παράφωνος: Difference between revisions
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
(c2) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=parafonos | |Transliteration C=parafonos | ||
|Beta Code=para/fwnos | |Beta Code=para/fwnos | ||
|Definition= | |Definition=παράφωνον,<br><span class="bld">A</span> [[sounding beside]] [[παράφωνοι]], [[οἱ]], [[accompaniment]], [[obbligato]], Longin.28.1.<br><span class="bld">II</span> [[sounds midway between consonances and dissonances]], e.g. the tritone, Gaud.Harm.8. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0507.png Seite 507]] daneben tönend; τὰ παράφωνα, die mit anklingenden Töne, Longin. de subl. 28, 1; φθόγγοι, Music. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0507.png Seite 507]] daneben tönend; τὰ παράφωνα, die mit anklingenden Töne, Longin. de subl. 28, 1; φθόγγοι, Music. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''παράφωνος''': -ον, (φωνὴ) ὁ πλησίον ἠχῶν, παράφωνοι, οἱ, ἁρμονίαι τινὲς οἵα ἡ διὰ [[πέντε]], Λογγῖν. 28. 2, [[ἔνθα]] ἴδε Weisk. ἀλλὰ παρὰ τῷ Gaudent., «παράφωνοι δὲ φθόγγοι οἱ μέσοι μὲν συμφώνου καὶ διαφώνου, ἐν δὲ τῇ κρούσει (κράσει Meibom.) σύμφωνοι» κτλ. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο / [[παράφωνος]], -ον ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (για μουσ. φθόγγο) αυτός που ηχεί [[κακώς]], που παραβιάζει την [[αρμονία]], [[δυσαρμονικός]], [[παράχορδος]]<br /><b>2.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[κακόφωνος]], [[παράτονος]], [[φάλτσος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>μουσ.</b> αυτός που συνηχεί, που βγάζει ήχους ή φθόγγους [[μαζί]] με άλλον<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οἱ παράφωνοι</i><br />(ενν. <i>φθόγγοι</i>) μερικές συμφωνίες αρμονίες, όπως η διά [[πέντε]]<br /><b>3.</b> ο [[μέσος]] [[φθόγγος]] [[μεταξύ]] συμφωνίας και παραφωνίας. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>παράφωνα</i> / <i>παραφώνως</i> ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br />κακόφωνα, φάλτσα<br /><b>αρχ.</b><br />με [[συνήχηση]] φθόγγων, με [[συμφωνία]], με [[αρμονία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φωνός</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φωνή]])]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:46, 25 August 2023
English (LSJ)
παράφωνον,
A sounding beside παράφωνοι, οἱ, accompaniment, obbligato, Longin.28.1.
II sounds midway between consonances and dissonances, e.g. the tritone, Gaud.Harm.8.
German (Pape)
[Seite 507] daneben tönend; τὰ παράφωνα, die mit anklingenden Töne, Longin. de subl. 28, 1; φθόγγοι, Music.
Greek (Liddell-Scott)
παράφωνος: -ον, (φωνὴ) ὁ πλησίον ἠχῶν, παράφωνοι, οἱ, ἁρμονίαι τινὲς οἵα ἡ διὰ πέντε, Λογγῖν. 28. 2, ἔνθα ἴδε Weisk. ἀλλὰ παρὰ τῷ Gaudent., «παράφωνοι δὲ φθόγγοι οἱ μέσοι μὲν συμφώνου καὶ διαφώνου, ἐν δὲ τῇ κρούσει (κράσει Meibom.) σύμφωνοι» κτλ.
Greek Monolingual
-η, -ο / παράφωνος, -ον ΝΑ
νεοελλ.
1. (για μουσ. φθόγγο) αυτός που ηχεί κακώς, που παραβιάζει την αρμονία, δυσαρμονικός, παράχορδος
2. (για πρόσ.) κακόφωνος, παράτονος, φάλτσος
αρχ.
1. μουσ. αυτός που συνηχεί, που βγάζει ήχους ή φθόγγους μαζί με άλλον
2. στον πληθ. οἱ παράφωνοι
(ενν. φθόγγοι) μερικές συμφωνίες αρμονίες, όπως η διά πέντε
3. ο μέσος φθόγγος μεταξύ συμφωνίας και παραφωνίας.
επίρρ...
παράφωνα / παραφώνως ΝΑ
νεοελλ.
κακόφωνα, φάλτσα
αρχ.
με συνήχηση φθόγγων, με συμφωνία, με αρμονία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + -φωνός (< φωνή)].