματα ή τον τόνο μιας λέξης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπερ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[βιβάζω]] «[[ανυψώνω]], [[ανεβάζω]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑπερβῐβάζω:''' μέλ. <i>-βιβῶ</i>, μτβ. του [[ὑπερβαίνω]], [[μεταφέρω]] πάνω από, με [[διπλή]] αιτ., σε Λουκ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. -βιβῶ [Causal of [[ὑπερβαίνω]]<br />to [[carry]] [[over]], c. dupl. acc., Luc.
}}
}}

Latest revision as of 10:23, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερβῐβάζω Medium diacritics: ὑπερβιβάζω Low diacritics: υπερβιβάζω Capitals: ΥΠΕΡΒΙΒΑΖΩ
Transliteration A: hyperbibázō Transliteration B: hyperbibazō Transliteration C: ypervivazo Beta Code: u(perbiba/zw

English (LSJ)

Causal of ὑπερβαίνω,
A carry over, transport, Plb.8.36.9, Luc.VH2.42.
2 in Music, transpose higher, opp. ὑποβιβάζω, Theo Sm.p.91 H.
II transpose the letters of a word, Ps.-Plu.Vit.Hom.9, A.D.Synt.342.6 (Pass.); transpose words, Longin. 22.2, Anon.in Tht.51.40; ὁ Ἀλέξανδρος ὑπερβιβάζειν μᾶλλον ἀξιοῖ τὴν λέξιν prefers to explain the phrase as a hyperbaton, Simp. in Cael. 352.3.

German (Pape)

[Seite 1192] darüber gehen lassen, hinüberführen, -setzen, τὰς ναῦς ἐκ τοῦ λιμένος εἰς τὴν νότιον πλευράν, Pol. 8, 36, 9; Luc. V. H. 2, 42. – Bei den Gramm. = Buchstaben und Wörter versetzen.

French (Bailly abrégé)

faire passer par-dessus ou au delà, transporter.
Étymologie: ὑπέρ, βιβάζω.

Russian (Dvoretsky)

ὑπερβιβάζω:
1 перевозить, переводить (τὰς ναῦς ἔκ τινος εἴς τι Polyb.): ὑπερβιβάσας ἑκατὸν ἄνδρας Plut. приказав сотне бойцов взойти (на крепостные стены);
2 грам. переставлять ударение или букву.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερβῐβάζω: μεταβ. τοῦ ὑπερβαίνω, βιβάζω ὑπεράνω, μεταβιβάζω ὑπεράνω, μετὰ διπλῆς αἰτ., ὑποβ. τὰς ναῦς ἐκ τοῦ λιμένος εἰς τὴν νότιον πλευρὰν Πολύβ. 8. 36, 9, Λουκ. περὶ Ἀληθ. Ἱστ. 2. 42. ΙΙ. μεταθέτω τὰ γράμματα ἢ τὸν τόνον λέξεώς τινος, Πλουτ. Βίος Ὁμ. 9, Ἀπολλ. περὶ Συντάξ. 66, κλπ. - Ἐπίρρ., ὑπερβιβαστικῶς, καθ’ ὑπερβίβασιν, διὰ μεταθέσεως, Εὐστ. 980. 44. - Ἴδε Κόντου Γλωσσικὰς Παρατηρήσεις ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Β΄, σ. 122.

Greek Monolingual

ΜΑ
μσν.
(σχετικά με χρόνο) αφήνω να περάσει
αρχ.
1. διαβιβάζω, περνώ κάτι πάνω από κάτι άλλο («ὑπερβιβάζειν τὰς ναῦς ἐκ τοῦ λιμένος εἰς τὴν νότιον πλευράν», Λουκιαν.)
2. μεταθέτω τα γράμματα ή τον τόνο μιας λέξης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + βιβάζω «ανυψώνω, ανεβάζω»].

Greek Monotonic

ὑπερβῐβάζω: μέλ. -βιβῶ, μτβ. του ὑπερβαίνω, μεταφέρω πάνω από, με διπλή αιτ., σε Λουκ.

Middle Liddell

fut. -βιβῶ [Causal of ὑπερβαίνω
to carry over, c. dupl. acc., Luc.