κροκοδιλέα: Difference between revisions

From LSJ

Τί ὕπνος; Καμάτων ἀνάπαυσις, ἰατρῶν κατόρθωμα, δεδεμένων λύσις, ἀγρυπνούντων σοφία, νοσούντων εὐχή, θανάτου εἰκών, ταλαιπωρούντων ἐπιθυμία, πάσης πνοῆς ἡσυχία, πλουσίων ἐπιτήδευμα, πενήτων ἀδολεσχία, καθημερινὴ μελέτη. → What is sleep? Rest from toil, the success of physicians, the release of those who are bound, the wisdom of the wakeful, what sick men pray for, an image of death, the desire of those who toil in hardship, the rest of all the spirit, a principal occupation of the rich, the idle chatter of poor men, a daily object of concern.

Source
m (Text replacement - "eye-salve" to "eyesalve")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=krokodilea
|Transliteration C=krokodilea
|Beta Code=krokodile/a
|Beta Code=krokodile/a
|Definition=ἡ, [[dung of the]] <b class="b3">κροκόδιλος χερσαῖος</b>, used as an [[eyesalve]], <span class="bibl">Plin.<span class="title">HN</span>28.108</span>.
|Definition=ἡ, [[dung]] of the <b class="b3">κροκόδιλος χερσαῖος</b>, used as an [[eyesalve]], Plin.''HN''28.108.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κροκοδιλέα]], ἡ (Α) [[κροκόδιλος]]<br />η [[κόπρος]] τών χερσαίων κροκοδείλων, δηλ. τών διαφόρων ειδών σαύρας, την οποία χρησιμοποιούσαν ως [[αλοιφή]] για τα μάτια.
|mltxt=[[κροκοδιλέα]], ἡ (Α) [[κροκόδιλος]]<br />η [[κόπρος]] τών χερσαίων κροκοδείλων, δηλ. τών διαφόρων ειδών σαύρας, την οποία χρησιμοποιούσαν ως [[αλοιφή]] για τα μάτια.
}}
}}

Latest revision as of 11:26, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κροκοδῑλέα Medium diacritics: κροκοδιλέα Low diacritics: κροκοδιλέα Capitals: ΚΡΟΚΟΔΙΛΕΑ
Transliteration A: krokodiléa Transliteration B: krokodilea Transliteration C: krokodilea Beta Code: krokodile/a

English (LSJ)

ἡ, dung of the κροκόδιλος χερσαῖος, used as an eyesalve, Plin.HN28.108.

Greek Monolingual

κροκοδιλέα, ἡ (Α) κροκόδιλος
η κόπρος τών χερσαίων κροκοδείλων, δηλ. τών διαφόρων ειδών σαύρας, την οποία χρησιμοποιούσαν ως αλοιφή για τα μάτια.