θῆτα: Difference between revisions

From LSJ

εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=(τό) :<br /><i>indécl.</i><br />thêta, 8ᵉ lettre de l'alphabet grec.<br />'''Étymologie:''' emprunt sém. ; cf. <i>hébr.</i> thêt.
|btext=(τό) :<br /><i>indécl.</i><br />thêta, 8ᵉ lettre de l'alphabet grec.<br />'''Étymologie:''' emprunt sém. ; cf. <i>hébr.</i> thêt.
}}
{{elru
|elrutext='''θῆτα:''' τό indecl. (у Democr. gen. θήτατος) тета (название 8-й дуквы греческого алфавита).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (Α [[θῆτα]])<br />(άκλιτο<br />[[αλλά]] στον Δημόκρ. γεν. <i>θήτατος</i> και <b>επιγρ.</b> πληθ. <i>θήτατες</i>)<br />το ένατο [[γράμμα]] του αρχαίου και το όγδοο του νέου ελληνικού αλφαβήτου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως κύριο όν.</b> <i>Θῆτα</i><br />όν. του Αισώπου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Σημιτικής προέλευσης ([[πρβλ]]. εβρ. <i>teth</i>). Βλ. και εγκυκλ. [[λήμμα]] <i>θ</i>].
|mltxt=το (Α [[θῆτα]])<br />(άκλιτο<br />[[αλλά]] στον Δημόκρ. γεν. <i>θήτατος</i> και <b>επιγρ.</b> πληθ. <i>θήτατες</i>)<br />το ένατο [[γράμμα]] του αρχαίου και το όγδοο του νέου ελληνικού αλφαβήτου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως κύριο όν.</b> <i>Θῆτα</i><br />όν. του Αισώπου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Σημιτικής προέλευσης ([[πρβλ]]. εβρ. <i>teth</i>). Βλ. και εγκυκλ. [[λήμμα]] <i>θ</i>].
}}
{{elru
|elrutext='''θῆτα:''' τό indecl. (у Democr. gen. θήτατος) тета (название 8-й дуквы греческого алфавита).
}}
}}
{{etym
{{etym

Revision as of 13:34, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῆτα Medium diacritics: θῆτα Low diacritics: θήτα Capitals: ΘΗΤΑ
Transliteration A: thē̂ta Transliteration B: thēta Transliteration C: thita Beta Code: qh=ta

English (LSJ)

τό, indecl., the letter Θ (Hebr. ṭêth), Ar.Ec.685, etc.: gen. θήτατος Democr.20: nom. pl. θήτατες (tetates) Wessely Schrifttaf. zur ält. lat. Paläogr.No.8 (ii A.D.); nickname of Aesop (who was a θής), Ptol. Heph. ap. Phot.Bibl.p.151 B.

German (Pape)

[Seite 1211] τό, indeclin., der Buchstabe θ, Ar. Eccl. 685; Democrit. bildete den gen. θήτατος nach B. A. p. 781, 23.

French (Bailly abrégé)

(τό) :
indécl.
thêta, 8ᵉ lettre de l'alphabet grec.
Étymologie: emprunt sém. ; cf. hébr. thêt.

Russian (Dvoretsky)

θῆτα: τό indecl. (у Democr. gen. θήτατος) тета (название 8-й дуквы греческого алфавита).

Greek (Liddell-Scott)

θῆτα: τό, ἄκλ., ἴδε Θ θ· ἀλλὰ γεν. θήτατος, ὡς δέλτατος, Δημόκρ. ἐν Α. Β. 781: ― ὡσαύτως, ὄνομα τοῦ Αἰσώπου (ὅστις ἦτο θής), Φώτ. Βιβλ. 151. 23.

Greek Monolingual

το (Α θῆτα)
(άκλιτο
αλλά στον Δημόκρ. γεν. θήτατος και επιγρ. πληθ. θήτατες)
το ένατο γράμμα του αρχαίου και το όγδοο του νέου ελληνικού αλφαβήτου
αρχ.
ως κύριο όν. Θῆτα
όν. του Αισώπου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Σημιτικής προέλευσης (πρβλ. εβρ. teth). Βλ. και εγκυκλ. λήμμα θ].

Frisk Etymological English

Grammatical information: n.
Meaning: the eighth letter of he Greek alphabet (Ar.),
Other forms: gen. θήτατος Demokr. 20, Lat. pl. tetates from θήτατες; further uninflected.
Origin: LW [a loanword which is (probably) not of Pre-Greek origin] Sem.
Etymology: from Semitic, cf. Hebr. ṭēth; cf. Schwyzer 140.

Middle Liddell


I. Θ, θ, θῆτα, τό, indecl., eighth letter of the Gr. alphabet: as numeral θ# = ἐννέα, ἔνατος, but #22θ = 90000. —θ is the aspirated dental mute, related to the tenuis τ and the medial δ. θ is sometimes represented by φ, as θλάω φλάω; so in Lat. θήρ (aeolic φήρ) fera; θύρα fores; byβ, as ἐ-ρυθρός ruber, οὖθαρ uber.
II. changes of θ in the Gr. dialects:
1. Lacon., into ς, as σάλασσα σεῖος Ἀσάνα παρσένος for θάλασσα θεῖος Ἀθάνα παρθένος.
2. aeolic and doric into τ, as αὖτις ἐντεῦθεν for αὖθις ἐντεῦθεν.
3. when θ was repeated in two foll. syllables, the former became τ, as Ἀτθίς.

Frisk Etymology German

θῆτα: {thē̃ta}
Forms: Gen. θήτατος Demokr. 20, lat. pl. tetates aus θήτατες; sonst unflektiert;
Grammar: n. (Ar. usw.),
Meaning: der achte Buchstabe des Alphabets;
Etymology: aus dem Semitischen, vgl. hebr. ṭēth; dazu Schwyzer 140.
Page 1,674