κήλας: Difference between revisions

From LSJ

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (LSJ1 replacement)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kilas
|Transliteration C=kilas
|Beta Code=kh/las
|Beta Code=kh/las
|Definition=ὁ, an Indian stork, [[adjutant]], [[Leptoptilus argala]], <span class="bibl">Ael.<span class="title">NA</span> 16.4</span>.
|Definition=ὁ, an Indian stork, [[adjutant]], [[Leptoptilus argala]], Ael.''NA'' 16.4.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 11:51, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κήλας Medium diacritics: κήλας Low diacritics: κήλας Capitals: ΚΗΛΑΣ
Transliteration A: kḗlas Transliteration B: kēlas Transliteration C: kilas Beta Code: kh/las

English (LSJ)

ὁ, an Indian stork, adjutant, Leptoptilus argala, Ael.NA 16.4.

German (Pape)

[Seite 1430] ὁ, der Kropfvogel, Ael. H. A. 16, 4.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
pélican, DELG marabout, oiseau.
Étymologie: DELG emprunt à une langue indienne, avec influence de κήλη, à cause de son gros jabot.

Greek (Liddell-Scott)

κήλας: ὁ, Ἰνδικόν τι πτηνὸν τὸ μέγεθος τριπλάσιον ὠτίδος, Αἰλ. π. Ζ. 16. 4.

Greek Monolingual

κήλας, ὁ (Α)
είδος ινδικού πελαργού («κήλαν ἐν Ἰνδοῖς ἀκούω ὄρνιν... τριπλάσιον ὠτίδος», Αιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Είναι πιθ. λ. ινδικής προελεύσεως (πρβλ. ινδ. hargēla), με σχηματισμό κατ' επίδραση της λ. κήλη λόγω της συγγένειας της σημασίας της «εξόγκωμα» με τον πρόλοβο τών πτηνών, και εμφανίζει κατάληξη -ας, που χρησιμοποιείται για τη δήλωση ζώων και πτηνών].