αγώνισμα: Difference between revisions
From LSJ
ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)
(1) |
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το (Α [[ἀγώνισμα]]) [[ἀγωνίζομαι]]<br /><b>1.</b> [[συναγωνισμός]], [[διαγωνισμός]]<br /><b>2.</b> [[αθλητικός]] [[αγώνας]], [[άθλημα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[σύγκρουση]], [[συμπλοκή]], [[μάχη]]<br /><b>2.</b> [[κατόρθωμα]], [[επίτευγμα]]<br /><b>3.</b> έπαθλο<br /><b>4.</b> [[έκβαση]], [[αποτέλεσμα]], [[συνέπεια]]<br /><b>5.</b> ρητορικό [[γύμνασμα]]<br /><b>6.</b> επιχειρήματα στα οποία στηρίζεται μια [[υπόθεση]], η [[βάση]]<br /><b>7.</b> <b>πληθ.</b> <i>τα ἀγωνίσματα</i><br />γενναίες πράξεις, ανδραγαθήματα<br />(για τους ιππείς) δεξιοτεχνήματα<br /><b>8.</b> <b>φρ.</b> «[[ἀγώνισμα]] | |mltxt=το (Α [[ἀγώνισμα]]) [[ἀγωνίζομαι]]<br /><b>1.</b> [[συναγωνισμός]], [[διαγωνισμός]]<br /><b>2.</b> [[αθλητικός]] [[αγώνας]], [[άθλημα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[σύγκρουση]], [[συμπλοκή]], [[μάχη]]<br /><b>2.</b> [[κατόρθωμα]], [[επίτευγμα]]<br /><b>3.</b> έπαθλο<br /><b>4.</b> [[έκβαση]], [[αποτέλεσμα]], [[συνέπεια]]<br /><b>5.</b> ρητορικό [[γύμνασμα]]<br /><b>6.</b> επιχειρήματα στα οποία στηρίζεται μια [[υπόθεση]], η [[βάση]]<br /><b>7.</b> <b>πληθ.</b> <i>τα ἀγωνίσματα</i><br />γενναίες πράξεις, ανδραγαθήματα<br />(για τους ιππείς) δεξιοτεχνήματα<br /><b>8.</b> <b>φρ.</b> «[[ἀγώνισμα]] ποιοῦμαί τι», [[θεωρώ]] [[κάτι]] μέλημά μου, έχω ως [[έργο]] μου. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 19:55, 13 June 2022
Greek Monolingual
το (Α ἀγώνισμα) ἀγωνίζομαι
1. συναγωνισμός, διαγωνισμός
2. αθλητικός αγώνας, άθλημα
αρχ.
1. σύγκρουση, συμπλοκή, μάχη
2. κατόρθωμα, επίτευγμα
3. έπαθλο
4. έκβαση, αποτέλεσμα, συνέπεια
5. ρητορικό γύμνασμα
6. επιχειρήματα στα οποία στηρίζεται μια υπόθεση, η βάση
7. πληθ. τα ἀγωνίσματα
γενναίες πράξεις, ανδραγαθήματα
(για τους ιππείς) δεξιοτεχνήματα
8. φρ. «ἀγώνισμα ποιοῦμαί τι», θεωρώ κάτι μέλημά μου, έχω ως έργο μου.