αἰσχρόμητις: Difference between revisions
ἀναγκαίως δ' ἔχει βίον θερίζειν ὥστε κάρπιμον στάχυν, καὶ τὸν μὲν εἶναι, τὸν δὲ μή → But it is our inevitable lot to harvest life like a fruitful crop, for one of us to live, one not. (Euripides, Hypsipyle fr. 60.94ff.)
(1a) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aischromitis | |Transliteration C=aischromitis | ||
|Beta Code=ai)sxro/mhtis | |Beta Code=ai)sxro/mhtis | ||
|Definition=ιος, ὁ, ἡ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=ιος, ὁ, ἡ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[fostering]] or <b class="b2">forming base designs</b>, <span class="bibl">A.<span class="title">Ag.</span>222</span> (lyr.).</span> | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 10:15, 29 June 2020
English (LSJ)
ιος, ὁ, ἡ,
A fostering or forming base designs, A.Ag.222 (lyr.).
Greek (Liddell-Scott)
αἰσχρόμητις: -ιος, ὁ, ἡ, ἔχων ἢ σχηματίζων αἰσχρά, φαῦλα σχέδια, Αἰσχύλ. Ἀγ. 222.
French (Bailly abrégé)
ιος (ὁ, ἡ)
qui donne de honteux conseils.
Étymologie: αἰσχρός, μῆτις.
Spanish (DGE)
-ιος que medita cosas vergonzosas A.A.222.
Greek Monolingual
αἰσχρόμητις (-ιος), ο, η (Α)
αυτός που έχει στον νου του αισχρά πράγματα, που έχει φαύλα σχέδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰσχρὸς + μῆτις «γνώμη, σχέδιο, επιχείρηση»].
Greek Monotonic
αἰσχρόμητις: -ιος, ὁ, ἡ, αυτός που εξυφαίνει, που απεργάζεται αισχρά σχέδια, σε Αισχύλ.
Russian (Dvoretsky)
αἰσχρόμητις: ιος adj. дающий позорные советы (παρακοπά Aesch.).
Middle Liddell
forming base designs, Aesch.