θυσιάζω: Difference between revisions
καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)
(CSV import) |
m (Text replacement - "αἱ" to "αἱ") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=thysiazo | |Transliteration C=thysiazo | ||
|Beta Code=qusia/zw | |Beta Code=qusia/zw | ||
|Definition=[[sacrifice]], μῆλα <span class="bibl">Strato Com.1.21</span>; [[θυσίαν]], [[θυσίασμα]], <span class="bibl">[[LXX]] <span class="title">2 Ch.</span>7.5</span>, <span class="bibl"><span class="title">2 Es.</span>6.3</span>; <b class="b3">ὑπέρ τινος</b> dub. l. in <span class="bibl">Lys.6.4</span>; ὑπὲρ τοῦ δήμου <span class="title">OGI</span>339.36 (Sestos, ii B.C.); <b class="b3">τῷ Διὶ ὑπὲρ τῶν πλοϊζομένων</b> ib.199.36 (Adule); θ. τῷ θεῷ καὶ βακχεύειν <span class="bibl">D.S.4.3</span>: abs., <span class="bibl">[[LXX]] <span class="title">1 Ch.</span>21.28</span>, al., <span class="title">IG</span>3.74.16, etc.: [[θυσιάζουσαι]], | |Definition=[[sacrifice]], μῆλα <span class="bibl">Strato Com.1.21</span>; [[θυσίαν]], [[θυσίασμα]], <span class="bibl">[[LXX]] <span class="title">2 Ch.</span>7.5</span>, <span class="bibl"><span class="title">2 Es.</span>6.3</span>; <b class="b3">ὑπέρ τινος</b> dub. l. in <span class="bibl">Lys.6.4</span>; ὑπὲρ τοῦ δήμου <span class="title">OGI</span>339.36 (Sestos, ii B.C.); <b class="b3">τῷ Διὶ ὑπὲρ τῶν πλοϊζομένων</b> ib.199.36 (Adule); θ. τῷ θεῷ καὶ βακχεύειν <span class="bibl">D.S.4.3</span>: abs., <span class="bibl">[[LXX]] <span class="title">1 Ch.</span>21.28</span>, al., <span class="title">IG</span>3.74.16, etc.: [[θυσιάζουσαι]], αἱ, title of mime by Herodas. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 09:51, 10 December 2022
English (LSJ)
sacrifice, μῆλα Strato Com.1.21; θυσίαν, θυσίασμα, LXX 2 Ch.7.5, 2 Es.6.3; ὑπέρ τινος dub. l. in Lys.6.4; ὑπὲρ τοῦ δήμου OGI339.36 (Sestos, ii B.C.); τῷ Διὶ ὑπὲρ τῶν πλοϊζομένων ib.199.36 (Adule); θ. τῷ θεῷ καὶ βακχεύειν D.S.4.3: abs., LXX 1 Ch.21.28, al., IG3.74.16, etc.: θυσιάζουσαι, αἱ, title of mime by Herodas.
German (Pape)
[Seite 1228] opfern; μῆλα Strato bei Ath. VIII, 382 e; ἱερεῖα Luc. Hermot. 57; a. Sp., wie D. Sic. 4, 3.
French (Bailly abrégé)
offrir un sacrifice.
Étymologie: θυσία.
Russian (Dvoretsky)
θῠσιάζω: совершать жертвоприношения, приносить жертвы (τινί Luc.; θεῷ Diod.).
Greek (Liddell-Scott)
θῠσιάζω: μέλλ. -άσω, ὡς τὸ θύω, ὡς καὶ νῦν, βοῦν, μῆλα Στράτων παρ’ Ἀθην. 382Ε· ὑπέρ τινος Λυσ. 103. 31. 2) θ. τινί, προσφέρω ὡς θυσίαν εἴς τινα, Συλλ. Ἐπιγρ. 2423b· τινὶ ὑπέρ τινος 5127Β. 37· θ. τῷ θεῷ καὶ βακχεύειν Διόδ. 4. 3. 3) μετ’ αἰτ., τοὺς... βωμοὺς θ., θυσιάζω ἐπὶ τῶν β., ὁ αὐτ. ἐν τοῖς Ἀποσπ. 602. 40.
Spanish
Greek Monolingual
(ΑΜ θυσιάζω) θυσία
προσφέρω κάτι ως θυσία («ο Αγαμέμνων θυσίασε την Ιφιγένεια στην Άρτεμι»)
νεοελλ.
1. στερούμαι οικειοθελώς κάτι για χάρη κάποιου άλλου
2. πουλώ τόσο φθηνά σαν να χαρίζω κάτι («πες πως θυσίασα το κτήμα και όχι πως το πούλησα»)
3. μέσ. θυσιάζομαι
α) είμαι έτοιμος να υποστώ χωρίς ιδιοτέλεια τα πάντα για χάρη κάποιου άλλου
β) πεθαίνω για κάποιο σκοπό («θυσιάστηκε για την πατρίδα»).
Greek Monotonic
θῠσιάζω: μέλ. -σω, προσφέρω θυσία, σε Λυσ.
Middle Liddell
θῠσιάζω, fut. -σω
to sacrifice, Lys..
Léxico de magia
realizar un sacrificio ὁπόταν δὲ γενήται ἐν κριῷ, χαμαικοίτει πρὸ μιᾶς καὶ θυσιάσας ἐπίθυε τὰ ζʹ ἐπιθύματα cuando (la luna) se encuentre en Aries, duerme en tierra una noche antes y realiza un sacrificio quemando las siete sustancias aromáticas P XIII 350 οὕτω τούτῳ πάντοτε θυσίαζε καὶ τὰς εὐσεβείας πρόσφερε de este modo realiza los sacrificios siempre en su honor y ofrécele actos piadosos P XIII 716