σοφιστεία: Difference between revisions
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
(6_10) |
m (Text replacement - "D.S." to "D.S.") |
||
(15 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sofisteia | |Transliteration C=sofisteia | ||
|Beta Code=sofistei/a | |Beta Code=sofistei/a | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, [[sophistry]], [[Diodorus Siculus|D.S.]]12.53, Plu.2.78f, D.L.2.113, etc.; opp. [[σοφία]], Ph.1.10; σοφιστεία [[μαντική]], of [[Balaam]], ib.609; title of work by [[Hermagoras]] of [[Amphipolis]], Stoic.1.102: acc. to Poll.4.50, a [[barbarism]]. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0914.png Seite 914]] ἡ, die Kunst eines Sophisten im Reden u. Disputiren, sophistische Kniffe u. Redekünsteleien, Sp., wie Plut. prof. virt. sent. p. 251; Philo. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0914.png Seite 914]] ἡ, die Kunst eines Sophisten im Reden u. Disputiren, sophistische Kniffe u. Redekünsteleien, Sp., wie Plut. prof. virt. sent. p. 251; Philo. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />[[art sophistique]], [[subtilité captieuse]].<br />'''Étymologie:''' [[σοφιστής]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σοφιστεία:''' ἡ [[софистическое искусство]], [[софистика]] Diod., Diog. L. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σοφιστεία''': ἡ, ἡ [[τέχνη]] τοῦ σοφιστοῦ, Διογ. Λ. 2. 113, Πλούτ. 2. 78F, κτλ.· σ. μαντική, ἐπὶ τοῦ Βαλαάμ, Φίλων 1. 609· κατὰ τὸν | |lstext='''σοφιστεία''': ἡ, ἡ [[τέχνη]] τοῦ σοφιστοῦ, Διογ. Λ. 2. 113, Πλούτ. 2. 78F, κτλ.· σ. μαντική, ἐπὶ τοῦ Βαλαάμ, Φίλων 1. 609· κατὰ τὸν Πολυδ. Δ΄, 50, βαρβαρισμὸς ἀντὶ τοῦ σοφιστικὴ, ἡ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 130. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΑ [[σοφιστεύω]] / -<i>ομαι</i>]<br />η [[τέχνη]] του σοφιστή («κατὰ τὴν σοφιστείαν τοσοῦτον τοὺς ἄλλους ὑπερέβαλεν», <b>Διόδ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[σόφισμα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[σοφία]]<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>Σοφιστεία</i><br />[[τίτλος]] έργου του Ερμαγόρου του Αμφιπολίτου. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:42, 27 March 2024
English (LSJ)
ἡ, sophistry, D.S.12.53, Plu.2.78f, D.L.2.113, etc.; opp. σοφία, Ph.1.10; σοφιστεία μαντική, of Balaam, ib.609; title of work by Hermagoras of Amphipolis, Stoic.1.102: acc. to Poll.4.50, a barbarism.
German (Pape)
[Seite 914] ἡ, die Kunst eines Sophisten im Reden u. Disputiren, sophistische Kniffe u. Redekünsteleien, Sp., wie Plut. prof. virt. sent. p. 251; Philo.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
art sophistique, subtilité captieuse.
Étymologie: σοφιστής.
Russian (Dvoretsky)
σοφιστεία: ἡ софистическое искусство, софистика Diod., Diog. L.
Greek (Liddell-Scott)
σοφιστεία: ἡ, ἡ τέχνη τοῦ σοφιστοῦ, Διογ. Λ. 2. 113, Πλούτ. 2. 78F, κτλ.· σ. μαντική, ἐπὶ τοῦ Βαλαάμ, Φίλων 1. 609· κατὰ τὸν Πολυδ. Δ΄, 50, βαρβαρισμὸς ἀντὶ τοῦ σοφιστικὴ, ἡ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 130.
Greek Monolingual
η, ΝΑ σοφιστεύω / -ομαι]
η τέχνη του σοφιστή («κατὰ τὴν σοφιστείαν τοσοῦτον τοὺς ἄλλους ὑπερέβαλεν», Διόδ.)
νεοελλ.
σόφισμα
αρχ.
1. σοφία
2. ως κύριο όν. Σοφιστεία
τίτλος έργου του Ερμαγόρου του Αμφιπολίτου.