λογομαχία: Difference between revisions
αὐτάρκης ἔσῃ, ἂν μάθῃς τί τὸ καλὸν κἀγαθόν ἐστι → you will be contented with your lot if you learn what the honourable and good is
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />combat en paroles, dispute, querelle.<br />'''Étymologie:''' [[λόγος]], [[μάχομαι]]. | |btext=ας (ἡ) :<br />combat en paroles, dispute, querelle.<br />'''Étymologie:''' [[λόγος]], [[μάχομαι]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λογομᾰχία:''' ἡ [[словопрение]] (ζητήσεις καὶ λογομαχίαι NT). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 27: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''λογομᾰχία:''' ἡ, [[μάχη]] με [[λόγια]] ή λέξεις, [[φιλονικία]], [[έριδα]], σε Καινή Διαθήκη | |lsmtext='''λογομᾰχία:''' ἡ, [[μάχη]] με [[λόγια]] ή λέξεις, [[φιλονικία]], [[έριδα]], σε Καινή Διαθήκη | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |
Revision as of 13:55, 3 October 2022
English (LSJ)
ἡ, war about words, disputation, 1 Ep.Ti.6.4 (pl.), Porph. ap. Eus.PE14.10; title of Menippean satire by Varro, Nonius p.268 L., Porphyr.ad Hor.Sat.2.4.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
combat en paroles, dispute, querelle.
Étymologie: λόγος, μάχομαι.
Russian (Dvoretsky)
λογομᾰχία: ἡ словопрение (ζητήσεις καὶ λογομαχίαι NT).
Greek (Liddell-Scott)
λογομᾰχία: ἡ, ὡς καὶ νῦν, τὸ μάχεσθαι περὶ λόγων ἢ λέξεων, φιλονικία, ἔρις, Α΄ Ἐπ. π. Τιμ. ϛ΄, 4, Εὐστ., κτλ.
English (Strong)
from the same as λογομαχέω; disputation about trifles ("logomachy"): strife of words.
English (Thayer)
λογομαχίας, ἡ (λογομαχέω), dispute about words, war of words, or about trivial and empty things: plural 1 Timothy 6:4. (Not found in secular authors.)
Greek Monolingual
η (AM λογομαχία) λογομαχώ
ζωηρή διαφωνία, φιλονικία με λόγια, διαπληκτισμός, αντεγκλήσεις.
Greek Monotonic
λογομᾰχία: ἡ, μάχη με λόγια ή λέξεις, φιλονικία, έριδα, σε Καινή Διαθήκη
Middle Liddell
a war about words, NTest. [from λογομάχος
Chinese
原文音譯:logomac⋯a 羅哥-馬希阿
詞類次數:名詞(1)
原文字根:放置(說)-爭論
字義溯源:爭辯言詞,舌戰,辯論;由(λόγος)=話)與(μάχομαι)*=戰爭)組成;而 (λόγος)出自(λέγω / εἴρω)*=陳述)
出現次數:總共(1);提前(1)
譯字彙編:
1) 爭辯言詞(1) 提前6:4